Καθημερινή, 05/09/2022
της Ευριδίκης Μπερσή.Οι ψευδαισθήσεις, τα σφάλματα και οι επιτυχίες του Μιχαήλ Γκορμπατσόφ, του τελευταίου ηγέτη της Σοβιετικής Ενωσης.
Τους τελευταίους μήνες της ζωής του, βαριά άρρωστος, ο Μιχαήλ Γκορμπατσόφ διάβαζε Πούσκιν προκειμένου να μην παρακολουθεί τον πόλεμο της Ρωσίας στην Ουκρανία, να μη βλέπει τους δύο σημαντικότερους διαδόχους της υπερδύναμης, της οποίας κάποτε ηγείτο, να σκοτώνονται. Τα κοσμοϊστορικά γεγονότα που οδήγησαν στη διάλυση της Σοβιετικής Ενωσης, πριν από τρεις δεκαετίες, είχαν τη σφραγίδα του και ο Γκορμπατσόφ έζησε αρκετά για να δει πού οδήγησαν. Πέθανε την Τρίτη, λίγους μήνες αφότου έκλεισε τα 91 του χρόνια, παραδίδοντας τη συγκλονιστική διαδρομή του στην κρίση της Ιστορίας.
Κραυγή για την Ουκρανία
«Η απότομη κατάρρευση της Σοβιετικής Ενωσης είναι μια από τις αιτίες της σύγκρουσης στην Ουκρανία», είχε δηλώσει ο Γκορμπατσόφ το 2015, μετά την πρώτη φάση της σύγκρουσης στο Ντονμπάς, σε μακροσκελή συνέντευξη στο περιοδικό Spiegel.
Εναν χρόνο νωρίτερα είχε απευθύνει επιστολές στον Αμερικανό πρόεδρο Μπαράκ Ομπάμα και στον Ρώσο πρόεδρο Βλαντιμίρ Πούτιν. «Τους ζήτησα να διαπραγματευθούν γιατί η σύγκρουση στην Ουκρανία συνιστά απειλή για ολόκληρο τον κόσμο, όχι μόνο για την Ουκρανία και τους γείτονές της. Οι επιστολές μου ήταν μια κραυγή από τα βάθη της ψυχής μου».
Ο κόσμος ανακάλυψε πόσο βαθιά πίστευε ο Γκορμπατσόφ στη διεθνή ειρήνη και τον αφοπλισμό το 1986, όταν έκανε το πρώτο του ταξίδι στο εξωτερικό, στο Παρίσι, ως νέος γραμματέας της Κεντρικής Επιτροπής του Κομμουνιστικού Κόμματος της Σοβιετικής Ενωσης. Επικοινωνιακός, προσηνής, τελείως διαφορετικός από τους «ξύλινους» προκατόχους του, είπε στον Γάλλο ομόλογό του Φρανσουά Μιτεράν ότι προτίθεται να καταργήσει τους πυρηνικούς πυραύλους μέσου βεληνεκούς, αν συμφωνήσει ο Αμερικανός πρόεδρος Ρόναλντ Ρέιγκαν. Στη διάσκεψη κορυφής του Ρέικιαβικ, ο Γκορμπατσόφ προσπάθησε να πείσει τον Ρέιγκαν να πάνε ακόμη μακρύτερα, καταργώντας από κοινού τα πυρηνικά τους οπλοστάσια στο σύνολό τους.
Αυτή δεν ήταν η μόνη ευκαιρία που άνοιξε για την ανθρωπότητα η σύντομη παρουσία του ιδεαλιστή πολιτικού στο τιμόνι της Σοβιετικής Ενωσης. Το 1990-1991, όταν η κατάρρευση βρισκόταν σε εξέλιξη, πρότεινε μια νέα ευρωπαϊκή αρχιτεκτονική ασφαλείας «από τη Λισσαβώνα ώς το Βλαδιβοστόκ».
Πίστεψε τις επανειλημμένες διαβεβαιώσεις όλων –και κυρίως των Αμερικανών– ότι αν δεχθεί την ένταξη της ενιαίας Γερμανίας στο ΝΑΤΟ, το ΝΑΤΟ δεν θα μετατοπίσει τα σύνορά του «ούτε μία ίντσα» προς τα ανατολικά και συμφώνησε να αποσύρει ειρηνικά τα σοβιετικά στρατεύματα από την Ανατολική Γερμανία.
Ο Γκορμπατσόφ πέρασε τις τρεις τελευταίες δεκαετίες της ζωής του καταγγέλλοντας τον εμπαιγμό στους λίγους που είχαν τη διάθεση να τον ακούσουν – οι περισσότεροι στη Ρωσία του γύρισαν την πλάτη, αποδίδοντάς του την ευθύνη για τα δεινά της κατάρρευσης, ενώ για τους Δυτικούς η αξία χρήσης του είχε παρέλθει. «Τον Νοέμβριο του 1990 στη σύσκεψη της Διάσκεψης για την Ασφάλεια και τη Συνεργασία στην Ευρώπη (ΔΑΣΕ, μετέπειτα ΟΑΣΕ) συζητήσαμε για μια νέα ειρηνική διεθνή τάξη πραγμάτων. Αλλά δεν βγήκε τίποτα, αντιθέτως στην Αμερική εμπεδώθηκε μια επικίνδυνη νοοτροπία νικητή», είπε. «Κανένας Ρώσος πρόεδρος δεν θα το ανεχόταν αυτό».
«Μια δίκαιη υπόθεση»
Στο τελευταίο του άρθρο, το 2021, ο Γκορμπατσόφ παραδέχθηκε «ψευδαισθήσεις, σφάλματα αλλά και επιτυχίες». «Αν είχα την ευκαιρία να αρχίσω ξανά, θα έκανα πολλά πράγματα διαφορετικά. Αλλά είμαι πεπεισμένος ότι ιστορικά η περεστρόικα ήταν μια δίκαιη υπόθεση». Ο Γκορμπατσόφ ήταν ο άνθρωπος που έδωσε στον λαό της Σοβιετικής Ενωσης την ελευθερία του λόγου, της θρησκείας, του Τύπου, των ταξιδιών στο εξωτερικό, απελευθέρωσε πολιτικούς κρατουμένους και αναζήτησε ένα νέο μοντέλο διακυβέρνησης. Δεν μπορούσε να προβλέψει –και αυτή είναι η δεύτερη μεγάλη αφέλεια που δεν του συγχωρούν πολλοί Ρώσοι– ότι η πολιτική του θα απελευθέρωνε τόσο έντονες και τόσο ραγδαίες διαλυτικές τάσεις.
Ως το τέλος της ζωής του επέμενε ότι δεν διέλυσε αυτός τη Σοβιετική Ενωση, ούτε έφερε αυτός τη «θεραπεία σοκ» της μαζικής φτωχοποίησης και εκποίησης κρατικής περιουσίας, αλλά ο διάδοχός του, Μπόρις Γέλτσιν.
Θεωρήθηκε εξαιρετικά υποτιμητικό το γεγονός ότι τη δεκαετία του 1990 μετατράπηκε σε διαφημιστή δυτικών καταναλωτικών αγαθών, αλλά πιθανότατα δεν θα χρειαζόταν να κάνει κάτι τέτοιο αν είχε φροντίσει να επωφεληθεί προσωπικά από τη λεηλασία του κρατικού πλούτου που δημιούργησε τη νέα ρωσική ολιγαρχία.
Οταν τιμήθηκε με το Νομπέλ Ειρήνης το 1990, δώρισε ένα μέρος των εσόδων στον δημοσιογράφο Ντμίτρι Μουράτοφ για να ιδρύσει την εφημερίδα Νοβάγια Γκαζέτα. «Ας θυμόμαστε για πάντα:
αγάπησε μια γυναίκα (τη σύζυγό του Ραΐσα, με την οποία ήταν αχώριστοι) περισσότερο από τη δουλειά του, έβαλε τα ανθρώπινα δικαιώματα πάνω από το κράτος και έδινε μεγαλύτερη αξία σε έναν ειρηνικό ουρανό από ό,τι στην προσωπική ισχύ», έγραψε ο Μουράτοφ. «Μας χάρισε τριάντα χρόνια ειρήνης, χωρίς την απειλή παγκόσμιου και πυρηνικού πολέμου. Αλλά το δώρο τελείωσε. Δεν υπάρχει πια. Και δεν θα υπάρξουν άλλα δώρα».
Δεν είναι ορατοί οι σύνδεσμοι (links).
Εγγραφή ή
Είσοδος