Καθημερινή, 29/04/2022Άρθρο των Θ. Ζαούτη, Δ. Παρασκευή, Γκ. Μαγιορκίνη: Εκτίμηση της επίδρασης της COVID-19 στη συνολική θνησιμότητα
H θνησιμότητα (ο αριθμός των θανάτων ανά έτος σε μια χώρα, προς το σύνολο του πληθυσμού) αποτελεί σημαντικό δείκτη για την παρακολούθηση της υγείας και, επίσης, χρησιμοποιείται για τη λήψη αποφάσεων στη δημόσια υγεία
H θνησιμότητα (ο αριθμός των θανάτων ανά έτος σε μια χώρα, προς το σύνολο του πληθυσμού) αποτελεί σημαντικό δείκτη για την παρακολούθηση της υγείας και, επίσης, χρησιμοποιείται για τη λήψη αποφάσεων στη δημόσια υγεία. Η ακριβής εκτίμηση του αριθμού των θανάτων λόγω της πανδημίας COVID-19 είναι καίριας σημασίας για να εκτιμήσουμε τις επιπτώσεις της πανδημίας στην υγεία του πληθυσμού. Στην πρόσφατη μελέτη του περιοδικού Lancet με τίτλο: «Estimating excess mortality due to the COVID-19 pandemic: a systematic analysis of COVID-19-related mortality, 2020-21» υπολογίζεται η υπερβάλλουσα θνησιμότητα από την πανδημία COVID-19 σε 191 χώρες και περιοχές για την περίοδο 1/1/2020 έως 31/12/2021.
Η υπερβάλλουσα θνησιμότητα (Excess Mortality, E.M.) ορίζεται η διαφορά μεταξύ του αριθμού των παρατηρούμενων θανάτων από κάθε αιτία, κατά τη διάρκεια της πανδημίας, και του αριθμού των εκτιμώμενων θανάτων που θα αναμέναμε αν δεν υπήρχε πανδημία. Η μεθοδολογία που χρησιμοποιήθηκε στη μελέτη για τον υπολογισμό της εκτιμώμενης θνησιμότητας βασίστηκε σε έξι διαφορετικές προσεγγίσεις. Η μεθοδολογία που χρησιμοποιήθηκε σε αυτή την ανάλυση φαίνεται ότι ήταν ιδιαίτερα αξιόπιστη καθώς το περιθώριο σφάλματος ήταν πολύ μικρό (0,86%), γεγονός που αναδεικνύει ότι μπορούμε να εμπιστευθούμε τα αποτελέσματα αυτής της μελέτης.
Σύμφωνα µε τις προτάσεις των ειδικών διεθνών οργανισμών (ECDC), αλλά και της επιστημονικής κοινότητας, η υπερβάλλουσα θνησιμότητα αποτελεί τον καταλληλότερο δείκτη για την εκτίμηση της επίδρασης της πανδημίας στη θνησιμότητα που προσφέρεται για αξιόπιστη σύγκριση μεταξύ διαφορετικών γεωγραφικών περιοχών. Η υπερβάλλουσα θνησιμότητα χρησιμοποιείται από διεθνείς οργανισμούς και για την επιτήρηση της επίδρασης της εποχικής γρίπης, όπως φαίνεται και στις ετήσιες αναφορές του ECDC (παρατίθεται σχετικός σύνδεσμος για την περίοδο 2016-2017: Δεν είναι ορατοί οι σύνδεσμοι (links).
Εγγραφή ή
Είσοδος.
Ο αριθμός των θανάτων από COVID-19 ανά χώρα δεν αποτυπώνει με ακρίβεια την επίδραση της πανδημίας για πολλούς λόγους, όπως ότι η καταγραφή των θανάτων δεν ακολουθεί ενιαία κριτήρια σε όλες τις χώρες ή ότι οι προγνωστικοί παράγοντες για θάνατο από COVID-19, όπως η ηλικία, τα χρόνια νοσήματα, η εμβολιαστική κάλυψη και οι δυνατότητες του συστήματος υγείας, διαφέρουν σημαντικά ανά γεωγραφική περιοχή. Για αυτούς τους λόγους η υπερβάλλουσα θνησιμότητα θεωρείται πιο αξιόπιστος δείκτης, καθώς μας δείχνει πόσοι θάνατοι υπήρχαν μια δεδομένη χρονική στιγμή, ανεξάρτητα από την αιτία η οποία μπορεί να τους προκάλεσε, αλλά και πώς αλλάζει ο αριθμός των θανάτων ανά έτος.
Τα αποτελέσματα της μελέτης έδειξαν ότι για το χρονικό διάστημα 1/1/2020 έως 31/12/2021 η υπερβάλλουσα θνησιμότητα για την Ελλάδα ήταν 127,1 θάνατοι ανά 100.000 πληθυσμού, που μεταφράζεται ότι αυτή την περίοδο συνέβησαν 127,1 θάνατοι περισσότεροι σε σχέση με το αναμενόμενο αν δεν υπήρχε η πανδημία, ανά 100.000 πληθυσμού. Ο αριθμός αυτός αφορά το σύνολο των θανάτων ανεξαρτήτως αιτίας. Ο αντίστοιχος δείκτης για όλη τη Δυτική Ευρώπη ήταν 140 θάνατοι ανά 100.000 και για την Κεντρική και την Ανατολική Ευρώπη ήταν 315,7 και 345,2 θάνατοι ανά 100.000 πληθυσμού, αντίστοιχα. Ενδεικτικά, ο ίδιος δείκτης για την Ιταλία ήταν 227,4, την Ισπανία 186,7, την Πορτογαλία 202,2, τη Γαλλία 124,2, τη Γερμανία 120,5, και το Ηνωμένο Βασίλειο 126,8 θάνατοι ανά 100.000 πληθυσμού.
Επιπλέον εκτιµήθηκε και ο λόγος μεταξύ της υπερβάλλουσας θνησιμότητας προς τον δηλούμενο αριθμό θανάτων από COVID-19. Ο δείκτης αυτός αποτυπώνει έμμεσα αν οι θάνατοι από COVID-19 υποκαταγράφονται (όσο υψηλότερος είναι αυτός ο δείκτης τόσο μεγαλύτερη η πιθανότητα υποκαταγραφής). Σε παγκόσμιο επίπεδο αυτός ο λόγος ήταν 3,07, ενώ σε περιοχές όπως οι ΗΠΑ ήταν 1,37 και στην Κεντρική Ασία 5,32.
Στη χώρα µας αυτός ο δείκτης ήταν 1,22, για τη Δυτική Ευρώπη ήταν 1,48, ενώ για την Κεντρική και την Ανατολική Ευρώπη ήταν 2,0 και 1,78, αντίστοιχα. Ο ίδιος δείκτης για την Ιταλία ήταν 1,89, την Ισπανία 1,64, την Πορτογαλία 2,13, τη Γαλλία 1,28, τη Γερμανία 1,82 και το Ηνωμένο Βασίλειο 0,97.
Βάσει των παραπάνω υπάρχει τεκμηρίωση για πιθανή υποκαταγραφή θανάτων στην υπόλοιπη Ευρώπη σε σχέση με την Ελλάδα, ή ότι η Ελλάδα καταγράφει σε αυξημένα ποσοστά COVID-19 θανάτους σε σχέση με άλλες χώρες για τις οποίες ο λόγος είναι μεγαλύτερος συγκριτικά με τη χώρα μας.
Ο δείκτης της υπερβάλλουσας θνησιμότητας δεν είναι πρόσφατος, χρησιμοποιείται εδώ και τουλάχιστον μία δεκαετία στην επιτήρηση της γρίπης και άλλων απειλών δημόσιας υγείας. Η ιστοσελίδα που καταγράφει τα ευρωπαϊκά στατιστικά της υπερβάλλουσας θνησιμότητας λέγεται Euromomo (Δεν είναι ορατοί οι σύνδεσμοι (links).
Εγγραφή ή
Είσοδος).
Στο ερώτημα αν η υπερβάλλουσα θνησιμότητα δηλώνει απλώς τη διαφορά των θανάτων φέτος σε σχέση με πέρυσι, η απάντηση είναι όχι. Συγκεκριμένα, για τον υπολογισμό της υπερβάλλουσας θνησιμότητας απαιτείται εξειδικευμένη και σύνθετη μεθοδολογία που λαμβάνει υπόψη πολλές παραμέτρους, όπως η ηλικία αλλά και η μεταβλητότητα ανά περιοχή, και όχι απλώς μια αφαίρεση των θανάτων που είχαμε πέρυσι σε σχέση με φέτος. Η μεθοδολογία παρατίθεται στην ιστοσελίδα του Euromomo (Δεν είναι ορατοί οι σύνδεσμοι (links).
Εγγραφή ή
Είσοδος).
* Ο κ. Θεοκλής Ζαούτης είναι πρόεδρος του ΕΟΔΥ, καθηγητής Παιδιατρικής του ΕΚΠΑ.
Ο κ. Δημήτρης Παρασκευής είναι Α΄ αντιπρόεδρος του ΕΟΔΥ, αναπληρωτής καθηγητής Επιδημιολογίας – Προληπτικής Ιατρικής του ΕΚΠΑ.
Ο κ. Γκίκας Μαγιορκίνης είναι επίκουρος καθηγητής Υγιεινής και Επιδημιολογίας, επιστημονικός συντονιστής του Εθνικού Κέντρου Αναφοράς Ρετροϊών του ΕΚΠΑ.Δεν είναι ορατοί οι σύνδεσμοι (links).
Εγγραφή ή
Είσοδος