Θέματα Εργασίας > Εμπειρίες κατά την εργασία στην ΠΦΥ

Ομάδες Balint.

(1/3) > >>

Argirios Argiriou:
  Ο Bálint ήταν ένας Γιατρός από την Ουγγαρία του οποίου και ο πατέρας ήταν Γιατρός και μάλιστα Γενικός Ιατρός. Ο Βalint έγινε σιγά - σιγά Ψυχίατρος και με τον 2ο παγκόσμιο πόλεμο μετανάστευσε στην Αγγλία.
  Τον Βalint τον απασχόλησε πολύ το γεγονός ότι οι Γενικοί Ιατροί συχνά αισθάνονται περισσότερο μόνοι κατά την άσκηση του επαγγέλματός τους, σε σχέση με τους Ιατρούς των άλλων ειδικοτήτων. Αυτό λόγω της φύσης της Γενικής Ιατρικής: Οι Ιατροί των άλλων ειδικοτήτων μπορούν να ανταλλάσουν συνέχεια απόψεις κατά την διάρκεια π.χ. του Ιατρικού Γύρου στο Νοσοκομείο ή μετά όταν πηγαίνουν για γραφική εργασία. Αντίθετα ο Γενικός Ιατρός εργάζεται συχνά μόνος του χωρίς άλλους Ιατρούς κοντά του.
  Έτσι ο Βalint είχε την ιδέα να φτιάξει τις λεγόμενες ομάδες Βalint (Βalint groups). Αυτές οι ομάδες αποτελούνται συνήθως από 5-7 Γενικούς Ιατρούς και κάποιον συντονιστή (Ιατρό ή από άλλο επάγγελμα Υγείας που έχει όμως ασχοληθεί κάπως περισσότερο με το ζήτημα λειτουργίας των ομάδων Βalint). Η ομάδα συναντιέται κατά τακτά χρονικά διαστήματα (συνήθως μια φορά των μήνα) για περίπου 2-3 ώρες την κάθε φορά. Τα μέλη της ομάδας κάθονται γύρω από ένα τραπέζι και ένας - ένας διηγείται στους άλλους κάποιο περιστατικό ασθενούς που είχε τον τελευταίο μήνα και ο οποίος ήταν κουραστικός (όχι τόσο από Ιατρικής όσο κυρίως από ψυχολογικής απόψεως). Οι άλλοι συνάδελφοι ακούν το περιστατικό, και μετά ένας – ένας λεν σύντομα την άποψη τους για το ζήτημα. Ο συντονιστής φροντίζει ώστε ο χρόνος να καταμερίζεται όσο το δυνατόν ισόποσα και η συζήτηση να μην παρεκτρέπεται σε άλλα θέματα. Μεγάλη σημασία δίνεται στο να διατηρείται η ανωνυμία των ασθενών οι οποίοι συζητούνται. Οι ομάδες αυτές συνεχίζουν μερικές φορές για χρόνια, τα μέλη τους αλληλοστηρίζονται ψυχολογικά στην άσκηση του επαγγέλματος, και ασθενείς που φαίνονται κουραστικοί γίνονται ξαφνικά ενδιαφέροντες!
  Στην Σουηδία οι ομάδες Βalint θεωρούνται τόσο χρήσιμες για την ευεξία των Γενικών Ιατρών που οι συναντήσεις αυτές επιτρέπεται να γίνονται κατά την διάρκεια του εργάσιμου χρόνου τους.
  Οι ομάδες Balint ναι μεν πρωτοξεκίνησαν για Γενικούς Ιατρούς, αλλά τώρα πια τις χρησιμοποιούν και άλλες επαγγελματικές κατηγορίες στον τομέα της Υγείας. Ψάχνοντας μάλιστα στο διαδίκτυο για ομάδες Balint στην Ελλάδα, έπεσα σε μια ιστοσελίδα που υποδηλώνει ότι ομάδα Βalint υπάρχει, ή τουλάχιστον υπήρχε, στο Αιγινήτειο Νοσοκομείο στην Αθήνα και συμμετείχαν εκεί και άλλοι, μη Ιατροί: Δεν είναι ορατοί οι σύνδεσμοι (links). Εγγραφή ή Είσοδος
  Ο Δημήτρης Κουναλάκης είχε διατυπώσει στο προηγούμενο φόρουμ την ιδέα να κάνουμε ομάδες Βalint στην Ελλάδα που να συναντιούνται με οπτικοακουστικά μέσα μέσω του διαδικτύου. Την ιδέα αυτή την βρίσκω πολύ ενδιαφέρουσα και μου φαίνεται πρωτοποριακή όχι μόνο για Ελληνικά αλλά και για Παγκόσμια δεδομένα. Εγώ προσωπικά θα ενδιαφερόμουν να συμμετάσχω σε μια τέτοια ομάδα.
  Παραθέτω παρακάτω ένα link με συνδέσμους σχετικά με τις ομάδες Βalint: Δεν είναι ορατοί οι σύνδεσμοι (links). Εγγραφή ή Είσοδος

mandreou:
Αργύρη και εγώ μέσα είμαι. Κάνοντας πρακτική άσκηση σε ινστιτούτο ψυχικής υγείας στα πλαίσια ενός μεταπτυχιακού είχαμε την πολύ ενδιαφέρουσα εβδομαδιαία συνάντηση όλης της ομάδας όπου εκτός τις δυσκολίες στην θεραπεία των ασθενών αφιερώναμε πολύ χρόνο στα συναισθήματα που μας προκαλούσε κάθε ένας από αυτούς και ήταν πολύ λυτρωτική κάθε συζήτησή μας!

Argirios Argiriou:
Δεν είναι ορατοί οι σύνδεσμοι (links). Εγγραφή ή Είσοδος


( στο facebook:  Ελληνικές Ομάδες Balint )

Argirios Argiriou:
Η ιστορία των ομάδων Balint.


Οι ομάδες και η μέθοδος Balint, πήραν το όνομά τους από τον Ούγγρο γιατρό και ψυχαναλυτή Michael Balint.

Ο Michael Balint, γιος γενικού γιατρού, γεννιέται στη Βουδαπέστη το 1896. Γίνεται φοιτητής της ιατρικής στην ηλικία των 18 ετών, αλλά οι σπουδές του διακόπτονται από τον Πρώτο Παγκόσμιο Πόλεμο, όπου κατατάσσεται στον στρατό. Στον πόλεμο τραυματίζεται και επιστρέφει στην πατρίδα του, όπου επαναλαμβάνει τις σπουδές του και λαμβάνει το διδακτορικό του το 1920 στη βιοχημεία.

Αρχικά θέλει να γίνει βιοχημικός και εργάζεται σε βιοχημικά εργαστήρια στο Βερολίνο, αλλά αφού ακούει τον Ferenczi (1917) να μιλάει σε συνέδρια για τον Freud και διαβάζει το βιβλίο του τελευταίου «Η Ερμηνεία των Ονείρων», αναπτύσσει ένα αυξανόμενο ενδιαφέρον για την ψυχανάλυση.  Εκπαιδεύεται ως ψυχαναλυτής με εκπαιδευτή και μέντορα του τον Sandor Ferenczi, ψυχαναλυτή της Ουγγρικής σχολής και μαθητή του Freud, και δουλεύει παράλληλα και ως ψυχαναλυτής.

Το 1924 επιστρέφει στη Βουδαπέστη, όπου εργάζεται ως αναλυτής σε ψυχοσωματικούς ασθενείς και το 1932 δημιουργεί την πρώτη εκπαιδευτική και ερευνητική ομάδα γιατρών (“training-cum-research-group”) στη Βουδαπέστη, καθώς θέλει να μάθει για τη δυνατότητα των γενικών γιατρών να ενσωματώσουν ψυχαναλυτικές ιδέες στην πρακτική εργασία τους. Οι εργασίες του αυτές διακόπτονται το 1939, όταν, λόγω της ριζοσπαστικής δεξιάς κυβέρνησης, η οποία έλεγχε το έργο, τις συζητήσεις και τις συνεδριάσεις των ψυχαναλυτών, αναγκάζεται να φύγει από την Ουγγαρία και να πάει στο Μάντσεστερ με τη σύζυγο και το γιο του ως πρόσφυγες. Δυστυχώς, η γυναίκα του πεθαίνει την ίδια χρονιά.  

Ο Balint μένει στο Μάντσεστερ μέχρι το 1945, όπου γίνεται  διευθυντής σε μια κλινική καθοδήγησης παιδιών (“child guidance clinic”). Η ερευνητική του δραστηριότητα επικεντρώνεται στα μωρά, την συμπεριφορά τους και τη σχέση που αναπτύσσουν. Αρχίζει να δημοσιεύει τις ιδέες του για την   πρωταρχική αγάπη (“primary love”), την πρωταρχική σχέση (“primary relation”) και το βασικό σφάλμα (“basic fault”).

To 1945 μετακομίζει στο Λονδίνο και δουλεύει αρχικά σε κλινικές καθοδήγησης παιδιών, έως ότου διορίζεται στην Κλινική Tavistock και δυναμώνει το ενδιαφέρον του για την αλληλεπίδραση μεταξύ των ατόμων. Είναι πια πεπεισμένος πως  η σχέση μεταξύ γιατρού – ασθενή παίζει σημαντικό ρόλο στη διάγνωση και στη θεραπεία. Ειδικότερα, υποστηρίζει ότι ο ψυχικός κόσμος του γιατρού και του ασθενούς αλληλοεπηρεάζονται. Τόσο η μεταβίβαση του ασθενούς όσο και η αντιμεταβίβαση του γιατρού έχουν μεγάλη επιρροή στη σχέση, στη διάγνωση και στην θεραπεία.

Στην κλινική Tavistock γνωρίζει και παντρεύεται το 1949 την  Enid, η οποία είναι κοινωνική λειτουργός και σύμβουλος γάμου και αναπτύσσουν μαζί καινοτόμες ομάδες με γενικούς γιατρούς για να μελετήσουν τις ψυχολογικές επιπτώσεις της γενικής ιατρικής. Εκεί εξετάζουν την υπόθεση ότι « το πιο συχνά χρησιμοποιούμενο φάρμακο στην γενική ιατρική είναι ο ίδιος ο γιατρός ».

Εκείνη την εποχή πολλοί ασθενείς των γενικών γιατρών έχουν τραυματιστεί κατά τον πόλεμο και όπως λέει και ο Balint, «Ένας μεγάλος αριθμός των ανθρώπων έχουν χάσει τις ρίζες και τους κοινωνικούς τους δεσμούς, το άτομο γίνεται έτσι όλο και πιο μοναχικό, ακόμη και μόνο ... κάθε νοητική ή συναισθηματική πίεση ή ένταση είτε συνοδεύεται από ή  ισοδυναμεί με, κάποια σωματική αίσθηση ... μια πιθανή διέξοδος είναι να την εναποθέσει στο γιατρό του και να διαμαρτυρηθεί ... » και «εδώ είναι που η στάση του γιατρού στο πως θα συνταγογραφήσει τον εαυτό του στον ασθενή αποκτά αποφασιστική σημασία».

Επίσης, εκείνη την περίοδο ιδρύεται η Εθνική Υπηρεσία Υγείας (NHS), όπου για πρώτη φορά εισάγεται η δωρεάν ιατροφαρμακευτική περίθαλψη με αποτέλεσμα τα ιατρεία των γενικών γιατρών να πλημμυρίζουν με ασθενείς των οποίων οι απαιτήσεις ήταν υψηλές. Οι γενικοί γιατροί, οι οποίοι την εποχή εκείνη δεν είχαν καμία ειδική εκπαίδευση στη γενική ιατρική , ήταν  ανεπαρκώς εφοδιασμένοι για να αντιμετωπίσουν τις ασαφείς διαγνώσεις – ιδίως συναισθηματικής φύσεως - ιδιαίτερα τώρα που επικρατούσε μια ατμόσφαιρα όπου οι ασθενείς πίστευαν ότι υπήρχε μια θεραπεία για όλα τα δεινά τους, ένιωθαν να μην αντλούν την προσδοκώμενη ικανοποίηση από την δουλειά τους.

Ο Balint θέλει να μάθει γιατί συμβαίνει αυτό. Είναι ένας από τους πρώτους που αναγνωρίζει την αξία της ίδιας της επίσκεψης στον γιατρό (“consultation”) ως ένα θεραπευτικό εργαλείο. Ως ψυχαναλυτής καταλαβαίνει ότι αυτό που συμβαίνει ψυχολογικά μεταξύ του ιατρού και του ασθενούς είναι σημαντικό, αν και αυτό δεν συζητιέται στα ιατρικά βιβλία της εποχής. Αυτή η σκέψη του τοποθετείται πριν από την εποχή της εκπαίδευσης στην ανάλυση της ιατρικής επίσκεψης και των επικοινωνιακών δεξιοτήτων, αν και φυσικά υπάρχουν ήδη γιατροί που αναγνωρίζουν τη σημασία της ακρόασης για τους ασθενείς τους. Οι Balints διαφημίζονται στους γιατρούς και τους παρακινούν να ενταχθούν σε μια ομάδα σεμιναρίων που συνδυάζει την έρευνα με την εκπαίδευση (“research-cum-training-seminars”) για τη μελέτη της σχέσης ιατρού-ασθενή. Η παραδοσιακή ομάδα Balint γεννιέται.
Τα μέλη της ομάδας συναντιούνται σε ένα ασφαλές και δομημένο πλαίσιο για μια φορά την εβδομάδα επί δύο ώρες. Η διάρθρωση των συναντήσεων περιλαμβάνει την παρουσίαση μιας κλινικής περίπτωσης από έναν γενικό γιατρό και ακολουθεί συζήτηση για την συναισθηματική σχέση που διαμορφώνεται καθώς και τα δυναμικά που αναπτύσσονται.

Σε όσους δεν είχαν εργαστεί ξανά με αυτόν τρόπο, η μέθοδος φάνηκε παράξενη και αντιεπιστημονική. Στο πέρασμα του χρόνου ωστόσο και όσο οι γιατροί νιώθουν πιο ελεύθεροι στο να εκφράσουν τις σκέψεις και τα συναισθήματα τους, οι εικασίες, οι υποθέσεις καθώς και οι φαντασιώσεις των υπολοίπων για την σχέση μεταξύ γιατρού-ασθενή στην εκάστοτε παρουσίαση, έφερνε στην επιφάνεια πλούσιο υλικό για επεξεργασία, που αποσυμφορούσε τον γιατρό και τον βοηθούσε να τροποποιήσει τις ιδέες του και την στάση του απέναντι στον ασθενή, δρομολογώντας έτσι μια διαφορετική πορεία τόσο για την θεραπευτική σχέση όσο και για την προσωπική του εξέλιξη.

Παρόλο που ο Michael και η Enid ήταν ψυχαναλυτές, ο σκοπός τους δεν είναι να μετατρέψουν τους οικογενειακούς ή γενικούς γιατρούς σε ψυχαναλυτές αλλά να τους βοηθήσουν να αναγνωρίσουν και να μιλήσουν για τα συναισθήματα τους, αντί να τα καταπιέζουν ή να τα αγνοούν ως άμυνα. Να αποκτήσουν μια ψυχολογική επίγνωση τόσο της προσωπικής τους εμπειρίας όσο και του ασθενούς μέσα στην θεραπευτική σχέση και να μάθουν πως να χρησιμοποιούν τα συναισθήματά τους ως ένα εργαλείο, όπως χρησιμοποιεί ο χειρουργός το νυστέρι.

Η έκβαση αυτής της πρώτης ομάδας αποφέρει τη δημιουργική συλλογική εργασία του Balint με τίτλο: «The Doctor, His Patient and the Illness», η οποία δημοσιεύθηκε το 1957 ( Balint, 1957). Το βιβλίο αυτό γίνεται ένα βασικό κείμενο στην αναγέννηση της Βρετανικής Γενικής Ιατρικής τη δεκαετία του 1960 και οι ιδέες των Balints πετυχαίνουν παγκόσμια αναγνώριση από τότε.

Στην ηπειρωτική Ευρώπη οι ομάδες Balint είναι σημαντικά διαδεδομένες. Το 1972 ιδρύεται η Διεθνής Ομοσπονδία Balint της οποίας μέλη είναι πάνω από 32 χώρες. Στην Αγγλία και τη Γερμανία η συμμετοχή σε ομάδες Balint αποτελεί μέρος της ειδικότητας των γιατρών. Οι ομάδες Balint αρχίζουν να ριζώνουν και στις ΗΠΑ, στις αρχές της δεκαετίας του 1990, που διαμορφώνεται η αμερικανική Balint Society και αργότερα αυτή της Αυστραλίας. Τα τελευταία χρόνια μάλιστα υπάρχει διάδοση των ομάδων στη Ρωσία και την Κίνα.

Στην Ελλάδα οι ομάδες Balint δεν είχαν την τύχη που είχαν σε άλλες χώρες της Ευρώπης και η προσπάθεια εισαγωγής τους ήταν αποσπασματική και βασισμένη στην ιδιωτική πρωτοβουλία κάποιων γιατρών όπως ο θεμελιωτής της ψυχοσωματικής στην Ελλάδα, Ρένος Ρώτας. Σε νοσοκομειακό πλαίσιο, λειτούργησαν για ένα χρονικό διάστημα ομάδες Balint για νοσηλευτές στο Αιγινήτειο Νοσοκομείο και ομάδες επηρεασμένες από τη μέθοδο Balint στο ψυχιατρικό τμήμα του Αντικαρκινικού Νοσοκομείου Μεταξά.

Ντίνα Μπεζιούλα

Σχολική Ψυχολόγος-Ψυχοθεραπεύτρια

 

Βιβλιογραφία

Καλλέργης, Γ. (2010) Εκπαιδευτική-υποστηρικτική ομάδα επαγγελματιών υγείας, Εγκέφαλος 2010, 47(4):207-213

Μπερκ, Α., Σταθάρου, Α. (2003) Λειτουργία ομάδων Balint ως μέσο υποστήριξης νοσηλευτών ψυχικής υγείας. ΝΟΣΗΛΕΥΤΙΚΗ, 42(2), 137-142, 2003

Balint, E. (1985). The history of training and research in Balint - groups. Journal of Psychoanalytic Psychotherapy 1 (2): 1-9.

Balint, M. (1957) The Doctor, his Patient and the Illness, Pitman, London.2e, 1964; Millenium edition, 2000, Churchill Livingstone, Edinburgh.

Otten, H. Balint work in Germany (1998) Journal of the Balint Society 26, 16-19

Salinsky, J., Sackin, P. What are you feeling , doctor? Identifying and avoiding defensive patterns in the consultation. Oxford: Radcliffe Medical Press Ltd; 2000.


Δεν είναι ορατοί οι σύνδεσμοι (links). Εγγραφή ή Είσοδος

Argirios Argiriou:
10-10-2013.

της Λήδας Μπήτρου,
Κλινικής Ψυχολόγου,
Συντονίστριας Ομάδων Balint
Μέλος της Βρετανικής Εταιρείας Balint.
Δεν είναι ορατοί οι σύνδεσμοι (links). Εγγραφή ή Είσοδος


Οι ομάδες Balint και η χρησιμότητά τους για τους γιατρούς.

 
Οι ομάδες Balint δημιουργήθηκαν από τον γιατρό και ψυχαναλυτή Michael Balint (1896-1970) και την σύζυγό του Enid στη Μεγάλη Βρετανία στη δεκαετία του ’50 και στόχευαν στο να βοηθήσουν τους γενικούς γιατρούς στην ιατρική πρακτική τους παρέχοντάς τους ένα πλαίσιο μέσα στο οποίο θα συζητούσαν περιστατικά που τους δυσκόλευαν και τους δημιουργούσαν συναισθήματα δυσφορίας, στενοχώριας ή απογοήτευσης. Επίσης, μέσα από τις ομάδες, επεδίωκαν να εκπαιδεύσουν τους γιατρούς στην ασθενοκεντρική (patient-centered) προσέγγιση της οποίας υπήρξαν πρώτοι εισηγητές (Balint E., 1969), θέτοντας στο επίκεντρο του ενδιαφέροντος τη σχέση μεταξύ γιατρού και ασθενή και τον τρόπο με τον οποίο αυτή μπορεί να συμβάλλει στο θεραπευτικό αποτέλεσμα.

Χαρακτηριστικό είναι ότι ο ίδιος ο Balint συνδυάζοντας την ιδιότητα του γιατρού με αυτή του ψυχαναλυτή, έβλεπε τον ασθενή ως ψυχοσωματική ολότητα και δεν αγνοούσε την ψυχολογική διάσταση των συμπτωμάτων και της ασθένειας. Εισήγαγε μάλιστα την ιδέα ότι «ο γιατρός είναι το φάρμακο», θέλοντας να τονίσει o ίδιος ο γιατρός και η προσωπικότητά του αποτελεί καθοριστικό παράγοντα στην πετυχημένη έκβαση της θεραπείας αλλά και στο αίσθημα ικανοποίησης του ασθενούς. Παρ’ όλο που ο Balint χρησιμοποίησε στη θεωρητική πλαισίωση της λειτουργίας των ομάδων, ψυχαναλυτικές έννοιες όπως η μεταβίβαση (ασυνείδητη προβολή συναισθημάτων που ο ασθενής έχει νιώσει για τους γονείς του κατά την παιδική ηλικία, στο πρόσωπο του γιατρού) και η αντιμεταβίβαση (η συναισθηματική απάντηση του γιατρού σ’ αυτή την προβολή του ασθενούς), τόνιζε ότι δεν είχε ως στόχο να μετατρέψει τους γιατρούς σε ψυχοθεραπευτές αλλά να τους εκπαιδεύσει στο να καταλαβαίνουν καλύτερα τόσο τους ασθενείς τους όσο και τις δικές τους αντιδράσεις.

Μετά την επιτυχία που γνώρισαν οι ομάδες Balint στη Μ. Βρετανία, διαδόθηκαν σε πολλές χώρες της Ευρώπης όπως η Γερμανία,  η Γαλλία, η Ιταλία, το Βέλγιο, η Ελβετία και η Σουηδία. Επίσης, στη Βρετανία ενσωματώθηκαν στην ιατρική εκπαίδευση αποτελώντας ένα πολύ χρήσιμο εργαλείο για τον φοιτητή Ιατρικής και τον ειδικευόμενο ψυχίατρο που κάνει τα πρώτα του βήματα στην κλινική πρακτική και χρειάζεται να σκεφτεί και να συζητήσει για τα περιστατικά του, προσεγγίζοντάς τα από μία πιο ανθρώπινη και ψυχολογική σκοπιά, μέσα σε ένα κλίμα ασφάλειας και αποδοχής που του παρέχει η ομάδα. Πέρα όμως από τους νέους γιατρούς, οι ομάδες αποδείχτηκαν πολύ χρήσιμες και για τους πιο έμπειρους, και όχι μόνο για τους γενικούς γιατρούς από τους οποίους εμπνεύστηκε ο Balint για να τις δημιουργήσει, αλλά και για τους γιατρούς κάθε ειδικότητας που ήταν ευαισθητοποιημένοι στη θεραπευτική σχέση, καθώς και για τους ψυχολόγους και τους νοσηλευτές, και έτσι εντάχθηκαν στα νοσοκομεία και στις δομές πρωτοβάθμιας περίθαλψης.

Το έργο των ομάδων Balint, η έρευνα και η θεωρητική προσέγγιση που το πλαισιώνει, εξακολουθεί να αναπτύσσεται σε πολλές χώρες της  Ευρώπης, στην Αμερική, την Αυστραλία και πιο πρόσφατα στη Ρωσία και την Κίνα. Η Ελλάδα είναι μία από τις λίγες ευρωπαϊκές χώρες στις οποίες οι ομάδες αυτές δεν είχαν ποτέ μία σταθερή και ουσιαστική παρουσία και μία πιθανή εξήγηση είναι ότι η απουσία του θεσμού του οικογενειακού γιατρού που ευνοεί την ανάπτυξη σταθερών και κοντινών σχέσεων μεταξύ γιατρού και ασθενούς, δεν διευκόλυνε την ευαισθητοποίηση των γιατρών σε μία πιο ασθενοκεντρική προσέγγιση που θα αναδείκνυε τη σημασία της θεραπευτικής σχέσης η οποία αποτελεί και το βασικό αντικείμενο των ομάδων.

Πώς λειτουργεί μία ομάδα Balint.

Κατά κανόνα οι ομάδες συναντώνται σε σταθερά χρονικά διαστήματα από μία φορά την εβδομάδα έως μία φορά τον μήνα και απαρτίζονται από έξι έως δέκα άτομα που μπορεί να είναι γιατροί, ψυχολόγοι ή νοσηλευτές και οι οποίοι δουλεύουν με ασθενείς. Εκτός από τα μέλη της ομάδας, υπάρχουν ένας ή δύο συντονιστές (Balint group leaders) που μπορεί να είναι γιατροί ή ψυχολόγοι και έχουν λάβει την απαραίτητη εκπαίδευση στα πλαίσια μιας εταιρείας-μέλους της Διεθνούς Ομοσπονδίας Balint (International Balint Federation), οι οποίοι είναι υπεύθυνοι για την τήρηση των κανόνων καλής λειτουργίας της ομάδας και τη διευκόλυνση της συζήτησης και της ανάλυσης του περιστατικού. Όταν πρόκειται για μία νεοσύστατη ομάδα ή όταν εντάσσεται ένα νέο μέλος σε μία υπάρχουσα ομάδα, παίρνουμε λίγο χρόνο στην αρχή της συνάντησης για να εξηγήσουμε στα νέα μέλη τους κανόνες και το πνεύμα που διέπει τη λειτουργία της ομάδας και να συστηθούμε.

Στη συνέχεια ο συντονιστής ρωτά «Ποιος έχει έναν ασθενή για τον οποίο θα ήθελε να μιλήσει» και τον λόγο παίρνει όποιο μέλος θέλει να παρουσιάσει τον ασθενή του και κυρίως αυτό που τον δυσκολεύει στη σχέση μαζί του. Τα υπόλοιπα μέλη ακούν χωρίς να διακόπτουν και μετά την παρουσίαση δίνονται λίγα λεπτά στην ομάδα για διευκρινιστικές ερωτήσεις. Μετά τις ερωτήσεις, ο συντονιστής ζητά από τον γιατρό που παρουσίασε να «τραβήξει»  λίγο το κάθισμά του έξω από τον κύκλο και καλεί την ομάδα να σκεφτεί πάνω στο περιστατικό. Αυτό το «τράβηγμα» του καθίσματος έχει το συμβολικό νόημα ότι ο γιατρός πλέον δεν συμμετέχει στην συζήτηση αλλά μόνο ακούει τους συναδέλφους του να δουλεύουν πάνω στο περιστατικό του, κάνοντας υποθέσεις για το τι μπορεί να συμβαίνει στη σχέση με τον ασθενή, πως νιώθει ο ένας ή ο άλλος, τι συναισθήματα τους δημιουργήθηκαν από την αφήγηση κλπ. Λίγο πριν το τέλος της συζήτησης ο γιατρός που παρουσίασε καλείται να ξαναμπεί στην ομάδα για να μοιραστεί τις σκέψεις και τα συναισθήματα που του δημιουργήθηκαν ακούγοντας την ομάδα να συζητά το περιστατικό του και να απαντήσει σε τυχόν ζητήματα που έθιξαν οι άλλοι. Ανάλογα με το αν παρουσιάζονται ένα ή δύο περιστατικά στη συνάντηση που έχει πάντοτε διάρκεια μιάμιση ώρα, ο συντονιστής είτε θα σημάνει το τέλος της συνάντησης είτε θα καλέσει την ομάδα να προχωρήσει στο δεύτερο περιστατικό για να παρουσιάσει κάποιος άλλος.

Αξίζει να τονίσουμε ότι οι ομάδες διέπονται από ένα πνεύμα αλληλοσεβασμού και ισότητας και λειτουργούν σε πλαίσιο ιατρικού απορρήτου. Οι συμμετέχοντες προσπαθούν να ακούν με ενσυναίσθηση (empathy) αυτόν που παρουσιάζει, με στόχο να καταλάβουν  τι μπορεί να συμβαίνει μέσα στη θεραπευτική σχέση που προκαλεί δυσκολία στον γιατρό, και στη συνέχεια με τη συμμετοχή τους στη συζήτηση να βοηθήσουν και τον ίδιο να καταλάβει καλύτερα την κατάσταση και τα προβλήματα που υπάρχουν. Τα συναισθήματα του γιατρού συνήθως μεταφέρονται στην ομάδα και κατά κάποιο τρόπο αναβιώνονται τόσο μέσα από το ύφος και το περιεχόμενο της αφήγησης όσο και από τον αντίκτυπο που έχει η αφήγηση στα υπόλοιπα μέλη. Συχνά στην αφήγησή του ο γιατρός υιοθετεί χωρίς να το καταλαβαίνει και μεταφέρει στην ομάδα χαρακτηριστικά του ασθενή του κάνοντας την ομάδα να αισθάνεται όπως ο ίδιος αισθάνεται εξαιτίας του ασθενή του σε μία παράλληλη διαδικασία (parallel process) που αναδεικνύει με έναν τρόπο βιωματικό τις δυσκολίες της σχέσης γιατρού-ασθενή.

Συνηθισμένες περιπτώσεις ασθενών που ακούμε σε παρουσιάσεις ομάδων στην Αγγλία αφορούν ασθενείς με χρόνια ιατρικώς ανεξήγητα ή ψυχοσωματικά συμπτώματα, ασθενείς οι οποίοι ζητούν μονίμως εξετάσεις χωρίς πραγματικό λόγο, άλλοι που παρουσιάζουν προβλήματα συμπεριφοράς και είναι αγενείς ή ειρωνικοί με τον γιατρό, ασθενείς που κάνουν τον γιατρό να αισθάνεται μπερδεμένος,  κάποιοι που έχουν οικογενειακές συγκρούσεις λόγω προβλημάτων με τα παιδιά ή τον σύζυγό τους ή που προέρχονται από άλλη κουλτούρα-χώρα και άρα υπάρχουν προβλήματα κατανόησης, καθώς και ασθενείς που είναι καταθλιπτικοί, διατρέχουν κίνδυνο αυτοκτονίας ή πάσχουν από μία καταληκτική ασθένεια. Καθώς όμως οι ομάδες δεν εστιάζουν στην πάθηση του ασθενούς και τον σχεδιασμό της θεραπείας τους, κάθε ασθενής μπορεί να αποτελέσει αντικείμενο παρουσίασης σε μία τέτοια ομάδα από τη στιγμή που δημιουργεί προβληματισμό ή δυσκολία στον γιατρό του.

Στο ερώτημα σχετικά με το τι μπορεί να προσφέρει μία ομάδα Balint στον γιατρό, οι απαντήσεις είναι πολλαπλές και ιδιαίτερα ενδιαφέρουσες. Αρχικά, του παρέχει τη δυνατότητα να σκεφτεί πάνω στη δουλειά του και να διευρύνει τη σκέψη του αναφορικά με τη διαχείριση ενός περιστατικού και τον τρόπο αντιμετώπισης των δυσκολιών που προκύπτουν. Επίσης, στην ομάδα ο γιατρός βρίσκει ένα πεδίο εκτόνωσης του άγχους και της ματαίωσης που συχνά προκαλούνται από τη δουλειά του και παράλληλα μπορεί να βοηθηθεί στο να ξαναβρεί το ενδιαφέρον του για ασθενείς που τον κουράζουν ή τον δυσκολεύουν. Ίσως όμως το πλέον σημαντικό είναι ότι η ομάδα προσφέρει ένα υποστηρικτικό πλαίσιο για τον γιατρό ο οποίος συνήθως αντιμετωπίζει τα προβλήματά του μόνος του και τον βοηθά στη βελτίωση της επικοινωνίας  του τόσο με τους ασθενείς του όσο και με τους συναδέλφους του. Τέλος, αξίζει να σημειωθεί ότι σύμφωνα με έρευνες (Kjeldmand D., Holmström I., 2008), οι ομάδες Balint συμβάλλουν στην αύξηση της εργασιακής ικανοποίησης, στην αποφυγή του burn-out, αλλά και στη βελτίωση της εντύπωσης που έχει ο ασθενής για την φροντίδα που λαμβάνει από τον γιατρό του.
 

 
Βιβλιογραφία:

Balint, E. (1969) The possibilities of patient-centered medicine. J R Coll Gen Pract. 1969 May; 17(82): 269–276

Balint M. (1957) The doctor, his patient and the illness. London: Tavistock Publications

Kjeldmand D., Holmström I. (2008) Balint Groups as a Means to Increase Job Satisfaction and Prevent Burnout Among General Practitioners. Ann Fam Med 2008 6:138-145

Stalinsky, J. (2003) Balint groups and the Balint method. In Burton J and Launer J (eds) (2003) Supervision and Support in Primary Care. Radcliffe Medical Press, Oxford. Retrieved from Δεν είναι ορατοί οι σύνδεσμοι (links). Εγγραφή ή Είσοδος

Μπεζιούλα, Κ. (2013) Η ιστορία των ομάδων Balint. Retrieved from Δεν είναι ορατοί οι σύνδεσμοι (links). Εγγραφή ή Είσοδος

Διαβάστε περισσότερα: Δεν είναι ορατοί οι σύνδεσμοι (links). Εγγραφή ή Είσοδος

Πλοήγηση

[0] Λίστα μηνυμάτων

[#] Επόμενη σελίδα

Μετάβαση στην πλήρη έκδοση