Το δυναμικό της χώρας είναι τριπλάσιο από τις ανάγκες του Συστήματος ΥγείαςΤρόπους για να τεθεί φραγμός στην ανεξέλεγκτη «παραγωγή» νέων γιατρών μελετά το Κεντρικό Συμβούλιο Υγείας (ΚΕΣΥ). Ο νέος πρόεδρος του ΚΕΣΥ, Ανδρέας Σερέτης, διευθυντής Νευροχειρουργικής στο «Γ. Γεννηματάς», σε συνέντευξή του στην «Κ», επισημαίνει ότι το ιατρικό δυναμικό της χώρας είναι τριπλάσιο από τις πραγματικές ανάγκες του Συστήματος Υγείας, γεγονός που αποτελεί τροχοπέδη στην εκπαίδευση των νέων γιατρών, με ορατές συνέπειες στην υγεία των ασθενών.
«Εχω νοσηλεύσει αρρώστους που δεν θα έπρεπε ούτε η ζωή τους να κινδυνεύει ούτε να είναι μόνιμα ανάπηροι, οι οποίοι δεν είχαν την αναγκαία αντιμετώπιση, λόγω έλλειψης γνώσης, εμπειρίας και αναγκαίας υποδομής», λέει και προσθέτει ότι οι στρεβλώσεις του συστήματος ευθύνονται για τα φαινόμενα παραπομπής και «διαπόμπευσης» των γιατρών.
– Κύριε Σερέτη, μετείχατε στην επιτροπή που συνέταξε τον ιδρυτικό νόμο του ΕΣΥ. Είστε ικανοποιημένος από την πορεία των πραγμάτων;
– Σήμερα, τα προβλήματα στον χώρο της Υγείας είναι μεγαλύτερα από αυτά της δεκαετίας του ’80. Το μείζον πρόβλημα είναι ότι έχουμε 70.000 γιατρούς, που αρκούν για να λειτουργήσει το Εθνικό Σύστημα Υγείας μιας χώρας 30 εκατομμυρίων κατοίκων. Εχουμε ένα «σύστημα» πρωτότυπο διεθνώς, που εξαντλείται στα νοσοκομεία και υπηρετείται από γιατρούς με τελείως διαφορετικές εργασιακές σχέσεις (νοσοκομειακοί, πανεπιστημιακοί, στρατιωτικοί γιατροί, γιατροί ασφαλιστικών ταμείων και ιδιώτες). Διότι, όταν μιλάμε για Σύστημα Υγείας, δεν περιλαμβάνουμε μόνο τους νοσοκομειακούς γιατρούς... Υπάρχει, μάλιστα, μια «υπερκατηγορία» γιατρών που έχουν κρατήσει την πανεπιστημιακή ιδιότητα (είναι εκπαιδευτές στο νοσοκομείο - πανεπιστήμιο) και ασκούν την ιατρική σε ιδιωτικά θεραπευτήρια...
Αυτές οι διαφοροποιήσεις προκαλούν συγκρούσεις. Νομοτελειακά συγκρούονται «πελατειακά» συμφέροντα και όχι επιστημονικά...
Ο πληθωρισμός των γιατρών μαζί με την ύπαρξη πολλών μικρών νοσοκομείων είναι τα μεγάλα προβλήματα. Διότι παράγει πλασματικό ιατρικό έργο, μη αναγκαίες εξετάσεις και ιατρικές πράξεις. Ενα τεράστιο πεδίο έχει αφεθεί στον ιδιωτικό τομέα κι έτσι πολλαπλασιάζεται το κόστος και για τους πολίτες και για τα ασφαλιστικά ταμεία.
– Εμποδίζεται έτσι η ορθολογική ανάπτυξη του ΕΣΥ;
– Είναι βέβαιο ότι είμαστε εκτός ορθολογικής ανάπτυξης. Επίσης, η κατάσταση αυτή συμβάλλει στην πλημμελή εκπαίδευση και εμπειρία των γιατρών. Η Μεγάλη Βρετανία, με πληθυσμό 60 εκατ. έχει 240 νευροχειρουργούς σε 36 νευροχειρουργικά κέντρα. Εμείς έχουμε περισσότερους από 300 σε 32 κέντρα.
Μάλιστα, 4.500 από τις περίπου 7.000 επεμβάσεις που πραγματοποιούνται κάθε χρόνο στην Ελλάδα γίνονται σε πέντε νευροχειρουργικές κλινικές. Στις υπόλοιπες, γιατροί μπορεί να χειρουργούν μία φορά τον μήνα. Οι ειδικευόμενοι υποειδικεύονται. Οι αριθμοί μαρτυρούν την πλημμελή τους εκπαίδευση και εμπειρία.
– Υπάρχει κίνδυνος για τους ασθενείς;
– Το «σύστημα» παράγει συνεχώς γιατρούς που θα ασχοληθούν με παράπλευρες δραστηριότητες, γεγονός που έχει επιπτώσεις στην υγεία και (ας το ερμηνεύσει ο καθένας όπως θέλει) σε επίπεδο αρρώστου. Εχω νοσηλεύσει ασθενείς που δεν θα έπρεπε ούτε η ζωή τους να κινδυνεύει ούτε να είναι μόνιμα ανάπηροι, οι οποίοι δεν είχαν την αναγκαία αντιμετώπιση λόγω έλλειψης γνώσης, εμπειρίας και αναγκαίας υποδομής. Οι στρεβλώσεις του «συστήματος» λόγω πληθωρισμού των γιατρών, έλλειψης προσωπικού - διαγνωστικής επάρκειας, υπολειτουργίας του στις περισσότερες περιφέρειες και απουσίας πρωτοβάθμιας περίθαλψης είναι υπεύθυνες για την έξαρση των φαινομένων διαπόμπευσης και παραπομπής των γιατρών. Σύμφωνα με πρόσφατη έρευνα του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου, η συμπεριφορά των γιατρών, που μερικές φορές είναι προκλητική, έχει σχέση με τον εργασιακό τους χώρο. Δεν υπάρχει οργάνωση. Λόγω έλλειψης προσωπικού, διαγνωστικής υποδομής και διοικητικής υποστήριξης, ο γιατρός υποχρεώνεται να ασχολείται με αλλότρια καθήκοντα.
Επίσης, είναι αναγκασμένος να λειτουργεί εκτός συστήματος παροχής υπηρεσιών.
– Ανεξέλεγκτα;
– Και ο ίδιος και τα ιδιωτικά θεραπευτήρια και τα δημόσια νοσοκομεία. Οταν η Καρδιοχειρουργική Κλινική του Ευαγγελισμού, χωρίς την αναγκαία στήριξη σε κλίνες και ΜΕΘ, κάνει 550 επεμβάσεις ετησίως, ενώ άλλα νοσοκομεία που έχουν τις προϋποθέσεις κάνουν τις μισές, πρέπει να παρέμβεις. Να δώσεις μεγαλύτερες δυνατότητες στο Καρδιοχειρουργικό του «Ευαγγελισμού» και να εξετάσεις γιατί οι άλλες δεν παράγουν έργο.
– Στο σημείο αυτό, δεν υπάρχουν τεράστια συμφέροντα του ιδιωτικού τομέα;
– Από το 1986 και μετά, το «παιχνίδι» παιζόταν με παρεμβάσεις αυτών των συμφερόντων, που είναι πολλά στον χώρο της Υγείας. Ολόκληροι τομείς της υγείας έχουν μεταφερθεί στα ιδιωτικά θεραπευτήρια. Από τις 10.000 καρδιοχειρουργικές επεμβάσεις, μόνο 2.130 γίνονται στα δημόσια νοσοκομεία και 1.700 στο Ωνάσειο. Οι υπόλοιπες έχουν «παραχωρηθεί» στον ιδιωτικό τομέα.
– Δεν είναι προτιμότερο από τα καραβάνια ασθενών που κατευθύνονταν στην Αγγλία;
– Ο ιδιωτικός τομέας κοστίζει περισσότερο. Κάθε καρδιοχειρουργική επέμβαση κοστίζει 9.000 ευρώ, ενώ στα δημόσια 5.000 ευρώ. Εάν υπήρχε αυτάρκεια, θα εξοικονομούνταν 32 εκατ. ευρώ τον χρόνο. Λόγω των ελλείψεων, τα νοσοκομεία είναι εξαρτημένα από τα ιδιωτικά διαγνωστικά κέντρα και θεραπευτήρια. Η τακτική να μην εγκρίνονται εξετάσεις στον ιδιωτικό τομέα δεν έχει αποτέλεσμα. Φτάσαμε στο σημείο να λέμε στον κόσμο «δεν θα κάνεις μαγνητική εάν προηγουμένως δεν κάνεις αξονική. Οπωσδήποτε, δηλαδή, να υποστεί την ακτινοβολία... Είναι παράλογο. Ετσι είναι όλο το σύστημά μας.
– Επεξεργάζεστε εισηγήσεις;
– Εστειλα επιστολή στις επιστημονικές εταιρείες και στις ιατρικές σχολές να έχουμε μια άμεση συνεργασία, να προσπαθήσουμε να βάλουμε μια τάξη και να εισηγηθούμε στο υπουργείο λύσεις, που δεν είναι εύκολες αυτή την εποχή. Ξεκινάμε από τον πληθωρισμό των γιατρών. Κάποια στιγμή πρέπει να ληφθεί μια απόφαση.
Υπερσυγκέντρωση στα αστικά κέντρα
Από τους περίπου 70.000 γιατρούς πάνω από το 10% είναι άνεργοι και το 15% είναι υποαπασχολούμενοι ή ετεροαπασχολούμενοι. Το 70% βρίσκεται στα μεγάλα αστικά κέντρα και εξυπηρετεί το 45% του πληθυσμού. Στην Αθήνα και τη Θεσσαλονίκη εργάζονται το 80% των αναισθησιολόγων, το 70% των καρδιολόγων, των μικροβιολόγων και των ορθοπεδικών, το 75% των γυναικολόγων και το 88% των ψυχιάτρων.
Στον ιδιωτικό τομέα για εξετάσεις
Τα μηχανήματα για διαγνωστικές εξετάσεις στον δημόσιο τομέα δεν επαρκούν και συνήθως είναι διαθέσιμα μόνο στο πρωινό ωράριο.
Ο ιδιωτικός τομέας διαθέτει: το 75% των μαγνητικών τομογράφων, το 76% των αξονικών τομογράφων, το 84% των μαστογράφων, το 97% των οστεοπυκνομέτρων.
Δεν είναι ορατοί οι σύνδεσμοι (links).
Εγγραφή ή
Είσοδος