Αν πριν ΕΣΥ – ΣΥΝΔΙΚΑΛΙΣΤΙΚΕΣ ΠΡΑΚΤΙΚΕΣ ΚΑΙ ΜΕΡΙΚΕΣ ΣΚΕΨΕΙΣ ΓΙΑ ΤΟ ΜΕΛΛΟΝ
από ένα χρόνο , με νωπή ακόμα τη γεύση της «νίκης του κινήματος των νοσοκομειακών γιατρών» (τα εισαγωγικά δεν είναι τυχαία), οποιοσδήποτε προέβλεπε την κατάσταση που σήμερα – μαζί με όλη την ελληνική κοινωνία- βιώνουμε, θα τον περνούσαμε αναμφίβολα για τρελό! Με δεδομένο ότι τελικά από την αυταπάτη της «νίκης» το μόνο που έμεινε ήταν η αύξηση των βασικών μισθών η οποία έμελλε να κρατήσει για έναν μόλις χρόνο, οφείλουμε να προβληματιστούμε , αλλά κυρίως να προβλέψουμε και να προλάβουμε όσα - αδιανόητα πριν ένα χρόνο- δεν έχουμε ακόμα δει.
Το χαρακτηριστικότερο γνώρισμα της περιόδου που διανύουμε , πέρα από την ίδια την υλική φύση των κυβερνητικών επιλογών, είναι ότι δεν υπάρχει κανένα σταθερό σημείο αναφοράς, κανένα κεκτημένο το οποίο να μη βρίσκεται υπό καθολική αμφισβήτηση. Την προηγούμενη φορά που οι νος\κοί γιατροί βρεθήκαμε σε επίσχεση διεκδικώντας δεδουλευμένα, όλοι ξέραμε ότι αργά ή γρήγορα –με μικρές πιθανώς μειώσεις- θα πληρωθούμε. Σήμερα με τα δεδουλευμένα του Νοεμβρίου να έχουν ήδη χαθεί για πολλούς κανείς δεν είναι βέβαιος για τίποτα. Με τον 13ο και 14ο μισθό να έχουν κάνει φτερά και τις αυξήσεις στις αποδοχές να αποτελούν θλιβερή ανάμνηση της «νίκης» ενός υποτιθέμενου κινήματος , κανείς δε μπορεί να είναι σίγουρος για τίποτα. Με την κλαδική σύμβαση να έχει αποδειχτεί μνημόνιο κοροϊδίας, μπορούμε να είμαστε βέβαιοι για το γεγονός ότι ο λόγος για τον οποίο δεν έχουμε πιάσει πάτο, είναι γιατί δεν υπάρχει πάτος!
ΤΟ ΚΙΝΗΜΑ?
Θα περίμενε κανείς ότι μπροστά στο οδοστρωτήρα των επιλογών της πολιτικής και οικονομικής ελίτ, σε μια χρονική στιγμή που συνιστά ιστορική τομή στην κοινωνική ζωή της χώρας, οι γιατροί αλλά και όλοι οι εργαζόμενοι στο ΕΣΥ , θα αντέτασσαν ένα στιβαρό , χειραφετημένο λόγο, με συνείδηση του κοινωνικού τους ρόλου, υπερασπιζόμενοι τα τελευταία εναπομείναντα ψήγματα «δημόσιου» και «κοινωνικού» χαρακτήρα του ΕΣΥ. Αντί για αυτό, αρκούμαστε να παρακολουθούμε άβουλοι και δειλοί -δυστυχώς και μοιραίοι- τις εξελίξεις. Η συζήτηση στα νοσοκομεία και στις συνελεύσεις αναλώνεται στις φήμες από το λογιστήριο, το διοικητή, τον πάρεδρο και τον τελευταίο κλητήρα των υπουργείων. Η επίσχεση εργασίας, αντί να αποτελεί μέρος μιας εξωστρεφούς ως προς την κοινωνία δράσης και μέσο ανάδειξης των χρόνιων προβλημάτων αλλά και όσων προστίθενται καθημερινά, αντί να δημιουργεί πολιτική πίεση στην κυβέρνηση, καταλήγει να αποτελεί έναν ακόμα φραγμό στην πρόσβαση στα νοσοκομεία. Μάλιστα, με βαθύτατα ταξικά χαρακτηριστικά, αφού όσοι έχουν «γνωστό», μέσο, χρήμα ή γνωρίζουν πώς να κινηθούν στο δαίδαλο της νοσοκομειακής γραφειοκρατίας, τελικά «κάνουν τη δουλειά τους». Η αίσθησή μου είναι ότι οι επισχέσεις έχουν βαλτώσει για τα καλά!
Ακόμα χειρότερα είναι τα πράγματα όσον αφορά τη διεκδίκηση του 48-58 ωρου. Στην πραγματικότητα ποτέ δεν υπήρξε διεκδίκηση. Υπήρξε και συνεχίζει να υπάρχει μόνο η επίκλησή του και η χρήση του ως μέσου εκβιασμού για τη διεκδίκηση άλλων αιτημάτων, όπως αυτά εκφράστηκαν στην κλαδική συμφωνία-παρωδία. Σε αντίθεση με τη ρητορεία περί «μεγαλειωδών νικών του νοσοκομειακού κινήματος» , ο μόνος όρος που θα επέτρεπε να θεωρηθεί η κλαδική σύμβαση νίκη, θα ήταν η πραγματοποίηση των προσλήψεων γιατρών που προέβλεπε η σύμβαση. Αυτό το οποίο χαρακτηρίστηκε ως «νίκη» , ήταν η εκποίηση του 48-58ώρου, έναντι αυξήσεων στο μισθό και την πραγμάτωση των «διευθυντικών ονείρων» κάποιων. Οι αυξήσεις έμελλε να κρατήσουν για μόλις ένα χρόνο, ενώ η βαρβαρότητα των ατελείωτων εφημεριών δεν άλλαξε ποτέ! Βέβαια, εξετάζοντας τα γεγονότα από μια άλλη οπτική γωνία, οτιδήποτε θα μπορούσε να αποτελεί νίκη για ένα σώμα γιατρών που βυθισμένοι στο μικρόκοσμο της ατομικότητας και των μικρών ή μεγάλων συμφερόντων τους, έχουν από καιρό απολέσει τη συνείδηση του κοινωνικού τους ρόλου.
Για να χαρακτηριστεί κάτι ως κίνημα προϋπόθεση είναι η ύπαρξη συζήτησης στο εσωτερικό του υποκειμένου που κινητοποιείτε , εξωστρεφής ως προς την κοινωνία δράση και κυρίως η σύνθεση μιας διακριτής κοινωνικής πρακτικής, που να υπερασπίζεται –όχι μόνο στο επίπεδο του διακηρυκτικού λόγου- το «δημόσιο και κοινωνικό» χαρακτήρα του ΕΣΥ. Η υπεράσπιση όμως, είναι πολύ εύκολη στα λόγια, αλλά τρομακτικά δύσκολη εκεί που απαιτείτε κατάθεση ψυχής, κόντρα σε ένα περιβάλλον που γίνεται ολοένα και πιο ασφυκτικό. Δυστυχώς η πλήρης αδυναμία μας να συμβαδίσουμε με τον κόσμο της εργασίας που βρέθηκε στους δρόμους και δειλά δειλά συγκροτεί μια ελπιδοφόρα προοπτική , αλλά και επαναφέρει τη συζήτηση για την κοινωνία στην κοινωνία, αποδεικνύει με τον πιο εμφατικό τρόπο ότι η κινητοποίηση του2008 δεν άφησε κανένα ίχνος, δεν τροποποίησε στο ελάχιστο τη συνείδηση των νοσοκομειακών γιατρών. Οι συνδικαλιστικές και εκλογικές επιτυχίες της «αριστεράς» και η αλλαγή στην ηγεσία της ΟΕΝΓΕ-παρότι θετικές- δε θα έχουν αντίκρισμα παρά μόνο αν συνοδεύονται από μια επιστροφή του διακηρυκτικού λόγου στο ίδιο το σώμα των γιατρών, τη συγκρότηση πλούσιας δημόσιας συζήτησης για τον κοινωνικό μας ρόλο και τους τρόπους με τους οποίους θα τον υπερασπιστούμε. Είναι ανάγκη μάλιστα πολιτικές δυνάμεις και άνθρωποι που γέννημα θρέμμα των κινητοποιήσεων της προηγούμενης δεκαετίας σιγά σιγά γραφειοκρατικοποιήθηκαν , να επιστέψουν στην κοινωνική βάση. Ο διακηρυκτικός λόγος όσο μαχητικός και να φαντάζει, είναι κενός περιεχομένου στο βαθμό που δεν ταυτίζεται με την πραγματικότητα και αποτελεί απλώς το ιδεολογικό προκάλυμμα ενός χρεοκοπημένου κοινωνικού σώματος.
ΣΚΕΨΕΙΣ ΓΙΑ ΑΜΕΣΟ ΜΕΛΛΟΝ
Αυτό το οποίο αποδεικνύεται με το χειρότερο δυνατό τρόπο αυτό το διάστημα, είναι ότι όλες οι προτάσεις –ακόμα και οι πιο ακραίες- των συντηρητικών κύκλων που έχουν ακουστεί κατά καιρούς, είναι σήμερα εφαρμόσιμες. Οτιδήποτε φάνταζε αδιανόητο πριν 6 μήνες είναι σήμερα απολύτως πιθανό. Θεωρώ δεδομένη την αλλαγή στον τρόπο εφημέρευσης και την εισαγωγή επιδόματος εφημέρευσης. Αν θα συνοδεύεται και από κυκλικό ωράριο θα εξαρτηθεί από τους τεχνικούς όρους υλοποίησης. Δυστυχώς οι παλινωδίες του «νοσοκομειακού κινήματος»,αλλά και η αδυναμία μας να αφήσουμε πίσω μας τη βαθιά ριζωμένη λογική της «πλασματικότητας», συντείνουν στο ότι δε θα μπορέσουμε να υπερασπιστούμε τον υπάρχοντα τρόπο εφημέρευσης. Τον ένα μήνα ζητάμε «ασφαλή προγράμματα» εφημεριών (που φυσικά θα πραγματοποιήσει το υπάρχων προσωπικό και όχι αυτοί που ποτέ δεν θα προσληφθούν) και τον άλλο μήνα απειλούμε με προγράμματα 48-58 ωρών. Καταθέτουμε ενίοτε προγράμματα 48-58 ωρών και όταν λήξουν στα μέσα του μήνα εκλιπαρούμε να «ενταλθούμε»! Το κόλπο που έπιασε μια φορά δε θα πιάνει πάντα. Αν όντως θεωρούμε ότι η εφαρμογή του 48-58ώρου είναι δίκαιο αίτημα, αν όντως θεωρούμε ότι οι προσλήψεις που προέβλεπε η κλαδική σύμβαση αποτελούν όρο επιβίωσης του ΕΣΥ, κάποια στιγμή θα πρέπει να σταματήσουμε να απειλούμε με 48-58ωρο , αλλά να το κάνουμε! Δυστυχώς ,όμως, το ποσοστό των νοσοκομειακών γιατρών που μπορούν να αναλάβουν το κόστος –οικονομικό και ηθικό-μιας τέτοιας απόφασης, είναι τραγικά μικρό. Η πλειοψηφία των γιατρών ΕΣΥ στην πραγματικότητα ποτέ δεν ενστερνίστηκε το δίκαιο αίτημα για 48-58 ώρες εργασίας παρά μόνο όταν συγκυριακά είχε αξία χρήσης ως μέσο εκβιασμού. Πολύ φοβάμαι ότι η εισαγωγή επιδόματος εφημέρευσης θα έχει τραγικές συνέπειες στις έτσι κι αλλιώς σακατεμένες σχέσεις ανάμεσά μας. Θα οδηγήσει σε εμφύλιο πόλεμο τη στιγμή που τα «ασφαλή προγράμματα» θα καταλήξουν σύντομο ανέκδοτο.
Η δεύτερη σημαντική τομή που θεωρώ εξαιρετικά πιθανή, είναι η εισαγωγή των ειδικευόμενων σε καθεστώς μαθητείας, με παράλληλο άνοιγμα πολλών νέων θέσεων ειδικότητας. Η ζήτηση υπηρεσιών υγείας αναμένεται να αυξηθεί θεαματικά τη στιγμή που προσλήψεις ειδικών δε θα γίνουν. Νέοι γιατροί που θα δεχθούν να κάνουν άμισθη ειδικότητα αντί να περιμένουν ως και δέκα χρόνια στις λίστες αναμονής , υπάρχουν πολλοί. Μπορεί να ακούγεται και να είναι αδιανόητο, αλλά τα αδιανόητα έχουν ήδη συμβεί. Το θεσμικό πλαίσιο για την εισαγωγή ανέργων σε καθεστώς μαθητείας είναι ήδη έτοιμο. Η επέκτασή του σε αυτή την περίοδο σαρωτικών αλλαγών , όπου το κοινωνικό κίνημα έχει χάσει την την πρώτη μεγάλη μάχη, φαντάζει εύκολη από τη μεριά της εξουσίας, αλλά και απολύτως λογική.
Η ανάκτηση της αξιοπιστίας μας απέναντι στην κοινωνία είναι κεφαλαιώδους σημασίας για την ανάπτυξη οποιουδήποτε κινήματος αντίστασης. Η σύγκρουση με παρασιτικές και στην ουσία αντικοινωνικές λογικές που είναι εξίσου υπεύθυνες και συνένοχες στην ηθική και υλική απαξίωση του ΕΣΥ, είναι όσο ποτέ απαραίτητη. Οι επιλογές της εξουσίας δε μπορεί να αποτελούν το μόνιμο άλλοθι για την απομάκρυνση μας από τις ανάγκες της κοινωνίας, για την παντελή έλλειψη επιστημονικής χειραφέτησης και την εκχώρηση της επιστήμης στις φαρμακευτικές και τις εταιρίες βιοιατρικής τεχνολογίας. Ακριβώς σε αυτή την κρίσιμη-ιστορική στιγμή, οφείλουμε να μην παρασυρθούμε σε ένα κλίμα μιζέριας, πολύ περισσότερο να μην αναζητήσουμε την υπέρβαση της κρίσης με ιδιοτελείς πρακτικές. Ακριβώς τη στιγμή που τράπεζες και κεφαλαιοκράτες με τις ευλογίες της πολιτικής ελίτ ξεζουμίζουν την κοινωνία και ωθούν τον κόσμο της εργασίας σε καταστάσεις δουλοπαροικίας, μπορούν να αναπτυχθούν αυτές οι πρακτικές που όχι μόνο να αποτελούν εστίες αντίστασης και σύγκρουσης, αλλά θα διαμορφώνουν και τους όρους για τη συγκρότηση ενός υπαρκτού κοινωνικού παραδείγματος, βασισμένου στην αλληλεγγύη και το σεβασμό των ανθρώπινων αναγκών. Οι εργαζόμενοι στο ΕΣΥ μπορούμε και οφείλουμε λόγω θέσης, να αποτελέσουμε τμήμα της υπέρβασης της κρίσης προς όφελος και σε αλληλεγγύη με τον κόσμο της εργασίας. Η ίδια η πραγμάτωση του κοινωνικού μας ρόλου μπορεί να είναι απόλυτα συγκρουσιακή και ανατρεπτική, να αναδείξει νέους δρόμους για τη συγκρότηση της κοινωνικής ζωής. Η ελπίδα είναι ότι σε περιόδους όπου ο ιστορικός χρόνος συμπυκνώνεται, οι διαδικασίες ανατροπής των συνειδήσεων (όχι μόνο θετικά!) επιταχύνονται. Μένει να αποδειχθεί αν η υπέρβαση της κρίσης θα έχει την κοινωνία και τον κόσμο της εργασίας σε ρόλο άβουλου θεατή ή σε ρόλο απόλυτου πρωταγωνιστή!