Άλλες κατηγορίες μηνυμάτων > Πολιτική και Κοινωνικά Θέματα
Δεν τελειώσαμε με το ασφαλιστικό.
Argirios Argiriou:
06/02/2020
Τάσος Τέλλογλου:
«Κανένας συνταξιούχος δεν παίρνει τα λεφτά, τα οποία έχει βάλει στο ταμείο για να πάρει σύνταξη. Παίρνουν όλοι παραπάνω με βάση τα νούμερα. Όλοι λένε έχασα τα λεφτά που έβαλα. Μα, τα λεφτά που έβαλες δεν φτάνουν για τη σύνταξη που παίρνεις».
«Όλοι;» ρώτησε ο Γρηγόρης Αρναούτογλου. « Όλοι. Κανένα Ταμείο δεν έχει σοβαρή αναλογιστική μελέτη. Και δεν είναι μόνο οι συνταξιούχοι. Κανένας εργοδότης δεν πλήρωνε τις κρατήσεις που έπρεπε» απάντησε ο δημοσιογράφος.
Δεν είναι ορατοί οι σύνδεσμοι (links).
Εγγραφή ή Είσοδος
Argirios Argiriou:
31/07/2020
Δεν είναι ορατοί οι σύνδεσμοι (links).
Εγγραφή ή Είσοδος
Argirios Argiriou:
24/09/2020
Του Τάσου Γιανίτση.
Προϋποθέσεις για ένα αξιόπιστο ασφαλιστικό σύστημα.
Σημεία της παρέμβασης στο Συνέδριο του Κύκλου Ιδεών Η Ελλάδα μετά IV: Μετά ( ; ) την Πανδημία
Θα αναφερθώ στο θέμα με τέσσερις επισημάνσεις:
1.Το ερώτημα που λογικά προηγείται πριν τοποθετηθεί κανείς στο θέμα μας είναι τι το μη αξιόπιστο έχει το σημερινό ασφαλιστικό σύστημα, το οποίο θα χρειαζόταν να αλλάξει. Κι εδώ έχουμε το πρώτο μεγάλο μας πρόβλημα: όποια απάντηση και αν δώσουμε, δεν μπορούμε να ξεπεράσουμε την άβυσσο που διαχρονικά και διακομματικά χωρίζει ένα αξιόπιστο ασφαλιστικό –όπως και αν το ορίσουμε- από ένα ασφαλιστικό που να είναι πολιτικά αποδεκτό.
2. Όλοι γνωρίζουμε, ότι σήμερα ένα σημαντικό θέμα για το ασφαλιστικό είναι το πώς το σημερινό διανεμητικό σύστημα θα συμπληρωθεί με μια κεφαλαιοποιητική διάσταση σε ότι αφορά τις επικουρικές συντάξεις. Γνωρίζουμε επίσης ότι ο κ. Τσακλόγλου έχει επιφορτιστεί με το εγχείρημα αυτό. Πιστεύω, ότι υποκειμενικά έχει όλες τις προϋποθέσεις να πετύχει ένα ζητούμενο που πάει κόντρα στο ρεύμα και του εύχομαι καλή επιτυχία. Όταν οι μεγάλες λύσεις δεν υπάρχουν πια, ακόμα και επιμέρους διορθωτικές παρεμβάσεις έχουν τη σημασία τους. Και η προσθήκη της κεφαλαιοποίησης, για λόγους που σχετίζονται με τη γενικότερη αναξιοπιστία στο ασφαλιστικό, μπορεί να αποτελεί μια σημαντική συμπλήρωση.
3. Το ασφαλιστικό στην Ελλάδα έχει τρία χαρακτηριστικά, που βρίσκονται σε ευθεία αντίθεση με την έννοια της αξιοπιστίας: πρώτον, ότι ενώ με συνεχείς παρεμβάσεις στα χρόνια 2010-2019 σημειώθηκαν σημαντικές περικοπές στις συντάξεις σε ατομικό επίπεδο, τελικά, σημειώθηκε μια ισχυρότατη γιγάντωση των συνολικών συνταξιοδοτικών δαπανών, με τεράστιες επιπτώσεις στην ανάπτυξη. Δεύτερον, ότι μεταξύ 2000 και 2009, η χρηματοδότηση αυτών των αυξανόμενων ελλειμμάτων του ασφαλιστικού ήταν εφικτή μέσω της συνεχούς διόγκωσης του εξωτερικού δανεισμού, που όμως τελικά οδήγησε στον υπερδανεισμό, σε δημοσιονομική κατάρρευση και επιστροφή της οικονομίας σε συνθήκες πολλών ετών πίσω, ακυρώνοντας βίαια και απότομα τις επιδόσεις μιας ολόκληρης δεκαετίας. Τρίτον, στην τελευταία δεκαετία, όταν πλέον ο εξωτερικός δανεισμός κόπηκε, η χρηματοδότηση γίνεται μέσω αυξημένων φόρων και μιας σημαντικής περικοπής δαπανών για επενδύσεις, για την άμυνα, για την κοινωνική προστασία των άνεργων, των ΑΜΕΑ και την υγεία. Ως αποτέλεσμα, στην περίοδο αυτή, η αρνητική επίδραση του χρεοκοπημένου ασφαλιστικού δεν εκδηλώθηκε με την ίδια βίαιη κατάρρευση όπως μετά το 2009. Λειτούργησε όμως όπως ένα αργό δηλητήριο, χρόνο με το χρόνο, με την τελμάτωση του ΑΕΠ και πολλών βασικών οικονομικών και κοινωνικών μεγεθών.
4. Στην ουσία, η χώρα βρέθηκε σε συνθήκες, όπου το ασφαλιστικό το ίδιο μεταβλήθηκε σε ένα από τα κρίσιμα γενεσιουργά αίτια της κρίσης, της αναπτυξιακής στασιμότητας και της ανεργίας, τα οποία δεν μπορούν να ξεπεραστούν χωρίς ?ένα αξιόπιστο ασφαλιστικό σύστημα? για να χρησιμοποιήσω τον τίτλο της συζήτησής μας. Εδώ και μισή δεκαετία όλοι κλαίγονται εναλλάξ για τις αναιμικές επιδόσεις της οικονομίας, χωρίς κανείς να θίξει τα αίτια του προβλήματος, καθώς τότε θα έπρεπε αυτά να αντιμετωπιστούν. Σε ένα τέτοιο πλαίσιο, το κεντρικό ερώτημα για αξιοπιστία, βιωσιμότητα και επιπτώσεις του ασφαλιστικού δεν θα απαντηθεί ποτέ με αναφορές στα ελλείμματα του ασφαλιστικού, στο ύψος των συντάξεων, στα όρια ηλικίας ή άλλα παρόμοια. Σχετίζεται με τις επιπτώσεις όλων αυτών σε ένα ευρύτερο επίπεδο: στην ανάπτυξη, τα εισοδήματα, την ανεργία, την αποταμίευση, τις επενδύσεις, τις ανισότητες, τη συνεχή υποχώρηση της θέσης της χώρας στην Ε.Ε. και στο γεωπολιτικό της περιβάλλον. Όταν δούμε –όμως στον πραγματικό κόσμο, και όχι στον κόσμο των επαναλαμβανόμενων αισιόδοξων προβλέψεων που διαδοχικά διαψεύδονται- ότι η οικονομία σημειώνει ρυθμούς μεγέθυνσης πάνω από 2,5%, ότι η ανεργία συρρικνώνεται σταθερά προς το 10%, ότι οι επενδύσεις ως ποσοστό του ΑΕΠ αυξάνουν από το 11% προς το 20%, ότι άλλα κρίσιμα οικονομικά και κοινωνικά μεγέθη έχουν αντίστοιχη εξέλιξη και ότι η Ελλάδα αρχίζει πάλι να παίρνει κεφάλι, και όλα αυτά ταυτόχρονα και για περισσότερα χρόνια, τότε θα μπορούμε να πούμε ότι έχουμε ένα αξιόπιστο ασφαλιστικό.
Συνοψίζοντας, η αξιοπιστία του ασφαλιστικού δεν ορίζεται από κάποιες αριθμητικές σχέσεις στο εσωτερικό του ασφαλιστικού συστήματος, αλλά από το πώς το ίδιο επηρεάζει άλλες βασικές οικονομικές και κοινωνικές σχέσεις. Επίσης, η αναζήτηση αξιοπιστίας σε ένα κρίσιμο τμήμα πολιτικής δεν θα καλυφθεί με τεχνικές προτάσεις που είναι άφθονες. Στη θεωρία, προτάσεις για το ασφαλιστικό δεν λείπουν. Πολιτική βούληση για αξιοπιστία στο ασφαλιστικό λείπει. Και αξιοπιστία σημαίνει να ξεφύγουμε από τις επιπτώσεις που προανέφερα, να αποκτήσει το ασφαλιστικό μια ισορροπία που να διασφαλίζει την ίδια τη βιωσιμότητά του, τη βιωσιμότητα της οικονομίας συνολικά και τη διασφάλιση μιας ισόρροπης θέσης όσων καλώς και κακώς έχουν πλέον μετατοπιστεί σε συνθήκες συνταξιοδότησης ώστε να αρχίσουμε να ξε-υποθηκεύουμε και το μέλλον όσων είναι σήμερα 50-55 ετών και κάτω.
Είναι εφικτό; Δεν ξέρω. Ίσως, πλέον, σήμερα, να είναι πια πολύ αργά για αξιόπιστο ασφαλιστικό σύστημα. Είναι ως εάν έχουμε αφήσει ένα καράβι να γεμίσει νερά και να συζητάμε πώς θα αποτρέψουμε τη βύθισή του ή θα το ξαναφέρουμε στην επιφάνεια. Για χρόνια, το ασφαλιστικό από εργαλείο κοινωνικής πολιτικής λειτούργησε ως εργαλείο πολιτικής διαμάχης και ως προνομιακό πεδίο κομματικής και προσωπικής σύγκρουσης για ανακατανομές της πολιτικής εξουσίας, χωρίς ποτέ να διασφαλίζεται η επίλυση των προβλημάτων που οδήγησαν στην κατάρρευση του πιο σημαντικού πυλώνα κοινωνικής πολιτικής.
Με τον εγκλεισμό είχα την ευκαιρία να ξαναδιαβάσω το φοβερό Γατόπαρδο του Ντι Λαμπεντούσα. Εκεί ο πρωταγωνιστής -ο Don Fabrizio- περιγράφει γιατί διέξοδος από το πολιτικό αδιέξοδο στο οποίο έχουν περιπέσει δεν μπορεί να βρεθεί: «Οι Σικελοί, γράφει, δεν θα θελήσουν ποτέ να βελτιωθούν, για τον εξής απλό λόγο: πιστεύουν ότι είναι τέλειοι. Η ματαιοδοξία τους είναι πιο ισχυρή από την εξαθλίωσή τους». Αν με ρωτήσετε μήπως αυτό είναι υπονοούμενο για τη σημερινή Ελλάδα, θα σας απαντήσω αρνητικά, όχι όμως με κατηγορηματικό τρόπο. Κάθε χώρα και κάθε εποχή έχουν πολύ διαφορετικά χαρακτηριστικά. Ωστόσο, από την άλλη πλευρά, υπάρχουν και αφανείς διασυνδέσεις μεταξύ ιστορικών εξελίξεων, που δημιουργούν σκέψεις και ερωτηματικά. Ας το δείτε έτσι.
Δεν είναι ορατοί οι σύνδεσμοι (links).
Εγγραφή ή Είσοδος
Argirios Argiriou:
Στις 01/12/2020 συνάδελφοι συζητούν στο facebook για το ποια ασφαλιστική κατηγορία να διαλέξουν και άλλος συνάδελφος τους απαντά (πολύ εύστοχα κατά την γνώμη μου):
- Δεν έχει σημασία. Σε μια χρεοκοπημένη χώρα οι εισφορές εχουν εικονικό χαρακτηρα. Με ένα νόμο κι ένα άρθρο τα περικόπτουν όλα.
Argirios Argiriou:
12-02-2021
Ασφαλιστική Μεταρρύθμιση, Κεφαλαιοποίηση και Φορείς Παροχής Συμπληρωματικής Ασφάλισης.
Του Τάσου Γιαννίτση.
Ομιλία στο 2ο Συνέδριο Επαγγελματικής Ασφάλισης (Πέμπτη 11 Φεβρουαρίου 2021) που διοργάνωσε η Ελληνική ΄Ενωση Ταμείων Επαγγελματικής Ασφάλισης στις 11 Φεβρουαρίου 2021.
1. Τρεις εισαγωγικές επισημάνσεις:
Πρώτον, η συζήτηση αυτή συνδέεται με ένα πολύ ευρύτερο ερώτημα: σε ποιο βαθμό θέλουμε να επιβαρύνουμε τις νεότερες γενεές, μετατοπίζοντας συνεχώς το κόστος της ευημερίας μας ή των λαθών μας σε αυτές και στο μέλλον; Π.χ. το βάρος για το ασφαλιστικό, το χρέος, την κλιματική αλλαγή, την ανεργία. Ποια είναι τα όρια μιας τέτοιας μετακύλισης;
Δεύτερον, η συζήτηση για τη μερική κεφαλαιοποίηση των συντάξεων δεν μπορεί να γίνει παραγνωρίζοντας τον βαθύτατο προβληματικό χαρακτήρα του ασφαλιστικού συστήματος. Να θυμίσω τρεις εξελίξεις στην περίοδο 2000-2018:
- οι συνολικές δαπάνες για συντάξεις αυξήθηκαν από 17,5 δισεκ ευρώ σε 35 δισεκ ευρώ ή από 12,7% σε 18,7% του ΑΕΠ,
- οι φόροι από τους οποίους το Δημόσιο χρηματοδοτεί τις συντάξεις αυξήθηκαν από 6,4 δισεκ. ευρώ σε 17 δισεκ ευρώ, και
- η σχέση συνολικών συντάξεων προς συνολικούς μισθούς αυξήθηκε από 41% σε 71%.
Τρίτον, αντίθετα με τη γενική εντύπωση, οι αρνητικές επιδράσεις του ασφαλιστικού μιας χώρας δεν προκύπτουν μόνο όταν υπάρχουν ελλείμματα, αλλά και από το βάρος του στην οικονομία, ανεξάρτητα από τα ελλείμματα. Σήμερα, η Ελλάδα, μετά την Ιταλία, έχει το μεγαλύτερο βάρος ασφαλιστικών δαπανών στο ΑΕΠ σε όλη την Ευρώπη. Και οι δύο οικονομίες δεν ανθούν.
2. Τέσσερις παράγοντες για τη μερική εισαγωγή της κεφαλαιοποίησης
Θα αναφερθώ σε τέσσερις παράγοντες που κάνουν σκόπιμη την εισαγωγή ενός συστήματος κεφαλαιοποίησης για ένα τμήμα του ασφαλιστικού συστήματος:
- Τη διαγενεακή δικαιοσύνη με δεδομένη την καλπάζουσα γήρανση,
- την εμπέδωση εμπιστοσύνης,
- την καταπολέμηση της de facto ιδιωτικοποίησης του συστήματος ασφάλισης για αυξανόμενο αριθμό ασφαλισμένων, και
- τη μείωση της επιβάρυνσης των χαμηλών εισοδηματικών στρωμάτων για τη χρηματοδότηση των σημερινών ελλειμμάτων.
α) Διαγενεακή δικαιοσύνη και επιταχυνόμενη γήρανση. Όταν κάθε νεότερη γενεά είναι αριθμητικά μικρότερη από την προηγούμενη, όπως στην Ελλάδα, είναι μαθηματικά βέβαιο, ότι θα έχει συνταξιοδοτικό όφελος χαμηλότερο από το ποσό που θα έχει πληρώσει για τις συντάξεις της προηγούμενης γενεάς. Μια τέτοια σχέση δεν σημαίνει αλληλεγγύη γενεών, αλλά αναπαραγωγή μιας διευρυμένης αδικίας. Γιατί κάθε νέα γενεά πρέπει να υφίσταται μια όλο και μεγαλύτερη μείωση του εισοδήματός της, αντί ένα τμήμα των συντάξεων αυτών να χρηματοδοτηθεί από την αποταμίευση αυτών που θα τις αποκτήσουν;
β) Εμπιστοσύνη. Με κλονισμένη την εμπιστοσύνη στο ασφαλιστικό σύστημα, η μετάβαση σε νέα σχήματα ασφάλισης χρειάζεται να εμπνέει μακροχρόνια τη βεβαιότητα, ότι οι νέοι κανόνες λειτουργίας θα είναι διαφανείς, αποτελεσματικοί και ανεπηρέαστοι. Η κεφαλαιοποίηση ενός τμήματος της κοινωνικής ασφάλισης μπορεί να ενισχύσει την εμπιστοσύνη, εφ? όσον:
- Αποθαρρύνει την εισφοροδιαφυγή και διασφαλίσει ότι οι ίδιοι που καταβάλουν εισφορές θα είναι και οι ωφελούμενοι της αποταμίευσής τους και όχι άλλοι.
- Προστατεύει το ασφαλιστικό σύστημα από αναποτελεσματικές, άδικες ή καταχρηστικές κρατικές παρεμβάσεις, όπως αυτές που οδήγησαν στην κατάρρευση του ασφαλιστικού συστήματος.
Υπάρχει, βέβαια, ο κίνδυνος από τις παγκόσμιες ή εθνικές διακυμάνσεις των χρηματοοικονομικών συστημάτων. Είναι ίσως το πιο σοβαρό ζήτημα που σχετίζεται με την κεφαλαιοποίηση. Όμως, μεγάλες χρηματοοικονομικές κρίσεις δεν αγγίζουν μόνο το κεφαλαιοποιητικό σύστημα. Πλήττουν και την πραγματική οικονομία, κάνοντας αναγκαίες ευρύτερες προσαρμογές των εισοδημάτων προς τα κάτω, αδιάφορα από το ασφαλιστικό σύστημα.
Δεν είναι τυχαίο, ότι τα δέκα καλύτερα συστήματα κοινωνικής ασφάλισης στον κόσμο, με κριτήρια τη διατηρησιμότητα, την καταλληλότητα για τους ασφαλισμένους, και την ακεραιότητα, είναι συστήματα τα οποία συνέδεσαν με επιτυχία το διανεμητικό με το κεφαλαιοποιητικό σύστημα. Η επιτυχία τους όμως δεν σχετίζεται μόνο με θεσμικές επιλογές, αλλά, κυρίως, με τη συνολικότερη κουλτούρα, αλληλεγγύη, ακεραιότητα, κοινωνική προνοητικότητα και αποτελεσματικότητα λειτουργίας τους σε ευρύτατο πεδίο σχέσεων.
γ) Έμμεση ιδιωτικοποίηση της ασφάλισης. Η σημερινή υπερβολική επιβάρυνση του κόστους εργασίας λόγω των αυξημένων εισφορών και φόρων και των συνεχών περικοπών στις κρατικές κοινωνικές παροχές, οδηγεί όλο και περισσότερους εργαζόμενους προς την αδήλωτη εργασία και την παραοικονομία. Στην ίδια ακριβώς κατεύθυνση κινούνται και οι 750 χιλιάδες μικρομεσαίες επιχειρήσεις και οι χιλιάδες ελεύθεροι επαγγελματίες, δηλαδή ένας τεράστιος αριθμός.
Στην ουσία, το σημερινό δημόσιο διανεμητικό σύστημα οδηγεί σε μια ιδιότυπη ιδιωτικοποίηση της ασφάλισης. Ωθεί έναν όλο και μεγαλύτερο αριθμό εργαζόμενων στην άρνηση να συμμετέχουν σε ένα σύστημα που δεν τους εγγυάται την ανταποδοτικότητα. Έτσι, είτε παραμένουν ανασφάλιστοι, είτε, αν μπορούν, προσφεύγουν σε ιδιωτική ασφάλιση, είτε μεταναστεύουν, ώστε να ξεφύγουν από τις χαμηλές αμοιβές, τις δυσβάστακτες εισφορές και φόρους και την αναπτυξιακή καθίζηση. Η τάση αυτή πλήττει ευθέως το ασφαλιστικό σύστημα και τον προϋπολογισμό, αλλά και την ανάπτυξη, η οποία αντί να στηρίζεται σε οργανωμένες και διεθνώς ανταγωνιστικές μορφές παραγωγής, συρρικνώνεται σε ένα πλήθος μη βιώσιμων παραγωγικών μονάδων. Όλες αυτές οι επιπτώσεις δεν είναι υποθετικές. Τις ζούμε σήμερα, και βλέπουμε τον κίνδυνο ενός νέου αφανισμού σημαντικού αριθμού ευάλωτων επιχειρήσεων.
Με άλλα λόγια, οι τάσεις αυτές, χωρίς να δημιουργούν εμφανείς συνθήκες σύγκρουσης γενεών ή άλλες εντάσεις, υπονομεύουν «από τα κάτω» και αφανώς την ομαλή λειτουργία του ασφαλιστικού συστήματος, της οικονομίας και της κοινωνίας συνολικότερα.
δ) Η κρατική χρηματοδότηση των τεράστιων ελλειμμάτων του σημερινού συστήματος επιβαρύνει ιδιαίτερα τα πιο αδύναμα κοινωνικά στρώματα. Μέχρι το 2010 περίπου το Κράτος χρηματοδότησε τα ελλείμματα του ασφαλιστικού μέσω εξωτερικού δανεισμού, με αποτέλεσμα μια πρωτόγνωρη οικονομική κρίση και κατάρρευση εισοδημάτων και απασχόλησης. Από το 2010 και μετά, όταν ο εξωτερικός δανεισμός σταμάτησε, η κρατική χρηματοδότηση των ακόμα μεγαλύτερων ελλειμμάτων έγινε με αύξηση των φόρων στα μεσαία και χαμηλά εισοδήματα, μείωση δημόσιων επενδύσεων, κοινωνικών δαπανών για τους άνεργους, την υγεία και την εκπαίδευση και την άμυνα. Και στις δύο περιπτώσεις το κόστος του ασφαλιστικού ήταν κοινωνικά ασύμμετρο.
3. Το κεντρικό ερώτημα
Τελικά, η αναξιοπιστία και οι κίνδυνοι που έχει το σημερινό σύστημα, κάνουν σκόπιμη την επιλογή, να έχουν οι ασφαλισμένοι δικαίωμα να χειριστούν ένα τμήμα της συνταξιοδοτικής τους διασφάλισης, μέσα σε ένα στέρεο θεσμικό πλαίσιο. Μια τέτοια επιλογή ξεπερνάει το ασφαλιστικό. Σχετίζεται με το ερώτημα πού πάει η χώρα με τα σημερινά δεδομένα και με το ασφαλιστικό στη σημερινή κατάσταση; Πώς μπορούμε να βρεθούμε, έστω το 2030, στη θέση που είμασταν το 2008, δηλαδή 22 χρόνια πριν και πόσο μεγαλύτερο θα έχει γίνει τότε το χάσμα μας με τις ευρωπαϊκές χώρες; Πόση είναι η επίδραση του πρωτόγνωρα υψηλού ασφαλιστικού ελλείμματος στο να πηγαίνουμε συνεχώς λίγα βήματα εμπρός και πολλά πίσω; Πώς μπορούμε να ξεπεράσουμε την καταστροφική παγίδα της κοινωνικής και πολιτικής αποδιάρθρωσης που προκαλεί το ασφαλιστικό; Έχουμε κατακερματίσει τη Δημοκρατία και τα προβλήματά μας σε μικρά κουτάκια, πιστεύοντας ότι μπορούμε να βελτιώσουμε το πρόβλημα όπως μας συμφέρει, ή να εμποδίσουμε ότι πιστεύουμε ότι δεν μας συμφέρει, αδιαφορώντας για τις αλληλεξαρτήσεις μεταξύ της επιμέρους και της συλλογικής διάστασης. Από το λάθος αυτό πρέπει να ξεκινήσουμε μια αντίστροφη νοητική πορεία.
Δεν είναι ορατοί οι σύνδεσμοι (links).
Εγγραφή ή Είσοδος
Πλοήγηση
[0] Λίστα μηνυμάτων
[#] Επόμενη σελίδα
Μετάβαση στην πλήρη έκδοση