Άλλες κατηγορίες μηνυμάτων > Πολιτική και Κοινωνικά Θέματα
Δεν τελειώσαμε με το ασφαλιστικό.
Argirios Argiriou:
Αντιγράφω πολύ εύστοχο σχόλιο συναδέλφου σε Ιατρική ομάδα του facebook στις 14/02/2021:
Όταν ο βασικός μισθός ειναι 500 κ η σύνταξη 1000 κ γεννιέται ένα παιδι για 3 ενήλικες, τι περιμένουμε;
Argirios Argiriou:
Καθημερινή, 21/02/2021
Της Ρούλας Σαλούρου.
Κοστίζει η απραξία στο ασφαλιστικό.
Η μεταρρύθμιση δεν έγινε όταν έπρεπε και τώρα έχει εξελιχθεί σε γόρδιο δεσμό, λέει ο πρώην υπουργός Τ. Γιαννίτσης.
Το ασφαλιστικό αναγκάζει την οικονομία να πάει… σαν το σαλιγκάρι, επισημαίνει ο ομότιμος καθηγητής του Εθνικού και Καποδιστριακού Πανεπιστημίου και πρώην υπουργός Τάσος Γιαννίτσης, κρούοντας τον κώδωνα του κινδύνου για τις κρίσιμες διασυνδέσεις μεταξύ ασφαλιστικού, ανάπτυξης και μακροοικονομικών.
Μάλιστα, με αφορμή την πρόσφατη υγειονομική κρίση εκτιμά ότι ο κορωνοϊός εκτόξευσε την κρατική δαπάνη για συντάξεις από 10,5% του ΑΕΠ το 2019 σε 13,5% το 2020.
Μιλώντας στην «Κ», ο έμπειρος οικονομολόγος σημειώνει πως λύσεις που οδηγούν είτε στη Σκύλλα είτε στη Χάρυβδη παύουν να αποτελούν «λύσεις» κι εκτιμά πως η προτίμησή μας ως κοινωνίας βρίσκεται προς την πλευρά της απραξίας… Σχολιάζοντας την επικείμενη ασφαλιστική μεταρρύθμιση, ο κ. Γιαννίτσης δεν ανησυχεί για το λεγόμενο «κόστος μετάβασης», επισημαίνει όμως τον κίνδυνο από τυχόν σοβαρές διεθνείς χρηματοοικονομικές κρίσεις ή απρόβλεπτους παράγοντες, ξεκαθαρίζοντας βέβαια ότι κάτι τέτοιο θα έπληττε και το ισχύον ασφαλιστικό σύστημα. Διαβλέποντας πίσω και πέρα από το ασφαλιστικό, σημειώνει την ύπαρξη ενός ευρύτερου πλέγματος μακροοικονομικών, κοινωνικών και αναπτυξιακών απειλών και πιέσεων για την εγχώρια οικονομία και συνιστά «κοινωνική συνεκτικότητα, διορατικότητα, πολιτική ικανότητα επιλογής, αλλά κι ένα βαθμό συλλογικής αυτογνωσίας».
– Πώς επηρεάζει η πρόσφατη υγειονομική κρίση το ασφαλιστικό σύστημα, το οποίο έπειτα από μία 10ετία μεταρρυθμίσεων φαίνεται πως ξαναβρίσκεται στο σημείο μηδέν;
– Η πιο εμφανής επίπτωση είναι ότι διογκώνει περαιτέρω το ασφαλιστικό και το δημοσιονομικό έλλειμμα. Η κρατική δαπάνη για συντάξεις αυξήθηκε από περίπου 10,5% του ΑΕΠ το 2019 στο 13,5% το 2020, που είναι το υψηλότερο από οποτεδήποτε στο παρελθόν. Προβληματικά θα είναι τα μεγέθη και για το 2021. Αυτά σημαίνουν υπερχρέωση, φόρους, υψηλή εθνική κατανάλωση και άρα χαμηλή αποταμίευση και επενδύσεις και χαμηλότερες δαπάνες για υγεία, εκπαίδευση ή αμυντικά. Η ανάπτυξη της χώρας επηρεάζεται ευθέως και αρνητικά.
– Στο πρόσφατο βιβλίο σας «Ασφαλιστικό, Ανάπτυξη, Μακροοικονομία. Οι κρίσιμες διασυνδέσεις» καταγράφετε με σαφήνεια τις αναπτυξιακές και μακροοικονομικές επιπτώσεις του ασφαλιστικού…
– Πράγματι, κατέγραψα αυτήν την αλληλοσύνδεση, όπως και τη διαπίστωση ότι το ασφαλιστικό παίζει κρίσιμο ρόλο για το ότι η οικονομία μας προχωράει –αν δεν κάνει κύκλους– σαν το σαλιγκάρι. Χωρίς να το καταλάβουμε, έχουμε παγιδευτεί σε μια διαδικασία που σε μεγάλο βαθμό επηρεάζει οριζόντια και αφανώς ένα ευρύτατο φάσμα οικονομικών, κοινωνικών και πολιτικών σχέσεων.
– Υπάρχει περιθώριο για νέες παραμετρικές παρεμβάσεις σε όρια ηλικίας, ύψος εισφορών ή ύψος συντάξεων;
– Τα περιθώρια είναι συνάρτηση των αντιλήψεων, της εμπιστοσύνης που έχει η κοινωνία στο πολιτικό σύστημα για το αύριο, της διαφθοράς, της πολιτικής άγνοιας – της κοινωνικής εμπιστοσύνης γενικότερα. Ομως, ας δούμε τις σημερινές συνθήκες. Το 2001, οι προτάσεις μεταρρύθμισης έγιναν σε μια οικονομία που είχε μπροστά της μία δεκαετία υψηλής ανάπτυξης, αμοιβών και απασχόλησης, ενώ οι συντάξεις ήσαν στο 90%-110% των μισθών ( ! ! ! ), έναντι 55% σήμερα. Σήμερα, έχουμε επιστρέψει στο ΑΕΠ του 2002, με πολύ υψηλότερη ανεργία, προβληματικά δημοσιονομικά, κλεισίματα παραγωγικών μονάδων, περικοπές συντάξεων σε ατομικό επίπεδο, επενδύσεων που είναι οι μισές της εποχής εκείνης, αμφίβολων αναπτυξιακών προοπτικών και μιας απίστευτα κλονισμένης εμπιστοσύνης στις προοπτικές του ασφαλιστικού. Πόσο εύκολα μπορεί κανείς να κάνει προτάσεις μεταρρύθμισης, όταν αφέθηκε να δημιουργηθεί ένας τέτοιος γόρδιος δεσμός; Κι αν υπάρχουν περιθώρια, έχουν σημαντικά αρνητικές επιπτώσεις για τις συντάξεις απ’ ό,τι το 2001, ενώ ακόμα πιο αρνητικές είναι οι επιπτώσεις της απραξίας. Ξέρετε, στην πολιτική, δυστυχώς, κάποιες φορές μεγάλα λάθη –και οι επιπτώσεις τους– είναι μη αναστρέψιμα. Τότε, λύσεις που οδηγούν είτε στη Σκύλλα είτε στη Χάρυβδη παύουν να αποτελούν «λύσεις».
– Είναι το πολιτικό κόστος αυτό που καθορίζει εν πολλοίς και τις όποιες «μεταρρυθμιστικές» παρεμβάσεις;
– Πρακτικά, το ερώτημα που σε καμιά στιγμή των τελευταίων είκοσι ετών δεν βάλαμε αποτελεί και δίλημμα: πώς συγκρίνονται οι αρνητικές επιπτώσεις μιας παρέμβασης στο ασφαλιστικό, με ορίζοντα π.χ. την επόμενη δεκαετία, με τις αρνητικές επιπτώσεις της απραξίας, με επικέντρωση στους νέους, στους ανέργους, στους φτωχούς, που επίσης πληρώνουν φόρους και εισφορές. Ολοι εστιάζουν στο τι κόστος έχει μια ασφαλιστική μεταρρύθμιση. Εύκολο να μετρηθεί. Τι κόστος όμως προκύπτει όταν η οικονομία μας μένει καθηλωμένη σε χαμηλή ανάπτυξη; Ρυθμοί μεγέθυνσης 3% θα είχαν σε μία δεκαετία μια αθροιστική αύξηση του ΑΕΠ κατά 65,5 δισ. ευρώ. Με ρυθμούς αύξησης μόνο 1%, το αποτέλεσμα θα ήταν μια αύξηση 22 δισ. ευρώ. Μια διαφορά 4,4 δισ. ευρώ τον χρόνο θα είχε τεράστια σημασία για τους μισθούς, τις συντάξεις, τα εισοδήματα, την απασχόληση, το χρέος, τον κρατικό προϋπολογισμό. Θα είχε όμως και μεγάλο κόστος τον χρόνο που θα γινόταν. Η προτίμησή μας, ως κοινωνίας, προφανώς βρίσκεται στην πλευρά της απραξίας. Τι συμπέρασμα να συναγάγει κανείς για τα περιθώρια που ρωτήσατε;
– Μπορεί η μετάβαση από το διανεμητικό στο κεφαλαιοποιητικό σύστημα στις επικουρικές συντάξεις να αποτελέσει το μέσο ώστε να περάσουμε από μια κατάσταση κατά την οποία η ανάπτυξη χρηματοδοτεί το ασφαλιστικό σύστημα της χώρας σε μια κατάσταση κατά την οποία το ασφαλιστικό θα χρηματοδοτεί την ανάπτυξη;
– Η δαπάνη για τις επικουρικές είναι 3,4 δισ. ευρώ ή 10% περίπου της συνολικής συνταξιοδοτικής δαπάνης. Με τη μείωση της απασχόλησης, λόγω γήρανσης, αυτή θα μειώνεται. Η κεφαλαιοποίηση στις επικουρικές σχετίζεται με λόγους διαγενεακής δικαιοσύνης, εμπιστοσύνης των ασφαλισμένων στην κοινωνική ασφάλιση και περιορισμού καταχρηστικών και πελατειακών κρατικών παρεμβάσεων. Η επίδρασή της στη χρηματοδότηση της ανάπτυξης θα άρχιζε να γίνεται αισθητή μετά την πρώτη δεκαετία.
– Πολλοί είναι αυτοί που υποστηρίζουν ότι το «κόστος μετάβασης» είναι απαγορευτικό ως προς την επίτευξη του στόχου…
– Αν υποθέσουμε ότι τα 3,4 δισ. ευρώ των επικουρικών συντάξεων αντιπροσωπεύουν τις εισφορές των εργαζομένων μιας 35ετίας, σημαίνει ένα ετήσιο κόστος μετάβασης περίπου 100.000 ευρώ. Το κόστος αυτό, τουλάχιστον για την πρώτη δεκαετία, είναι πολύ μικρό. Πιο σημαντικός είναι ο κίνδυνος από τυχόν σοβαρές διεθνείς χρηματοοικονομικές κρίσεις ή απρόβλεπτους παράγοντες, αλλά τέτοιες εξελίξεις θα επηρέαζαν αρνητικά και το σημερινό ασφαλιστικό σύστημα.
– Είναι το ασφαλιστικό ο μόνος και κύριος παράγων που κρατάει τη χώρα σε χαμηλές αναπτυξιακές και μακροοικονομικές επιδόσεις ή μήπως προκύπτουν συνεχώς νέοι κίνδυνοι που προστίθενται σε αυτούς που παραμένουν «ταμπού» και δεν αγγίζονται, με αποτέλεσμα η κατάσταση να επιδεινώνεται;
– Αυτό, σήμερα, είναι η «μητέρα των ερωτημάτων». Κοιτάξτε, κ. Σαλούρου, βρισκόμαστε πλέον σε μια περίοδο που, σε αντίθεση με το παρελθόν, δεν χαρακτηρίζεται από μακρές περιόδους ομαλής, γραμμικής εξέλιξης, αλλά από περιοδικές διακυμάνσεις και εμφάνιση νέων απειλών, με αποτέλεσμα σοβαρές πιέσεις στο εισόδημα, στην απασχόληση, στην υγεία, στη σταθερότητα του βιοτικού επιπέδου σημαντικών κοινωνικών στρωμάτων. Ολοι αυτοί οι παράγοντες συγκροτούν ένα «μέγα πλέγμα» συλλογικών, μακροοικονομικών, κοινωνικών και αναπτυξιακών απειλών και πιέσεων, με περισσότερες και λιγότερες πιθανότητες και αβεβαιότητες ο καθένας.
– Ποιοι είναι αυτοί οι κίνδυνοι;
– Στους κινδύνους αυτούς, μαζί με το ασφαλιστικό, εντάσσονται οι κίνδυνοι από την κλιματική αλλαγή, τα ενεργειακά, τις κρίσεις του παγκόσμιου χρηματοπιστωτικού συστήματος, το χρέος, την ανεργία, τα μεταναστευτικά ρεύματα, τη γήρανση, τις γεωπολιτικές εντάσεις στην ευρύτερη περιοχή μας ή τις πανδημίες. Αυτή είναι η μεγάλη εικόνα. Πρακτικά, είναι πολύ διαφορετικό να πορεύεται η χώρα με έναν κίνδυνο, π.χ. το ασφαλιστικό, από το να βρίσκεται ταυτόχρονα ή και διαδοχικά αντιμέτωπη με ένα μεγαλύτερο σύνολο ετερόκλητων κινδύνων. Η σώρευση επιπτώσεων σημαίνει πολλαπλασιασμό, όχι άθροισή τους.
– Πώς όμως μπορούν να αντιμετωπιστούν; Και, κυρίως, είναι η ελληνική κοινωνία έτοιμη να αποδεχθεί τις λύσεις;
– Αν δεν θέλουμε αλλαγές στο ασφαλιστικό, το μέλλον είναι δύσβατο. Εναλλακτικά, θα έπρεπε να κάνουμε άλματα στην αναπτυξιακή μας πολιτική, π.χ. στην πολιτική εκπαίδευσης, στην παραγωγικότητα του κράτους, στη βιομηχανική και ενεργειακή πολιτική, σε θεσμικές αλλαγές. Να πετύχουμε μια αλλαγή τροχιάς. Αν δεν έχουμε την ικανότητα να ενεργήσουμε στο πρώτο, πιθανότατα δεν έχουμε και για το δεύτερο. Σε κάθε περίπτωση, η αντιμετώπιση οποιουδήποτε σοβαρού ζητήματος, όπως το ασφαλιστικό, σε συνδυασμό με το πλέγμα απειλών στο οποίο αναφέρθηκα, προϋποθέτει κοινωνική συνεκτικότητα, διορατικότητα, πολιτική ικανότητα επιλογής, ένα βαθμό συλλογικής αυτογνωσίας. Στην κοινωνία μας, αντίθετα, με την πάροδο του χρόνου, πολλαπλασιάζονται οι διαιρέσεις, οι παραλογισμοί ή τα αλλόκοτα. Αποτέλεσμα είναι ο εγκλωβισμός μας σε μια μεγάλη παγίδα εμμονών και παθητικότητας και η χρεοκοπία σε πολλά μέτωπα, στο ένα μετά το άλλο – ή και σε περισσότερα μαζί: το ιδεολογικό, το πρακτικό, το αναπτυξιακό, το κοινωνικό, το πολιτικό. Είμαστε ένας από τους πολύ λίγους λαούς με παρελθόν που πάει πάνω από τέσσερις χιλιάδες χρόνια πίσω, θέλουμε να τιμάμε τα 200 χρόνια της πρόσφατης ιστορίας μας, δείχνοντας, όμως, ότι έχουμε ξεχάσει πολλά από όσα συνέβησαν.
Δεν είναι ορατοί οι σύνδεσμοι (links).
Εγγραφή ή Είσοδος
Argirios Argiriou:
14/05/2021
του Κώστα Παπαδή
Με το σημερινό σύστημα της ανταπόδοσης των γενεών δεν θα υπάρχει μακρύ μέλλον – Ελπίδες από τη μετατροπή του υφιστάμενου διανεμητικού χαρακτήρα της επικουρικής ασφάλισης σε κεφαλαιοποιητικό.
Αμέσως μετά το νομοσχέδιο με τις αλλαγές στην αγορά εργασίας που πυροδοτούν σύγκρουση κυβέρνησης με την αντιπολίτευση, η κυβέρνηση θέλει να επισπεύσει και την κατάσταση του νομοσχεδίου για το νέο ταμείο επικουρικής ασφάλισης των νέων που θα στηριχθεί στο κεφαλαιοποιητικό σύστημα.
Η μείωση των γεννήσεων και ο διπλασιασμός των ηλικιωμένων αποτελούν μια – εν δυνάμει – δημογραφική βόμβα που θέτει εν αμφιβόλω το μέλλον του ασφαλιστικού συστήματος και τη δυνατότητα παροχής εγγυημένων – σε ύψος και συνέχεια – συντάξεων.
Τη δυσοίωνη αυτή πρόβλεψη κάνει η ίδια η κυβέρνηση διά του υπουργείου Εργασίας, το οποίο προβλέπει ότι το 2060 το 42% του πληθυσμού της χώρας θα είναι ηλικιωμένοι άνω των 62 ετών. Κάτι τέτοιο θα επιδεινώσει δραματικά τη «σχέση υγείας» του ασφαλιστικού, δηλαδή την αναλογία εργαζομένων – συνταξιούχων, που θα είναι ένας συνταξιούχος για έναν εργαζόμενο.
Ο κίνδυνος
Ο υφυπουργός Εργασίας και Κοινωνικών Υποθέσεων κ. Πάνος Τσακλόγλου δεν σταματά να αναφέρει σε κάθε ομιλία του ότι «ο δημογραφικός κίνδυνος σε ό,τι αφορά τις συντάξεις είναι πολύ μεγάλος για να σφυρίζουμε αδιάφορα».
Μάλιστα, υπογραμμίζει ότι το 2030 η Ελλάδα θα είναι η πιο γερασμένη χώρα της Ευρώπης και με το σημερινό σύστημα της ανταπόδοσης των γενεών – οι σημερινοί εργαζόμενοι να πληρώνουν τις συντάξεις των σημερινών συνταξιούχων –, δεν θα υπάρχει μακρύ μέλλον.
Εκτιμά ότι για την άμβλυνση των επιπτώσεων του δημογραφικού προβλήματος στο ασφαλιστικό σύστημα δίδονται λύσεις μέσω της μετατροπής σε κεφαλαιοποιητικό του υφιστάμενου διανεμητικού χαρακτήρα του δεύτερου ασφαλιστικού πυλώνα – δηλαδή της επικουρικής ασφάλισης.
Πλεονέκτημα
Το νέο σύστημα για τις επικουρικές έχει ως «μεγάλο πλεονέκτημα την ελαχιστοποίηση του δημογραφικού κινδύνου για τις συντάξεις» σημειώνει.
Ενδεικτικά του δημογραφικού κινδύνου είναι τα στοιχεία που έχει καταθέσει το υπουργείο Εργασίας στη Βουλή σύμφωνα με τα οποία τα τελευταία 40 έτη (1980-2020) ο αριθμός των νέων κάτω των 25 ετών μειώθηκε κατά 35%, οι γεννήσεις μειώθηκαν κατά 44% και οι ηλικιωμένοι (άνω των 65) σχεδόν διπλασιάστηκαν (+93%).
Οι γεννήσεις στην Ελλάδα από 157.000 που ήταν το 1960, μειώθηκαν σε 148.000 το 1980, σε 103.000 το 2000 και σε 84.000 το 2019.
Γίνεται φανερό ότι οι επανειλημμένες μειώσεις των συντάξεων και οι αυξήσεις των ορίων συνταξιοδότησης καθίστανται – σε βάθος χρόνου – ανενεργές, εφόσον δεν βρεθούν λύσεις στο οξυμένο δημογραφικό πρόβλημα της χώρας, όπως και στην απώλεια εσόδων του συστήματος, από την εκρηκτική άνοδο των ελαστικών μορφών απασχόλησης.
Η προβολή των επίσημων δημογραφικών στοιχείων της χώρας στο έτος 2070 (από τους πανεπιστημιακούς Σ. Ρομπόλη και Β. Μπέτση) δείχνει ότι υπό τις σημερινές δημογραφικές συνθήκες το εργατικό δυναμικό της Ελλάδας εκτιμάται θα διαμορφωθεί στα 3,201 εκατ. άτομα από 4,656 εκατ. άτομα, ενώ ο αριθμός των συνταξιούχων θα διαμορφωθεί στα 2,820 εκατ. από 2,494 εκατομμύρια.
Με λίγα λόγια, εκτιμάται ότι «το 2070 το εργατικό δυναμικό θα μειωθεί σε σχέση με το 2020 κατά 31%, ενώ οι συνταξιούχοι θα αυξηθούν κατά 13% σε σχέση με το 2020».
Οι αλλαγές
Τα βασικά χαρακτηριστικά της μεταρρύθμισης των επικουρικών συντάξεων σύμφωνα με το κυβερνητικό σχέδιο έχει τα εξής χαρακτηριστικά: στηρίζεται στη διαφοροποίηση του ασφαλιστικού κινδύνου, μειώνοντας έτσι την υπερβολική έκθεση του συστήματος στον «δηµογραφικό κίνδυνο».
Εχει δημόσιο χαρακτήρα, προστατεύει τις υφιστάμενες συντάξεις – κύριες και επικουρικές –, δημιουργεί αποταμιεύσεις, σημαντικό τμήμα των οποίων θα διατεθεί για χρηματοδότηση επενδύσεων στη χώρα µας.
Προωθεί τη διαφάνεια στη διαχείριση των πόρων των ασφαλισμένων και αποκαθιστά την εμπιστοσύνη στο σύστημα κοινωνικής ασφάλισης, δημιουργώντας ισχυρά αντικίνητρα για την ανασφάλιστη και υποδηλωμένη εργασία.
Η επικουρική ασφάλιση παραμένει δημόσια και σταδιακά μετατρέπεται από διανεμητική σε κεφαλαιοποιητική. Είναι τμήμα της κοινωνικής ασφάλισης και παρέχει τις αντίστοιχες εγγυήσεις.
Σε αυτήν εντάσσονται οι νεοεισερχόμενοι με υποχρέωση επικουρικής ασφάλισης και προαιρετικά οι εργαζόμενοι κάτω των 35 ετών.
Κάθε ασφαλισμένος έχει τον ατομικό του κουμπαρά και από αυτόν λαμβάνει τη σύνταξή του. Οι εισφορές των νέων δεν χρησιμοποιούνται για την πληρωμή της επικουρικής σύνταξης των σημερινών συνταξιούχων, αλλά αποταμιεύονται και επενδύονται.
Δίδεται η δυνατότητα επιλογής της επένδυσης – από τον ασφαλισμένο – μέσω ενός μικρού αριθμού επενδυτικών προφίλ. Η διαχείριση γίνεται από επαγγελματίες, ενώ προβλέπονται ισχυρή εποπτεία, έλεγχος και διαφάνεια.
Δεν είναι ορατοί οι σύνδεσμοι (links).
Εγγραφή ή Είσοδος
Argirios Argiriou:
27/06/2021
Του Κώστα Γιαννακίδη.
Και ποιος θα πληρώσει για τη σύνταξή σου;
Οι αλλαγές στο σύστημα επικουρικής ασφάλισης, με τη δημιουργία ατομικού κουμπαρά ασφαλισμένου, δείχνουν, όπως φαίνεται, τον δρόμο για ευρύτερη παρέμβαση και επανασχεδιασμό του Ασφαλιστικού. Όσοι διαμαρτύρονται και λένε περί Πινοσέτ, ας υποδείξουν τον μαγικό τρόπο που θα λύνει το δημογραφικό και θα εξασφαλίζει πόρους στο ασφαλιστικό σύστημα
Διάβασα κάτι αναρτήσεις, στελεχών και τρολ του ΣΥΡΙΖΑ, σύμφωνα με τις οποίες οι πόροι του συστήματος επικουρικής ασφάλισης παραδίδονται σε golden boys που θα τα κάνουν πάρτι στη Μύκονο. Εννοούν ότι οι άνθρωποι που θα διαχειριστούν τους ασφαλιστικούς κουμπαράδες των νέων εργαζομένων, θα κάψουν τα αποθεματικά με κινήσεις υψηλού ρίσκου, κυρίως προς ίδιο όφελος. Εντάξει, τότε, να βάλουμε συνδικαλιστές ή, ακόμα καλύτερα, να αφήσουμε το σύστημα στην τύχη του. Για όσους δεν έχουν έχουν παρακολουθήσει τη σχετική κουβέντα, το θέμα έχει ως εξής: η κυβέρνηση ανακοίνωσε ότι υιοθετείται ένα κεφαλαιοποιητικό σύστημα επικουρικής ασφάλισης που αφορά τους νεοεισερχόμενους στην αγορά εργασίας και όσους σήμερα είναι κάτω των 35 ετών. Οι εισφορές θα κατατίθενται σε ατομικό λογαριασμό και θα είναι διαθέσιμες προς αξιοποίηση από ένα νέο φορέα, το Ταμείο Επικουρικής Κεφαλαιοποιητικής Ασφάλισης. Ο εργαζόμενος, όταν συνταξιοδοτείται, θα εισπράττει επικουρική σύνταξη που δημιουργήθηκε από δικούς του πόρους και όχι από τις εισφορές των άλλων εργαζομένων. Διότι δεν θα μπορούσε να γίνει και αλλιώς. Το ασφαλιστικό μας σύστημα δομήθηκε στη λογική των τεσσάρων εργαζομένων ανά συνταξιούχο. Δηλαδή δουλεύουν τέσσερις και καλύπτουν ένα συνταξιούχο. Αυτή τη στιγμή, λόγω των κακών δημογραφικών μας, η σχέση έχει διαμορφωθεί στο 1,7 εργαζόμενοι ανά συνταξιούχο. Και επειδή το 2050 θα είμαστε η πιο γερασμένη χώρα της Ευρώπης, η αναλογία θα κυλήσει στο 1,6 εργαζόμενοι ανά συνταξιούχο. Κοινώς δεν υπάρχουν πλέον οι εργαζόμενοι για να συντηρήσουν τους συνταξιούχους. Όσοι μπαίνουν στην αγορά εργασίας θα πληρώνουν εισφορές, αποταμιεύοντας για την προσωπική τους επικουρική σύνταξη. Το κράτος εγγυάται ότι κανένας δεν θα πάρει σύνταξη χαμηλότερη από αυτή που αντιστοιχεί στις εισφορές που κατέβαλε. Κάτι αντίστοιχο υπάρχει και στη Σουηδία, μόνο που εκεί ο εργαζόμενος επιλέγει και τον φορέα που θα διαχειριστεί τα χρήματά του, αλλά αναλαμβάνει και το ρίσκο της απόδοσης. Εδώ πάλι ακούμε ότι πρόκειται για το μοντέλο του Πινοσέτ. Λες και πάει σετ με τανκς. Όμως, αλήθεια, τι συνέβη στη Χιλή; Η χώρα υιοθέτησε το σύστημα με τους τρεις πυλώνες ασφάλισης. Υπάρχει η βασική σύνταξη που καλύπτεται από τη φορολογία. Σε αυτήν προστίθεται η σύνταξη που γεννάται από τις εισφορές εργαζομένων και εργοδοτών. Και υπάρχει και ο τρίτος πυλώνας, όπου ο εργαζόμενος εισπράττει σύνταξη ανάλογα με το ύψος των εισφορών που αποταμίευσε σε ιδιωτικά ασφαλιστικά κεφάλαια. Λειτουργεί αυτό; Δεν υπάρχει μονοσήμαντη απάντηση. Στη Χιλή, ας πούμε, το ασφαλιστικό σύστημα άντεξε στην κρίση και δεν απαίτησε δανεισμό. Από την άλλη, όμως, η κρίση οδήγησε τους ανθρώπους σε κατάσταση που δεν τους επιτρέπει να χρηματοδοτήσουν μία αξιοπρεπή σύνταξη. Σήμερα η μέση σύνταξη στη Χιλή είναι 300 δολάρια, κατώτερη, δηλαδή, του βασικού μισθού. Συνεπώς για να δουλέψει αυτό το σύστημα, που υιοθετείται και από ανεπτυγμένες χώρες, απαιτείται ένα οικονομικό περιβάλλον που θα επιτρέπει στον εργαζόμενο να γεμίζει τον κουμπαρά του. Εδώ η σχετική συζήτηση αφορά την επικουρική ασφάλιση. Είναι όμως θέμα χρόνου να επεκταθεί και στο σύνολο του συστήματος. Το ερώτημα είναι αν υπάρχει άλλη λύση, δεδομένων των δημογραφικών συνθηκών. Διότι, εντάξει, μπορείς να βάζεις φωτογραφία του Πινοσέτ και να λες ότι υιοθετούνται πρακτικές δικτατόρων, αλλά θα πρέπει να αντιπροτείνεις και κάτι που θα πετυχαίνει το τζακ ποτ και θα λύνει ταυτοχρόνως και το δημογραφικό, αλλά και το ασφαλιστικό πρόβλημα. Κάποιοι λένε ότι τα αποθεματικά θα τζογάρονται. Σοβαρά τώρα; Ξέρουν κανένα ασφαλιστικό Ταμείο, παγκοσμίως, που δεν επενδύει τα αποθεματικά του; Αρκεί να μη δούμε τίποτα «δομημένα ομόλογα» πάλι. Κατά τη διάρκεια της κρίσης πληρώσαμε (και πληρώνουμε) την άρνηση της κοινωνίας να μεταρρυθμίσει εγκαίρως το ασφαλιστικό σύστημα, στη δεκαετία του ‘90, τότε που διαδηλώναμε για μεγαλύτερες συντάξεις και λιγότερα χρόνια εργασίας. To 2020 μας φαινόταν μακρινό. Τώρα ξέρουμε ότι το 2050 είναι δίπλα.
Δεν είναι ορατοί οι σύνδεσμοι (links).
Εγγραφή ή Είσοδος
Argirios Argiriou:
08/07/2021
Του Γιώργου Στρατόπουλου.
Ασφαλιστικό και αλληλεγγύη γενεών: τα όρια του διανεμητικού συστήματος
Δεν είναι ορατοί οι σύνδεσμοι (links).
Εγγραφή ή Είσοδος
Πλοήγηση
[0] Λίστα μηνυμάτων
[#] Επόμενη σελίδα
Μετάβαση στην πλήρη έκδοση