Άγνωστος παραμένει για τη χώρα μας ο θεσμός του οικογενειακού γιατρού. Παρά τις κατά καιρούς εξαγγελίες και τα σχέδια νόμου για την καθιέρωση πρωτοβάθμιας φροντίδας υγείας, ο θεσμός παραμένει επί χρόνια στα… χαρτιά, ενώ η Ελλάδα κατέχει την τελευταία θέση στον τομέα αυτό σε σύγκριση με τις υπόλοιπες χώρες της Ευρώπης.Χαρακτηριστικό είναι το γεγονός ότι παρατηρούνται μεγάλες ελλείψεις γιατρών στην ειδικότητα της γενικής ιατρικής, τη στιγμή που οι υπόλοιπες ιατρικές ειδικότητες παρουσιάζουν… συνωστισμό. Την κατάσταση αυτή επιβεβαιώνουν και τα στοιχεία πρόσφατης μελέτης της Εθνικής Σχολής Δημόσιας Υγείας, σύμφωνα με τα οποία σε κάθε οικογενειακό γιατρό αντιστοιχούν 10.000 Έλληνες. Συνεπώς, για να καλυφθούν οι αυξημένες ανάγκες, ο αριθμός των γενικών γιατρών πρέπει να αυξηθεί κατά… 619%, ενώ ο αριθμός των υπόλοιπων ειδικοτήτων πρέπει να μειωθεί έως και 34%.
“Δυστυχώς, οι γενικοί γιατροί στην Ελλάδα είναι λίγοι. Φτάσαμε στο σημείο να μας ρωτάει η τρόικα τι γίνεται με την πρωτοβάθμια φροντίδα υγείας. Είναι ντροπή να μην υπάρχουν γενικοί γιατροί, οι οποίοι είναι αναγκαίοι για να λειτουργήσει ο θεσμός του οικογενειακού γιατρού στη χώρα μας. Επί 20 χρόνια ακούμε μόνο υποσχέσεις, αλλά δεν βλέπουμε πράξεις”, δηλώνει στη “Μ” ο πρόεδρος της Ελληνικής Εταιρείας Γενικής Ιατρικής και διευθυντής του κέντρου υγείας Μαδύτου, Μποδοσάκης Μερκούρης.
Παράλληλα, αναφέρει ότι σε καμία ευρωπαϊκή χώρα το ποσοστό των γενικών γιατρών δεν πέφτει κάτω από το 30% επί του συνόλου του ιατρικού δυναμικού. Μάλιστα, η Αγγλία κάνει τη διαφορά, καθώς οι οικογενειακοί γιατροί αποτελούν το 55% του συνόλου των γιατρών.
“Στην Ελλάδα υπάρχουν αυτή τη στιγμή 75.000 ιατρικές ειδικότητες, εκ των οποίων μόλις 3.000 αφορούν στη γενική ιατρική. Ωστόσο, πανελλαδικά χρειαζόμαστε λιγότερους γιατρούς και συγκεκριμένα 27.000, εκ των οποίων οι 7.000 θα έπρεπε να είναι γενικοί γιατροί”, εξηγεί ο κ. Μερκούρης.
Σύμφωνα με τον ίδιο, η αναμονή για την ειδικότητα της γενικής ιατρικής φτάνει ακόμη και τα πέντε χρόνια, ενώ αυτή τη στιγμή περίπου 500 γιατροί βρίσκονται σε λίστα αναμονής για να πάρουν την ειδικότητα.
Χάνουν οι πολίτες
Η αδράνεια των εκάστοτε ηγεσιών του υπουργείου Υγείας να εφαρμόσουν το θεσμό του οικογενειακού γιατρού έχει ως αποτέλεσμα να ταλαιπωρούνται οι ασθενείς, να υποβάλλονται σε εξετάσεις που δεν χρειάζονται και να επιβαρύνονται και οι ίδιοι, αλλά και το Εθνικό Σύστημα Υγείας.
“Ένας οικογενειακός γιατρός μπορεί να είναι υπεύθυνος για 1.800 άτομα, εφόσον βέβαια καθοριστούν εκτός από τα τοπικά και ποιοτικά κριτήρια, δηλαδή για παράδειγμα η ηλικία των πολιτών που θα εξετάζει. Η ύπαρξή του συμβάλλει σημαντικά στην εξυπηρέτηση των πολιτών. Για παράδειγμα, ένας ασθενής δεν θα αποφασίζει μόνος του για το αν πρέπει ή όχι να κάνει μαγνητική τομογραφία. Αντίθετα, θα πηγαίνει στον οικογενειακό γιατρό, ο οποίος θα τον εξετάζει και θα τον παρακολουθεί κι αν χρειάζεται θα του κλείνει ραντεβού για να κάνει τη συγκεκριμένη εξέταση”, τονίζει ο κ. Μερκούρης.
Παράλληλα, επισημαίνει ότι οι περισσότεροι γενικοί γιατροί υπηρετούν κυρίως σε κέντρα υγείας και περιφερειακά ιατρεία, ενώ ελάχιστοι απασχολούνται στις υπηρεσίες των ασφαλιστικών ταμείων.
* Στο υπουργείο Υγείας δεν υπάρχει καν διεύθυνση πρωτοβάθμιας φροντίδας υγείας, όταν σε ευρωπαϊκές χώρες υπάρχει… υφυπουργείο. Επίσης, η επιτροπή πρωτοβάθμιας φροντίδας υγείας, που είχε συμβουλευτικό χαρακτήρα και ανήκει στο ΚΕΣΥ(Κεντρικό Συμβούλιο Υγείας), καταργήθηκε από τον τέως υπουργό Υγείας, Δημήτρη Αβραμόπουλο.
Δεν είναι ορατοί οι σύνδεσμοι (links).
Εγγραφή ή
Είσοδος