Καθημερινή, 29/09/2010.
Tης Μαριας Κατσουνακη.Με το ένα χέρι γαντζωμένοι στο χθες και το άλλο μετέωρο, μιας και η χειρολαβή του μέλλοντος είναι ακόμη ατελής. Πόσο μπορεί κανείς να αντέξει σε αυτή τη θέση... Οι μεταφορείς συνεχίζουν την αποχή, συντηρώντας ένα καθεστώς αυθαιρεσίας. Νέο παραδικαστικό κύκλωμα αποκαλύπτεται που ειδικευόταν στην παράνομη ιδιοποίηση ακινήτων μέσω στημένων πλειστηριασμών (μία από τις πολλές πτυχές της δραστηριότητάς του). Κάθε μέρα το καινούργιο που προστίθεται στην ειδησεογραφία είναι κατά κανόνα παλιό και ξαναειπωμένο, με τον ίδιο ή διαφορετικό τρόπο. Η ουσία είναι η σήψη, μια κοινωνία πλεονεξίας και ατομισμού, που ζούσε αυτάρεσκα στην αυταπάτη. Και ενώ γινόμαστε όλοι μάρτυρες αποκαλύψεων με καταιγιστικούς ρυθμούς, κάθε προσπάθεια αλλαγής ή ανατροπής, κάθε πρόταση για επαναξιολόγηση του δημόσιου βίου (στο ασφαλιστικό, στην υγεία, στην εκπαίδευση, στις μεταφορές...) συναντά, κατ’ αρχάς, την άρνηση.
Η γενικευμένη καχυποψία ότι το ιδιωτικό κάστρο πυρπολείται, ότι καλύτερα να ζούμε με το γνωστό και δοκιμασμένο, έστω και διαπλεκόμενο ή φθαρμένο, παρά με το νέο, κατά κανόνα αναξιόπιστο αν όχι εχθρικό. Δεν είναι οι όποιες ενστάσεις ή ο γόνιμος διάλογος που διατυπώνεται, για το θέμα του νέου νόμου - πλαισίου για την τριτοβάθμια εκπαίδευση για παράδειγμα, αλλά η συνολική στάση απόρριψης σε οποιαδήποτε σχεδόν μεταρρυθμιστική προσπάθεια, μια κοινωνία που στην πλειονότητά της αντιδρά και μόνο στο άκουσμα της λέξης «αναπτυξιακό μοντέλο».
Με ανακλαστικά τροφοδοτούμενα από τον φόβο και προσανατολισμένα στη διατήρηση κεκτημένων, που βασίζονταν στην κάτω από το τραπέζι συναλλαγή, εν μέσω συντριπτικών δημοσιονομικών μεταβολών, δεν έχουμε καμία ελπίδα να επιβιώσουμε.
Το σύστημα στο οποίο θεμελιώθηκε η καθημερινότητά μας δεν ήταν μόνο ψευδές και παράνομο αλλά και πολυπλόκαμα επικίνδυνο. Ο,τι μας περιβάλλει είναι ασφυκτικό και, πλέον, εξαιρετικά δυσλειτουργικό. Από την εκτεταμένη φοροδιαφυγή έως την απαξιωμένη δημόσια εκπαίδευση. Από το ανηλεές σφυροκόπημα σκανδάλων έως το επικοινωνιακό πυροτέχνημα της δήθεν «μηδενικής ανοχής». Αν ενεργοποιούμε σε κάθε προσπάθεια αλλαγής (όπως στο «άνοιγμα των επαγγελμάτων» για παράδειγμα) την συντεχνιακή οργή, τότε καμία προοπτική δεν είναι εφικτή. Πρέπει να ξεβολευτούμε για να έχουμε επιλογές. Να συγκρουστούμε με τη θαλπωρή της φαυλότητας και να στραφούμε στη δυναμική μιας ανοιχτής και όχι κλειστοφοβικής κοινωνίας.
Το νέο δύσκολα περιγράφεται. Και ακόμη δυσκολότερα βιώνεται, ειδικά στην έκταση που καλούμαστε να το υποδεχτούμε και να το αφομοιώσουμε. Ομως είναι η μόνη εφικτή χειρολαβή, που μπορεί να μας βγάλει από την αναπηρία της διά βίου άρνησης.
Δεν είναι ορατοί οι σύνδεσμοι (links).
Εγγραφή ή
Είσοδος