Στοιχεία για τη συνεργασία πανεπιστημιακών με φαρμακευτικές εταιρείες
Του Τασου Tελλογλου
Την περασμένη εβδομάδα μία μη κυβερνητική οργάνωση παρέδωσε στον προϊστάμενο της Εισαγγελίας Αθηνών τρεις ανώνυμες εκθέσεις που απευθύνονταν στον μάνατζερ της φαρμακευτικής εταιρείας SJA Pharm κ. Π.Σ., στις οποίες περιγράφονται έργα και ημέρες ιατρικών επισκεπτών της εταιρείας. Στόχος τους ήταν η προώθηση του σκευάσματος Assoprol μέσα από πρακτικές που ακολουθούν πάντως και άλλες φαρμακευτικές εταιρείες, μεγαλύτερες και με ευρύτερη «επιρροή».
Μία γεύση από το σημείωμα που παραδόθηκε στις 26 Μαρτίου του 2009: «Ο Π.Σ. διευθυντής καρδιολογικής του νοσοκομείου “Α.Ο.”, επικοινώνησε με τον καθηγητή καρδιολογίας του νοσοκομείου “Κ” κ. Μ., και συμφώνησε να στείλουμε συνεργάτη να τον επισκεφθεί στο γραφείο του. Ο Π. δεσμεύτηκε να μου δώσει αρκετά ονόματα ακόμα, αφού προηγουμένως από βδομάδα θα είναι έτοιμος με τα στοιχεία που του ζητήσαμε για τα αναλώσιμα προϊόντα για τις αγγειοπλαστικές...
Εγινε επικοινωνία με τον ιατρό Κ. Ιατρικού Κέντρου. Είναι επίκουρος καθηγητής παθολογίας - ανοσολογίας. Να επικοινωνήσουμε για ραντεβού και συστάσεις...».
Και στις 20 Μαΐου του 2009: «Μεταξά, νέοι γιατροί για κατανάλωση (σύσταση από Χ.Χ. ...Τι αποτελέσματα είχε η κατανάλωση;»).
Μοναδικός χρηματοδότηςΙδιαίτερα δραστήρια φαίνεται να είναι η μικρή εταιρεία στα πανεπιστημιακά νοσοκομεία. Αλλά τα όσα επιχειρεί να κάνει φαίνεται ότι καταγράφηκαν από μεγαλύτερους ανταγωνιστές της στον κλάδο των φαρμάκων και παραδόθηκαν υπό μορφή εκθέσεων στην προηγούμενη ηγεσία του υπουργείου Υγείας. Αποτελούν δε πταίσματα «μπροστά στη γενική εκποίηση του συνόλου των πανεπιστημιακών κλινικών της χώρας σε μικρά και μεγάλα συμφέροντα από τον κλάδο του φαρμάκου».
Σύμφωνα με δήλωση καθηγητή της ιατρικής σχολής του ΑΠΘ στην «Κ» (δεν επιθυμεί κοινοποίηση του ονόματός του) που επιβεβαιώνεται από συνάδελφό του στην Αθήνα, «οι μεγάλες αλλά και μικρότερες φαρμακοβιομηχανίες αποτελούν τον μοναδικό χρηματοδότη του συγκεκριμένου πανεπιστημίου για τη χρηματοδότηση της ιατρικής έρευνας». Οι εταιρείες συνεννοούνται με συγκεκριμένο καθηγητή «η συνεννόηση για τη χρηματοδότηση είναι πάντοτε προϊόν άμεσης συναλλαγής. Δηλαδή, ουδέποτε κατατίθενται τα χρήματα απρόσωπα στο όνομα των πανεπιστημίων για να δοθούν μετά από κρίση επί αιτήσεων...». Ο έλεγχος είναι τυπικός. Τα χρήματα κατατίθενται σε ειδικό λογαριασμό κονδυλίων (ΕΛΚΕ, έναν από αυτούς που δεν κατήργησε κατόπιν πιέσεων ο κ. Γ. Αλογοσκούφης). Στη συνέχεια, προσλαμβάνεται προσωπικό για τις ανάγκες του «προγράμματος» που πληρώνεται φυσικά από την εταιρεία. Το Πανεπιστήμιο συνήθως αγνοεί τα αποτελέσματα του συγκεκριμένου ερευνητικού προγράμματος «ή παριστάνει ότι τα αγνοεί», όπως χαρακτηριστικά λέει ο καθηγητής από τη Θεσσαλονίκη. Οι συμμετέχοντες στο πρόγραμμα «απλά εξετάζουν και νοσηλεύουν ασθενείς και... γράφουν φάρμακα», αναφέρει ο πανεπιστημιακός από την Αθήνα.
Ερευνες των επιθεωρητών Υγείας έχουν επιβεβαιώσει την ύπαρξη αυτού του μηχανισμού. Ετσι, στα τέλη του 2003 μία ανώνυμη καταγγελία έφτασε στο αρχηγείο της ΕΛ.ΑΣ. για τις συνθήκες συνταγογράφησης σε μία κλινική του Λαϊκού Νοσοκομείου. Οι καταγγελίες αφορούσαν τον Γ.Π., τότε τακτικό καθηγητή παθολογίας του Πανεπιστημίου Αθηνών, και τις συνθήκες χρηματοδότησης της κλινικής του.
Η συγκεκριμένη κλινική χρηματοδοτείτο μέσω ενός σωματείου που είχε ιδρυθεί για να εξασφαλίζει τα χρήματα που δεν ήταν σε θέση το κράτος να της προσφέρει. Τέσσερις εταιρείες (Shering, Cilag, ΓΕΝΕΣΙΣ και ΒΙΑΝΕΞ) συνέβαλαν με 40.000 ευρώ στον προϋπολογισμό του σωματείου. Το 2002 σύμφωνα με το πόρισμα, διατέθηκαν από την εταιρεία Shering 26.000 ευρώ, από τη Novartis 30.000 ευρώ και από τη Roche 35.000 ευρώ για τη χρηματοδότηση της έρευνας της κλινικής του συγκεκριμένου καθηγητή. Οι επιθεωρητές χαρακτήρισαν τη στενότατη σύνδεση του συγκεκριμένου καθηγητή με τις εταιρείες «γεγονότα δεοντολογικά και ηθικά ανεπίτρεπτα...» αλλά «ανάλογες διαδικασίες ως οι ανωτέρω αποτελούν καθιερωθείσες συνήθειες στον ιατρικό χώρο...».
Είναι τέτοια η έλλειψη ελέγχου στη διαχείριση των ειδικών λογαριασμών έρευνας ώστε το συμβούλιο εφετών Κέρκυρας παραπέμπει με το 73/2008 βούλευμά του ένα καθηγητή και ένα λέκτορα της ιατρικής σχολής του Πανεπιστημίου Ιωαννίνων (Ε.Α. και Κ.Σ.) και τρεις ιδιώτες για απάτη κατ’ επάγγελμα από κοινού, συγκρότηση και συμμετοχή σε εγκληματική οργάνωση και νομιμοποίηση εσόδων από εγκληματική δραστηριότητα.
Στην Ηγουμενίτσα
Στο διάστημα από τον Μάρτιο του 2004 ώς τον Οκτώβριο του ίδιου έτους οι κατηγορούμενοι, αφού ζήτησαν και έλαβαν από την επιτροπή ερευνών του Πανεπιστημίου Ιωαννίνων έγκριση λειτουργίας ιατρικού ερευνητικού προγράμματος, μίσθωσαν χώρο σε νοσοκομείο που βρίσκεται στο λιμάνι της Ηγουμενίτσας και εγκατέστησαν μηχάνημα το οποίο, όπως ισχυρίζονταν, είχε λάβει τις σχετικές εγκρίσεις καταλληλότητας και υποστήριζαν ότι με τη χρήση αυτού του μηχανήματος ήταν σε θέση να θεραπεύσουν ανίατες νόσους. Μάλιστα, είχαν αναρτήσει πινακίδα σύμφωνα με την οποία το «πρόγραμμα» τελούσε υπό την επίβλεψη «της ιατρικής σχολής του Πανεπιστημίου Ιωαννίνων».
Από την εισαγγελική έρευνα διαπιστώθηκε ότι το πρόγραμμα δεν τελούσε υπό την επίβλεψη της ιατρικής σχολής, δύο διδάκτορες και ένας καθηγητής που εφέροντο ότι συμμετείχαν σε αυτό δεν είχαν... ιδέα και το θαυματουργό μηχάνημα λειτουργούσε χωρίς άδεια. Οι ανίδεοι πελάτες πλήρωναν 100 ευρώ για την πρώτη εξέταση και 400 ευρώ ετήσια συνδρομή στον «σύλλογο ενεργειακής συντονιστικής για τη σωματική υγεία και την ψυχική ισορροπία» που είχε συστήσει ένας από τους κατηγορουμένους. Αυτός συγκέντρωνε τα χρήματα και στη συνέχεια τα έστελνε υπό τύπον δωρεάς στο Πανεπιστήμιο Ιωαννίνων για τη χρηματοδότηση του «σχετικού προγράμματος».
Δεν είναι ορατοί οι σύνδεσμοι (links).
Εγγραφή ή
Είσοδος