Θεσσαλονίκη 30/3/2011
Προς τον Υπουργό Υγείας και Κοιν. Αλληλεγγύης
Υ Π Ο Μ Ν Η Μ Α
Η ΕΛΕΓΕΙΑ ασχολείται επί 25 έτη με τα θέματα ΠΦΥ (Κέντρα Υγείας και Περιφερικά Ιατρεία, στελέχωση, εξοπλισμός, εκπαίδευση και έρευνα στην Γενική/Οικογενειακή Ιατρική).
Είναι γεγονός ότι την δεκαετία του ’80 η επαρχία είδε για πρώτη φορά στα χρονικά του Ελληνικού κράτους, μονάδες ΠΦΥ (Κέντρα Υγείας και Περιφερικά Ιατρεία). Οι μονάδες αυτές τοποθετήθηκαν γεωγραφικά σύμφωνα με διαβούλευση και εισήγηση από τα τότε Νομαρχιακά Συμβούλια και θεωρούμε ότι το δίκτυό τους καλύπτει ικανοποιητικά την Ελλάδα. Είναι επίσης όμως γεγονός ότι, λόγω έλλειψης ιατρών ειδικευμένων στη Γενική/Οικογενειακή Ιατρική, η στελέχωση των μονάδων αυτών δεν ήταν ικανοποιητική, αυτό όμως συν τω χρόνω αλλάζει και βελτιώνεται, καθώς οι νέοι γενικοί γιατροί αυξάνονται σταθερά και υποστηρίζουν αποτελεσματικά την στελέχωση της Πρωτοβάθμιας Φροντίδας.
Επισημαίνουμε το γεγονός ότι η λειτουργία των υφισταμένων Κ.Υ και Π.Ι. αφέθηκε τα τελευταία χρόνια στην τύχη ή, αν θέλετε, ακόμη χειρότερα, σε ανίκανα και αδαή χέρια, όπως αυτά των περισσοτέρων μέχρι σήμερα διοικητών των νοσοκομείων, με σημαντικές αρνητικές συνέπειες στην απόδοση του συστήματος. Η διοικητική και οικονομική υπαγωγή των μονάδων ΠΦΥ στα νοσοκομεία έχει καταγγελθεί από εμάς σαν παγκόσμια –και κακή- πρωτοτυπία. Οι λόγοι είναι προφανείς:
* Υπάρχει στην καλύτερη περίπτωση άγνοια γενικά και στην χειρότερη –που είναι και το σύνηθες- σαφής υποτίμηση της σημασίας και του ρόλου της ΠΦΥ, υποτίμηση που πολλές φορές φθάνει τα όρια της περιφρόνησης και της πλήρους απαξίωσης. Υπενθυμίζουμε ότι οι διοικητές είναι στην συντριπτική τους πλειοψηφία παλιοί νοσοκομειακοί ή πανεπιστημιακοί γιατροί ή/και άλλων επιστημών ή επαγγελμάτων, που δεν είχαν ποτέ καμιά σχέση με την ΠΦΥ.
* Τα ΚΥ και τα ΠΙ αντιμετωπίζονται από τις σημερινές διοικήσεις των νοσοκομείων ως “εφεδρείες” προσωπικού και άλλων πόρων. Είμαστε καθημερινά μάρτυρες παράνομων μετακινήσεων προσωπικού από τις μονάδες ΠΦΥ προς τα νοσοκομεία και ποτέ δεν μας δόθηκε προϋπολογισμός των Κέντρων Υγείας. Απλά οι “κατ’ όνομα” διευθυντές των ΚΥ επαιτούν και, στην καλύτερη περίπτωση, παίρνουν υλικά και μηχανήματα νοσοκομειακών προδιαγραφών, ακατάλληλα τις περισσότερες φορές για την ΠΦΥ.
Τα παραπάνω έχουν οδηγήσει όλες τις προηγμένες χώρες στο συμπέρασμα ότι μόνο η Τοπική Αυτοδιοίκηση θα μπορούσε να λειτουργήσει επιτυχώς ως πολιτικός προϊστάμενος των μονάδων αυτών.
Η δική μας πρόταση για το μεταβατικό στάδιο, μέχρι δηλαδή οι μονάδες αυτές να δοθούν στους Καλλικρατικούς Δήμους, είναι να διαχωρισθούν σε επίπεδο ΥΠΕ οι διοικητικές και οικονομικές αρμοδιότητες και τα Κέντρα Υγείας να αποκτήσουν δικούς τους σχεδιασμούς/προϋπολογισμούς, ελεγχόμενα από τον Αναπληρωτή Διοικητή της ΥΠΕ στην οποία υπάγονται. Θα διατηρηθεί φυσικά η επιστημονική/λειτουργική διασύνδεση με το νοσοκομείο αναφοράς. Σε κάθε περίπτωση, το πιλοτικό παράδειγμα της Κρήτης και τα συμπεράσματα που βγήκαν από αυτό, είναι στην διάθεσή σας.
Είμαστε βέβαιοι ότι συμφωνείτε πως ο στρατηγικός σχεδιασμός της ολοκλήρωσης του ΕΣΥ θα πρέπει να ασχοληθεί πρώτιστα με την ΠΦΥ στα αστικά κέντρα, εγκαταλείποντας την άλλη ολέθρια ιδέα της υποκατάστασης της από τα εξωτερικά ιατρεία των νοσοκομείων. Η ιδέα αυτή διατυπώθηκε ακριβώς γιατί η έννοια και οι συνιστώσες της ΠΦΥ διέφυγαν από εκείνους που προσπάθησαν τότε να την εφαρμόσουν στις πόλεις της χώρας μας.
Είναι σαφές ότι το βασικό πρόβλημα του ΕΣΥ ήταν και είναι όλα αυτά τα χρόνια η υποκατάσταση του Γενικού/Οικογενειακού γιατρού από ένα ομιχλώδες συνοθύλευμα (Εξωτερικά Ιατρεία Νοσοκομείων, Πολυϊατρεία διαφόρων Ταμείων, Διαγνωστικά Κέντρα, ιδιώτες γιατροί), απέναντι στο οποίο ο πολίτης “βρίσκει” τη λύση στο πρόβλημά του, ουσιαστικά μόνος του. Δεν χρειάζεται βέβαια να ανακαλύψουμε τον τροχό. Ολες οι προηγμένες κοινωνίες στην υφήλιο έχουν δώσει το έργο της πρώτης- αλλά και συνεχούς επαφής του πολίτη με το σύστημα υγείας στους Γενικούς/Οικογενειακούς γιατρούς. Οι γιατροί αυτοί είναι υπεύθυνοι για ένα σύνολο πολιτών (ως 2.000 άτομα) και αμείβονται αναλόγως με αυτόν τον αριθμό (per capita). Το εμπόδιο για την καθιέρωση αυτού του συστήματος στον τόπο μας ήταν και είναι ο υπερβολικός αριθμός των ειδικευμένων σε όλες τις ειδικότητες στην χώρα μας. Υπενθυμίζουμε ότι η Πανευρωπαϊκή μελέτη FICOSSER έδωσε σαν optimum αριθμούς για την Ελλάδα συνολικά 27.000 γιατρούς όλων των ειδικοτήτων, ανάμεσα στους οποίους οι 6-7.000 θα έπρεπε να είναι Γενικοί Ιατροί. Οι πραγματικοί αριθμοί για την χώρα μας είναι συνολικά 75.000 ιατροί, ανάμεσα στους οποίους άνω των 60.000 είναι ειδικοί, 7.500 ειδικεύονται σε διάφορες ειδικότητες (και αναπαράγουν το πρόβλημα), ένας άγνωστος αριθμός ανειδικεύτων που ασκούν Ιατρική που δεν ξεπερνάει τους 2.500, και 3.200 Γενικοί Ιατροί, ειδικοί και ειδικευόμενοι.
Η λύση του προβλήματος κατά την άποψή μας είναι η εξής (και την εισηγούμαστε διαχρονικά σε όλες τις πολιτικές ηγεσίες τα τελευταία 10 χρόνια:
1. Γενικός/Οικογενειακός γιατρός για όλους τους Ελληνες με δικαίωμα gate keeping. Είμαστε στην διάθεσή σας προκειμένου να σας ενημερώσουμε ότι το μέτρο “σκόνταψε” σε δύο φανερές και μία υπόγεια αντίρρηση.
* ΦΑΝΕΡΕΣ
Α) Χρήματα για μισθούς κλπ. Εχουμε πρόταση σύμφωνα με την οποία δεν χρειάζονται ΚΑΘΟΛΟΥ χρήματα από τον Προϋπολογισμό του Υπουργείου αλλά και του Κράτους. Η λύση αυτή είναι η καταβολή παραβόλου 30 ευρώ κατ’ έτος από τους πολίτες που θα επιλέγουν τους Οικογενειακούς γιατρούς τους, οι οποίοι με αυτήν την αμοιβή θα τους καλύπτουν για έναν χρόνο.
Β) Ελλειψη ικανού αριθμού ιατρών Γ.Ι. Εχουμε εκθέσει από 10ετίας σχεδόν στο Υπουργείο το πρόγραμμα “on the job training” της ΕΛΕΓΕΙΑ, το αντέγραψαν οι Τούρκοι και μας τίμησαν για την ιδέα μας. Πριν ένα μήνα μάλιστα, ο Τούρκος Υπουργός Υγείας επέλεξε τον δικό του Οικογενειακό γιατρό και το γεγονός μεταδόθηκε από την Τουρκική τηλεόραση.
* ΥΠΟΓΕΙΑ
Το gate keeping, δηλαδή η υποχρέωση του πολίτη να απευθύνεται στον οικογενειακό του γιατρό για όλα τα προβλήματα υγείας του προκειμένου εκείνος να τον παραπέψει –αν χρειάζεται- στο νοσοκομείο. Η διαδικασία αυτή είναι γνωστή, αξιολογημένη διεθνώς και εφαρμόζεται με επιτυχία σε όλες σχεδόν τις ευνομούμενες Ευρωπαϊκές χώρες (Αγγλία, Σουηδία, Δανία, Νορβηγία, Φινλανδία, Ολλανδία, Βέλγιο κλπ.). Είναι σαφές ότι θίγει συμφέροντα νοσοκομειακών και πανεπιστημιακών γιατρών και, μολονότι τα συμφέροντα αυτά κάθε άλλο παρά νόμιμα είναι, οι προηγούμενες πολιτικές ηγεσίες δεν θεώρησαν αναγκαία την σύγκρουση. Διερωτώμεθα αν σήμερα ισχύει το ίδιο.
2. Ιδρυση Ανεξάρτητης Υπηρεσίας Επειγόντων Περιστατικών.
Η Ελλάδα διέθετε παλαιότερα τέτοια υπηρεσία, τον Ερυθρό Σταυρό. Είναι σαφές ότι δεν υπήρχαν τότε τα μέσα για την παροχή αυτής της εξαιρετικά σημαντικής υπηρεσίας, όμως είναι επίσης σαφές ότι τα Εξωτερικά Ιατρεία των Νοσοκομείων –θεσμός αμαρτωλός κατά την άποψή μας- ουδέποτε έδωσαν αναβαθμισμένες αυτές τις υπηρεσίες. Χρεία μαρτύρων δεν έχουμε, τόσος λόγος γίνεται εδώ και 10 περίπου χρόνια για τα ΤΕΠ (Τμήματα Επειγόντων). Αν ήταν αποδοτικά τα Εξωτερικά Ιατρεία, τότε τί ανάγκη θα είχαμε τα ΤΕΠ ; Εκείνο που σχεδιάζεται όμως από τα Νοσοκομεία δεν είναι αναβαθμισμένες υπηρεσίες επειγόντων. Αυτές δεν τις θέλουν, άλλωστε δεν είναι “αποδοτικές” και γι’ αυτό προσπαθούν να τις ενεργοποιήσουν με ειδικευομένους Γενικής Ιατρικής (!) και βρισκόμαστε στην ανάγκη χρήσης ακόμη και ενδίκων μέσων εναντίον τους.
Εκείνο που θέλουν είναι να αποφύγουν ακριβώς αυτό που ισχύει σε πολλές Ευρωπαϊκές χώρες και σας προτείνουμε: Ανεξάρτητο από τα Νοσοκομεία Δίκτυο Επειγόντων. Δηλαδή μονάδες στελεχωμένες με ειδικούς γιατρούς (με τόσες ειδικότητες στην Ελλάδα, δεν είναι άραγε περίεργο γιατί δεν εγκαθιδρύθηκε ποτέ η ειδικότητα της Επειγοντολογίας
, οι οποίες μπορεί ή όχι να στεγάζονται σε νοσοκομείο και οι οποίες, όπως και το ΕΚΑΒ, συνιστούν ένα Πανελλήνιο δίκτυο, που συνεργάζεται μεν με τα νοσοκομεία και το ΕΚΑΒ, δεν αποτελεί όμως τμήμα τους.
Αν, κύριε Υπουργέ, ισχύσουν αυτές οι δύο προϋποθέσεις, έρχεται αυτόματα το ερώτημα “σε τί χρησιμεύουν τα Εξωτερικά Ιατρεία” και η απάντηση είναι “σε τίποτε και πρέπει να κλείσουν”, κλείνοντας ταυτόχρονα και όλες τις αμαρτωλές υπόγειες διαδρομές που στοιχίζουν στον λαό μας εκατομμύρια τόσο σε ατομικό όσο και δημόσιο επίπεδο – και μην ξεχνάμε ότι δυστυχώς μόνο το δημόσιο μπορούμε αδρά να ανιχνεύσουμε.
Μποδοσάκης-Πρόδρομος Ρ. Μερκούρης
Πρόεδρος ΕΛΕΓΕΙΑ