21/04/2008 ΑΥΓΗ.
--------------------------------------------------------------------------------
Του Ανδρέα ΜΗΤΣΟΥ Ανοίγοντας την πόρτα της "παιδικής κρεβατοκάμαρας", όπως τη λέγαμε από παλιά, είδαμε επάνω στον μπεζ απέναντι τοίχο ένα ερπετό. Δεν θα το αντιλαμβανόμασταν, όπως στεκόταν ακίνητο μέσα στο σκοτεινό δωμάτιο, εάν δεν φωσφόριζαν τα μάτια του σαν κόκκινες φλόγες.
Παραμονή του Πάσχα, φύγαμε από την Αθήνα και φτάσαμε στο χωριό, να κάνουμε εκεί Ανάσταση. Στο πέτρινο πατρικό σπίτι.
Πλησίασα ακροπατώντας κοντά του. Ήμασταν κι οι δύο σ' απόλυτη επιφυλακή. Το παρατηρούσα κατάπληκτος. Ύστερα, έσκυψα προσεκτικά στο πάτωμα και πήρα μία μεγάλη στρογγυλή πέτρα, από αυτές που τις είχα για να στηρίζω τα παραθυρόφυλλα, σημάδεψα το ερπετό και το πέτυχα. Έπεσε ανάσκελα στο ξύλινο πάτωμα με γδούπο, αναταράχτηκε για ένα δέκατο του δευτερολέπτου, αναστράφηκε κατόπιν κι αστραπιαία χώθηκε κάτω από το βαρύ σιδερένιο μπαούλο, δίπλα στο κρεβάτι μου, αφήνοντας πίσω τη μακριά ουρά του να σπαρταράει. Την κλώτσησα κι αυτή κάτω από το μπαούλο, δυσαρεστημένος.
-Μα γιατί το σκότωσες; Ένα σαμιαμίδι ήτανε. Το γούρι, το στοιχειό του σπιτιού, διαμαρτυρήθηκαν τα δύο παιδιά πίσω μου.
-Δεν θα πεθάνει. Κι η ουρά του θα ξαναβγεί, συμπλήρωσε η γυναίκα μου καθησυχαστική.
-Δεν ήταν σαμιαμίδι, τους πληροφόρησα. Είχε μεγάλα μάτια, σαν χάντρες κεραμιδί, και έφτανε τους δέκα πόντους μάκρος.
Με αποπήραν ομόφωνα, κι έσπευσαν να κουβαλήσουν από τη στενή πόρτα τις βαλίτσες και τα σακ-βουαγιάζ μέσα στο σπίτι.
"Ανοίξαμε" τα ηλεκτρικά καλοριφέρ, που είχαμε μεταφέρει από την Αθήνα την περσινή χρονιά και εγκαταστήσει στο πέτρινο σπίτι, τα οποία σε λίγο έβραζαν ηχηρά, και κοιμηθήκαμε όπως-όπως, εξουθενωμένοι από την κούραση. Τα παιδιά στο υπνοδωμάτιο, εγώ μόνος στην παιδική κρεβατοκάμαρα κι η γυναίκα μου στο μεσημβρινό.
Είχα έναν άσχημο ύπνο. Κόχλαζαν τα καλοριφέρ, παλιά και σκουριασμένα τσίγκινα σώματα που γεμίζαμε με νερό, κι η ζέστη ήταν αφόρητη.
Όλη τη νύχτα έβλεπα τη μάνα μου στ' όνειρό μου. Ήταν το πρώτο Πάσχα χωρίς αυτή. Είχε χαθεί πριν έξι σχεδόν μήνες.
Φορούσε μια παλιά ποδιά η μάνα μου στ' όνειρό μου, που είχε κεντήσει ριζοβελονιά, απ' όταν ήταν έφηβη, όπως συχνά επαναλάμβανε όλο καμάρι, αν και μία μοναδική φορά τη θυμάμαι να φοράει εκείνη την ποδιά. Ήταν λεχώνα στην αδερφή μου, όταν βγήκε, την τεσσαρακοστή ακριβώς μέρα κατά το έθιμο, δημόσια με το μωρό στην αγκαλιά, μες στην ποδιά της. Να κρατάει στα χέρια της την απόλυτη χαρά, ωσάν λουλούδι.
Η ποδιά ήταν μπεζ, ηπειρώτικη, με σχήματα μικρών ρόμβων ζωηρού κεραμιδί χρώματος, που η μάνα μου τα 'λεγε ραβανί, όπως το γλυκό του ταψιού.
Ογδόντα έξι κομμάτια ραβανί έχω κεντήσει ριζοβελονιά, μου εξηγούσε στο όνειρο και για πρώτη φορά ανέφερε τον αριθμό των ρόμβων, όσα και τα χρόνια που έζησε.
Το πρωί καθώς ξύπνησα, είδα έντρομος το ερπετό να 'ναι ξαπλωμένο ανάσκελα, νεκρό στο δεύτερο μαξιλάρι, δίπλα στο κεφάλι μου. Είχε βγει από τον κρυψώνα του κάτω από το μπαούλο. Σύρθηκε και κοιμήθηκε δίπλα μου, σαν να μου έλεγε, ατάραχο: "Δεν μπορείς πια να μου κάνεις τίποτα, γιατί έχω πεθάνει. Οριστικά και αμετάκλητα".
Πετάχτηκα ορθός και εξφενδόνισα το μαξιλάρι μακριά. Όταν συνήρθα, πλησίασα το ψόφιο ερπετό στο πάτωμα. Ρίγες παράλληλες από απαλό μπεζ χρώμα είχε το δέρμα του, αλλά ανάμεσά τους αμέτρητα κεραμιδί μικροσκοπικά σχήματα ρόμβων, σε χρώματα της φωτιάς, που θύμιζαν ραβανί, το αγαπημένο γλυκό της μάνας μου.
Πήρα το ερπετό στα χέρια και το κοίταζα. Πέντε μικρά δάχτυλα είχε στα πόδια, πέντε μικροσκοπικά δαχτυλάκια στα χέρια, σαν άνθρωπος. Γύρισα και χάιδεψα τη ροζ, διάφανη κοιλιά του συγκινημένος.
Όπως το κρατούσα στη χούφτα μου, με είδε η γυναίκα μου.
-Βρε πέταξέ το και πλύνε τα χέρια. Ρίξε άφθονο νερό, να καθαρίσεις. Μολύνθηκες, με αποπήρε.
-Πέθανε τελικά το σαμιαμίδι; Με ρώτησαν τα παιδιά που κατέφτασαν.
-Δεν ήταν σαμιαμίδι. Ήταν νταλακάκι, τους εξήγησα, ή κονακάκι, καθώς το έλεγε η γιαγιά σας. Και θυμήθηκα ένα στιχούργημα των γυναικών που σιγοτραγουδούσε μέσα από τα χείλη της κι η μάνα μου, έντρομη πάντα.
"Αν σε φάει νταλακάκι
το τσαπί και το φκιαράκι
μην καλέσεις το γιατρό
πνίξου στο αναφιλητό".
Δεν είναι ορατοί οι σύνδεσμοι (links).
Εγγραφή ή
Είσοδος