Επί του άρθρου 15
Επιδόματα επικίνδυνης και ανθυγιεινής εργασίας και απομακρυσμένων παραμεθορίων περιοχών.
1. Με τις διατάξεις της παρ. 1 προβλέπεται η χορήγηση επιδόματος επικίνδυνης και ανθυγιεινής εργασίας, μέχρι του ποσού των εκατόν πενήντα ευρώ (150 ευρώ) μηνιαίως. Οι δικαιούχοι του εν λόγω επιδόματος, καθώς και οι όροι και προϋποθέσεις χορήγησής του καθορίζονται με κοινή απόφαση των Υπουργών Διοικητικής Μεταρρύθμισης και Ηλεκτρονικής Διακυβέρνησης, Οικονομικών και του κατά περίπτωση αρμόδιου Υπουργού, η οποία εκδίδεται σε αποκλειστική προθεσμία έξι μηνών από την έναρξη ισχύος του κοινοποιούμενου νόμου.
2. Με τις διατάξεις της παρ. 2 προβλέπεται η χορήγηση επιδόματος απομακρυσμένων παραμεθορίων περιοχών στους υπαλλήλους που υπηρετούν σε αυτές, όπως οι περιοχές αυτές καθορίζονται κάθε φορά με κοινή απόφαση των Υπουργών Διοικητικής Μεταρρύθμισης και Ηλεκτρονικής Διακυβέρνησης και Οικονομικών, οριζόμενο σε εκατό (1 00) ευρώ μηνιαίως.
3. Με τις διατάξεις της παρ. 2 του άρθρου 30 του ιδίου ως άνω νόμου ορίζεται ότι, μέχρι την έκδοση της κοινής υπουργικής απόφασης που προβλέπεται στην προηγούμενη παράγραφο, το επίδομα Απομακρυσμένων - Παραμεθορίων περιοχών χορηγείται στους υπαλλήλους που υπηρετούν στις απομακρυσμένες - παραμεθόριες περιοχές καθώς και στις προβληματικές περιοχές κατηγορίας Α', όπως αυτές έχουν καθοριστεί σύμφωνα με τις κείμενες διατάξεις κατά την έναρξη ισχύος των διατάξεων του Δεύτερου Κεφαλαίου. Κατόπιν αυτών, το ανωτέρω επίδομα καταβάλλεται σε όσους υπαλλήλους δικαιούνταν μέχρι την 31-10-2011 το επίδομα των παρ. 4β και 4γ του άρθρου 8 του ν. 3205/2003. Αντιθέτως, το ανωτέρω επίδομα δεν θα καταβάλλεται στους υπαλλήλους που ελάμβαναν το επίδομα της παρ. 4 α του ίδιου άρθρου και νόμου.
Το επίδομα αυτό καταβάλλεται με την απαραίτητη προϋπόθεση ότι οι δικαιούχοι του προσφέρουν υπηρεσία με πλήρη και αποκλειστική απασχόληση στην Υπηρεσία της περιοχής που δικαιολογεί την καταβολή του. Επίσης καταβάλλεται και για όσο διάστημα οι υπάλληλοι τελούν σε θεσμοθετημένες άδειες (κανονικές, συνδικαλιστικές, ειδικές, εκπαιδευτικές μικρής διάρκειας έως δύο (2) μηνών, διευκόλυνσης υπαλλήλων με οικογενειακές υποχρεώσεις, μητρότητας και ανατροφής παιδιού), σε βραχυχρόνια αναρρωτική άδεια μέχρι έξι (6) μέρες το χρόνο, καθώς και αυτής που χορηγείται από δημόσια νοσοκομεία, κέντρα υγείας του δημοσίου, πανεπιστημιακές κλινικές, νοσηλευτικούς σχηματισμούς του ΙΚΑ. και ιδιωτικές κλινικές, εφόσον έχει προηγηθεί νοσηλεία στις τελευταίες, η οποία αποδεικνύεται με σχετικά παραστατικά στοιχεία (εισαγωγή, εξιτήριο κ.λ.π.).
Για τη συνδρομή όλων των ανωτέρω προϋποθέσεων, εκδίδεται κάθε μήνα βεβαίωση από τον εκάστοτε προϊστάμενο του προσωπικού αυτού, η οποία συνοδεύει τη μισθοδοτική κατάσταση. Στην περίπτωση που οι υπάλληλοι απομακρυνθούν για οποιοδήποτε λόγο (μετακίνηση, απόσπαση, μετάθεση, μετάταξη, διάθεση, αργία, άδεια άνευ αποδοχών κ.λ.π.) από την Υπηρεσία της περιοχής, που δικαιολογεί τη χορήγησή του, διακόπτεται για ίσο χρόνο και η καταβολή του εν λόγω επιδόματος με ευθύνη του οικείου προϊσταμένου, ο οποίος, όπως ήδη αναφέρθηκε, είναι αρμόδιος να βεβαιώνει την συνδρομή των προϋποθέσεων καταβολής ή μη καταβολής του.
Επί του άρθρου 16
Επιδόματα εορτών και αδείας
Με τις διατάξεις του άρθρου αυτού ρυθμίζονται το ύψος, οι όροι και οι προϋποθέσεις χορήγησης των επιδομάτων Εορτών (Χριστουγέννων - Πάσχα) καθώς και του επιδόματος Αδείας.
Ειδικότερα:
1. Το επίδομα Χριστουγέννων καταβάλλεται στις 16 Δεκεμβρίου εκάστου έτους και ορίζεται στο ποσό των πεντακοσίων ευρώ (500 ευρώ). Το επίδομα αυτό, καταβάλλεται στο ακέραιο, εφόσον ο υπάλληλος μισθοδοτήθηκε ολόκληρο το χρονικό διάστημα από 16 Απριλίου μέχρι 15 Δεκεμβρίου κάθε έτους, δηλαδή για 240 ημέρες.
2. Το επίδομα Πάσχα καταβάλλεται 1 Ο ημέρες πριν από το Πάσχα και ορίζεται στο ποσό των διακοσίων πενήντα ευρώ (250 ευρώ). Το επίδομα αυτό καταβάλλεται στο ακέραιο, εφόσον ο υπάλληλος μισθοδοτήθηκε ολόκληρο το χρονικό διάστημα από 16 Δεκεμβρίου μέχρι 15 Απριλίου του επόμενου έτους, δηλαδή για 120 ημέρες. Σε περίπτωση που το επίδομα Πάσχα καταβληθεί πριν από την 15η Απριλίου, η εκκαθάριση θα αναφέρεται μέχρι και την ημερομηνία αυτή (15 Απριλίου) και συνεπώς αν ο υπάλληλος, μετά την καταβολή του επιδόματος δεν μισθοδοτηθεί για οποιοδήποτε λόγο μέχρι την 15η Απριλίου, θα γίνει ανάλογη περικοπή, είτε από το μισθό του, είτε από οποιαδήποτε άλλη απαίτησή του (περίπτωση αποχώρησής του από την Υπηρεσία κ.λ.π.).
3. Το επίδομα Αδείας καταβάλλεται την 1 η Ιουλίου εκάστου έτους και ορίζεται στο ποσό των διακοσίων πενήντα ευρώ (250 ευρώ). Το επίδομα αυτό καταβάλλεται στο ακέραιο εφόσον ο υπάλληλος μισθοδοτήθηκε ολόκληρο το χρονικό διάστημα από 1 η Ιουλίου μέχρι 30 Ιουνίου του επόμενου έτους, δηλαδή για 360 ημέρες. Στις περιπτώσεις που ο υπάλληλος μισθοδοτήθηκε για χρονικό διάστημα μικρότερο από τα οριζόμενα στις προηγούμενες παραγράφους, τότε λαμβάνει τμήμα του ανωτέρω επιδόματος, ανάλογο του χρόνου μισθοδοσίας του. Σε περιπτώσεις μετατάξεων, για την καταβολή των επιδομάτων Εορτών και Αδείας, ισχύουν τα εξής:
α.- Στις περιπτώσεις μετάταξης από μία Δημόσια Υπηρεσία σε άλλη, η καταβολή γίνεται αποκλειστικά από την Υπηρεσία στην οποία μετατάχθηκε ο υπάλληλος.
β.- Στις περιπτώσεις μετάταξης από Ν.Π.Δ.Δ. ή Ο.Τ.Α. σε Δημόσιο και αντίστροφα καθώς και μετάταξης από Ν.Π.Δ.Δ. ή Ο.Τ.Α. σε άλλο Ν.Π.Δ.Δ. ή Ο.Τ.Α., η καταβολή γίνεται από την κάθε Υπηρεσία ανάλογα με το χρόνο που μισθοδοτήθηκε ο υπάλληλος. Στους υπαλλήλους που κατά τις ημερομηνίες πληρωμής των ανωτέρω επιδομάτων καταβάλλονται μειωμένες αποδοχές λόγω διαθεσιμότητας, αργίας, άδειας άνευ αποδοχών κ.λ.π. του ν. 3528/2007, ο υπολογισμός των επιδομάτων γίνεται με βάση τις μειωμένες αυτές αποδοχές.
Οι νόμιμοι κληρονόμοι υπαλλήλων που απεβίωσαν λαμβάνουν τα αντίστοιχα επιδόματα Εορτών και Αδείας που τους αναλογούν μέχρι τη χρονολογία του θανάτου.
Υπάλληλος, στον οποίο παρέχεται δυνατότητα επιλογής, σύμφωνα με το άρθρο 6 του ν.1282/1982 (π.χ. έξοδος από την Υπηρεσία), δικαιούται να λάβει τα επιδόματα εορτών και αδείας είτε από την Υπηρεσία του είτε από την Υπηρεσία Συντάξεων, ως εξής:
1) Στην περίπτωση επιλογής καταβολής από την Υπηρεσία, καταβάλλεται τμήμα τους ανάλογο προς τον αριθμό των ημερών που μισθοδοτήθηκε ο υπάλληλος.
2) Στην περίπτωση επιλογής καταβολής τους από τη σύνταξη, εφόσον ο υπάλληλος έχει υπερβεί το 60° έτος της ηλικίας του, καταβάλλονται στο ακέραιο, ανεξάρτητα από τις ημέρες που συνταξιοδοτήθηκε ο υπάλληλος.
Τέλος, τα εν λόγω επιδόματα καταβάλλονται στο ακέραιο, εφόσον οι πάσης φύσεως μηνιαίες αποδοχές, όπως προσδιορίζονται με τις διατάξεις του άρθρου 14, συμπεριλαμβανομένων και των επιδομάτων αυτών (εορτών και αδείας), δεν υπερβαίνουν κατά μήνα, υπολογιζόμενες σε δωδεκάμηνη βάση, το ποσό των τριών χιλιάδων (3.000) ευρώ μεικτά.
Για τη σωστή και ομοιόμορφη εφαρμογή των ανωτέρω τίθενται τα εξής παραδείγματα :
Παράδειγμα 1
Υπάλληλος που λαμβάνει συνολικές μηνιαίες πάσης φύσεως τακτικές αποδοχές, επιδόματα και αμοιβές, συμπεριλαμβανομένων και των προαναφερομένων ποσών των επιδομάτων εορτών και αδείας, 2.983 ευρώ μεικτά θα δικαιωθεί στο ακέραιο το ποσό επιδομάτων εορτών και αδείας, υπολογιζόμενο ως εξής: Οι ανωτέρω συνολικές ετήσιες αποδοχές του υπαλλήλου αυτού, μαζί με το συνολικό ποσό επιδομάτων εορτών και αδείας (1.000 ευρώ) ανέρχονται σε : 2.900 * 12 + 1.000 = 35.800 (2.983 ευρώ μηνιαίως). Επειδή ο υπάλληλος που λαμβάνει 3.000 ευρώ μεικτά το μήνα και αναγόμενα σε 12μηνη βάση 36.000 ευρώ, δεν δικαιούται των επιδομάτων εορτών και αδείας, θα πρέπει ο υπάλληλος του παραδείγματος μας, δεδομένου ότι οι συνολικές ετήσιες πάσης φύσεως τακτικές αποδοχές του, επιδόματα και αμοιβές, μαζί με τα επιδόματα εορτών και αδείας είναι χαμηλότερες από 36.000 ευρώ, να δικαιωθεί στο ακέραιο τα επιδόματα εορτών και αδείας (500 ευρώ δώρο Χριστουγέννων, 250 ευρώ δώρο Πάσχα και 250 ευρώ επίδομα αδείας).
Παράδειγμα 2
Υπάλληλος που λαμβάνει συνολικές μηνιαίες πάσης φύσεως τακτικές αποδοχές, επιδόματα και αμοιβές, συμπεριλαμβανομένων και των προαναφερομένων ποσών των επιδομάτων εορτών και αδείας, 3.033 ευρώ μεικτά θα δικαιωθεί αναλογία του ποσού των επιδομάτων εορτών και αδείας, υπολογιζόμενο ως εξής : Οι ανωτέρω συνολικές ετήσιες αποδοχές του υπαλλήλου αυτού, μαζί με το συνολικό ποσό επιδομάτων εορτών και αδείας (1.000 ευρώ) ανέρχονται σε : 2.950 * 12 + 1.000 = 36.400 ευρώ (3.033 ευρω μηνιαίως). Επειδή ο υπάλληλος που λαμβάνει 3.000 ευρώ μεικτά το μήνα και αναγόμενα σε 12μηνη βάση 36.000 ευρω, δεν δικαιούται των επιδομάτων εορτών και αδείας, θα πρέπει από τον υπάλληλο του παραδείγματος μας να αφαιρεθεί το ποσό των 400 ευρώ που υπερβαίνει τις 36.000 ευρώ, αναλόγως από τα επιδόματα εορτών και αδείας (200 ευρώ από το δώρο Χριστουγέννων, 100 ευρώ από το δώρο Πάσχα και 100 ευρώ από το επίδομα αδείας), έτσι ώστε οι συνολικές ετήσιες πάσης φύσεως τακτικές αποδοχές, επιδόματα και αμοιβές, μαζί με το μέρος των επιδομάτων που απομένουν μετά την αφαίρεση αυτή να μη ξεπερνούν το ποσό των 36.000 ευρώ (δηλαδή 2.950 * 12 +300+150+150 = 36.000) και τις 3.000 ευρώ μηνιαίως. Κατά συνέπεια τα ποσά του επιδόματος εορτών και αδείας που δικαιούται ο υπάλληλος του παραδείγματος είναι 300 ευρώ για δώρο Χριστουγέννων, 150 ευρώ για δώρο Πάσχα και 150 ευρώ για επίδομα αδείας.
Επί του άρθρου 17
Οικογενειακή παροχή
Για την ενίσχυση της οικογένειας των υπαλλήλων, που εμπίπτουν στις ρυθμίσεις του κεφαλαίου δεύτερου του κοινοποιούμενου νόμου, χορηγείται μηνιαία οικογενειακή παροχή, ανάλογα με την οικογενειακή κατάστασή τους ως εξής:
Για υπάλληλο με τέκνα ανήλικα ή ανίκανα σωματικά ή πνευματικά για άσκηση βιοποριστικού επαγγέλματος με ποσοστό αναπηρίας 50% τουλάχιστον, η ανωτέρω παροχή καθορίζεται ως εξής : πενήντα ευρώ (50 ευρώ) για ένα τέκνο, εβδομήντα ευρώ (70 ευρώ) συνολικά για δύο τέκνα, εκατόν είκοσι ευρώ (120 ευρώ) συνολικά για τρία τέκνα εκατόν εβδομήντα ευρώ (170 ευρώ) συνολικά για τέσσερα τέκνα και επιπλέον εβδομήντα ευρώ (70 ευρώ) για καθένα από το πέμπτο τέκνο και άνω.
Η κατά τα ανωτέρω παροχή δικαιολογείται μόνο για τέκνα προερχόμενα από γάμο, φυσικά, θετά ή αναγνωρισθέντα, εφόσον είναι άγαμα και δεν υπερβαίνουν το 18ο έτος της ηλικίας τους.
Η ανωτέρω παροχή δεν καταβάλλεται στους έγγαμους υπαλλήλους οι οποίοι όμως δεν έχουν αποκτήσει τέκνα, ή τα τέκνα αυτά έχουν ενηλικιωθεί ή περατώσει τις σπουδές τους ή σε κάθε περίπτωση έχουν συμπληρώσει το 24° έτος της ηλικίας τους, με εξαίρεση τους έγγαμους υπαλλήλους που έχουν τέκνα ανίκανα σωματικά ή πνευματικά για άσκηση βιοποριστικού επαγγέλματος με ποσοστό αναπηρίας 50% τουλάχιστον.
Η διαπίστωση των προϋποθέσεων χορήγησης της οικογενειακής παροχής καθώς και οποιαδήποτε μεταβολή στον αριθμό των τέκνων που αυξάνουν την παροχή αυτή γίνεται με υπεύθυνη δήλωση του υπαλλήλου που υποβάλλεται στον εκκαθαριστή των αποδοχών του, μαζί με τα συνημμένα δικαιολογητικά (π.χ. ληξιαρχική πράξη γέννησης κ.λ.π.). Εξυπακούεται ότι όσα από τα ανωτέρω στοιχεία έχουν ήδη προσκομιστεί κατά καιρούς από τους υπαλλήλους, δεν χρειάζεται να ζητηθούν εκ νέου.
Για την πληρέστερη ενημέρωσή σας, διευκρινίζουμε ότι σε περίπτωση ενηλικίωσης του πρώτου τέκνου, ή διακοπής για οποιονδήποτε άλλο λόγο της παροχής για αυτό, το δεύτερο τέκνο λαμβάνει τη θέση του πρώτου και το ίδιο ισχύει και για τη θέση των λοιπών τέκνων.
ΠΑΡΑΔΕΙΓΜΑ ΕΦΑΡΜΟΓΗΣ
Έστω υπάλληλος με δύο παιδιά εκ των οποίων το πρώτο κατά σειρά γέννησης έχει ενηλικιωθεί και δεν δικαιούται ο υπάλληλος οικογενειακή παροχή για το τέκνο αυτό. Ο υπάλληλος θα λάβει οικογενειακή παροχή 50 ευρώ μόνο για το ένα τέκνο.
Για τη συνέχιση της καταβολής της οικογενειακής παροχής, για τα παιδιά που έχουν συμπληρώσει το 18° έτος της ηλικίας τους, θα πρέπει να συντρέχουν επιπλέον οι εξής κατά περίπτωση προϋποθέσεις:
α.- Να συνεχίζουν τη φοίτησή τους στη δευτεροβάθμια εκπαίδευση και μέχρι τη συμπλήρωση του 19ou έτους της ηλικίας τους.
β.- Να φοιτούν σε ανώτερες ή ανώτατες σχολές ή σε Ινστιτούτα Επαγγελματικής Κατάρτισης (I.E.K.) δημόσια ή ιδιωτικά. Στην περίπτωση αυτή, η διάρκεια καταβολής της οικογενειακής παροχής είναι περιορισμένη, συναρτάται με το χρόνο της κανονικής φοίτησης, όπως προβλέπεται από τον οργανισμό της κάθε σχολής, και σε καμία περίπτωση δεν καταβάλλεται μετά τη συμπλήρωση του 24ou έτους της ηλικίας τους.
Το ίδιο ισχύει και για παιδιά που φοιτούν σε ανώτερες ή ανώτατες σχολές του εξωτερικού, με την επισήμανση ότι κατά το προπαρασκευαστικό στάδιο εκμάθησης της ξένης γλώσσας δεν καταβάλλεται η οικογενειακή παροχή. Στις περιπτώσεις που συμπίπτει ο χρόνος της κανονικής φοίτησης σε ανώτερες ή ανώτατες σχολές ή σε I.E.K., με τη στρατιωτική θητεία του παιδιού, η καταβολή της οικογενειακής παροχής δεν διακόπτεται.
γ.- Να έχουν αναπηρία (σωματική ή πνευματική) για άσκηση βιοποριστικού επαγγέλματος σε ποσοστό τουλάχιστον 50% και άνω. Στην περίπτωση αυτή, η οικογενειακή παροχή καταβάλλεται επ' αόριστον, ανεξάρτητα αν στην οικογένεια ή στο παιδί χορηγείται παροχή ή βοήθημα από οποιοδήποτε Δημόσιο Οργανισμό, όπως Πρόνοια κ.λ.π.
Επί του άρθρου 18
Επίδομα θέσης ευθύνης
1.- Με το άρθρο αυτό προβλέπεται η καταβολή επιδόματος θέσης ευθύνης, στους προϊσταμένους οργανικών μονάδων οποιουδήποτε επιπέδου για όσο χρόνο ασκούν τα καθήκοντά τους, οριζόμενο κατά βαθμίδα θέσης, ως εξής:
Α.- Προϊστάμενοι Διοίκησης
i.- Προϊστάμενοι Γενικών Διευθύνσεων Διοίκησης, εννιακόσια ευρώ (900 ευρώ).
ii.- Προϊστάμενοι Διευθύνσεων Διοίκησης, τετρακόσια ευρώ (400 ευρώ).
iii.- Προϊστάμενοι Τμημάτων Διοίκησης, διακόσια πενήντα ευρώ (250 ευρώ).
ίν.- Προϊστάμενοι Παιδικών Σταθμών, εκατό ευρώ (100 ευρώ).
Β.- Προϊστάμενοι εκπαίδευσης
α) Περιφερειακοί Διευθυντές εννιακόσια ευρώ (900 ευρώ).
β) Προϊστάμενοι Διευθύνσεων Πρωτοβάθμιας και Δευτεροβάθμιας Εκπαίδευσης πεντακόσια πενήντα ευρώ (550 ευρώ).
γ) Προϊστάμενοι Επιστημονικής και Παιδαγωγικής Καθοδήγησης των Περιφερειακών Δ/νσεων Εκπαίδευσης, τετρακόσια πενήντα ευρώ (ευρώ 450).
δ) Σχολικοί Σύμβουλοι προσχολικής αγωγής, δημοτικής εκπαίδευσης, ειδικής αγωγής και δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης, τετρακόσια ευρώ (ευρώ 400).
ε) Διευθυντές Ενιαίων Λυκείων, Επαγγελματικών Λυκείων, ΚΕ.Δ.Δ.Υ, Ε.Ε.Ε.Ε.Κ. και Προϊστάμενοι Γραφείων Πρωτοβάθμιας και Δευτεροβάθμιας Εκπαίδευσης τριακόσια ευρώ (300 ευρω) και εφόσον τα σχολεία διαθέτουν τουλάχιστον έξι (6) τμήματα, τριακόσια πενήντα ευρώ (350 ευρώ),
στ) Διευθυντές Γυμνασίων, Επαγγελματικών Σχολών, Σχολείων Δεύτερης Ευκαιρίας (ΣΔΕ), Δημοσίων IEK, Τετραθέσιων και άνω Δημοτικών Σχολείων και Σχολικών Εργαστηριακών Κέντρων, διακόσια πενήντα ευρώ (ευρώ 250) και εφόσον τα σχολεία διαθέτουν τουλάχιστον εννέα (9) τμήματα τριακόσια ευρώ (ευρώ 300).
ζ) Υποδιευθυντές Σχολικών Μονάδων και Σχολικών Εργαστηριακών Κέντρων, Υπεύθυνοι Τομέων Σχολικών Εργαστηριακών Κέντρων και Προϊστάμενοι Τμημάτων Εκπαιδευτικών Θεμάτων των Διευθύνσεων Πρωτοβάθμιας και Δευτεροβάθμιας Εκπαίδευσης και Υπεύθυνοι Κέντρων Περιβαλλοντικής Εκπαίδευσης, εκατόν πενήντα ευρώ (ευρώ 150).
η) Προϊστάμενοι Μονοθέσιων, Διθέσιων και Τριθέσιων Δημοτικών Σχολείων και Νηπιαγωγείων εκατό ευρώ (ευρώ 100).
2.- Το επίδομα αυτό καταβάλλεται για όσο χρόνο το εν λόγω προσωπικό ασκεί τα συγκεκριμένα καθήκοντα και με μόνη εξαίρεση την περίπτωση προσωρινής απουσίας του δικαιούχου από τα καθήκοντά του αυτά, για οποιαδήποτε αιτία (αναρρωτική άδεια, αιμοδοτική κ.λ.π.) αλλά όχι πέρα των δύο (2) μηνών συνολικά για κάθε έτος.
3.- Στην περίπτωση νόμιμης αναπλήρωσης προϊσταμένου, σύμφωνα με τις ισχύουσες διατάξεις το επίδομα της αντίστοιχης βαθμίδας καταβάλλεται, μετά την πάροδο δύο μηνών, στον αναπληρωτή της θέσης αυτής. Ειδικότερα, στην περίπτωση κένωσης ή σύστασης θέσης προϊσταμένου οργανικής μονάδος το ως άνω επίδομα καταβάλλεται στο νόμιμο αναπληρωτή, από την έναρξη της αναπλήρωσης χωρίς περιορισμό για όσο χρόνο διαρκεί η αναπλήρωση.
4.- Στις περιπτώσεις που προϊστάμενοι εκτελούν καθήκοντα σε δύο βαθμίδες θέσης, καταβάλλεται μόνο το επίδομα που αντιστοιχεί στην ανώτερη βαθμίδα.
Επί του άρθρου 19
Κίνητρο Επίτευξης Στόχων και Κίνητρο Επίτευξης Δημοσιονομικών Στόχων
1. Με τις διατάξεις της παρ. 1 ορίζεται ότι στους υπαλλήλους, οι οποίοι υπηρετούν σε υπηρεσιακές μονάδες, οι οποίες έχουν πετύχει πάνω από 80%, τους ποσοτικοποιημένους στόχους που έχουν τεθεί με βάση το σύστημα αξιολόγησης, όπως προβλέπεται από τις διατάξεις των παραγράφων 3, 4 και 5 του άρθρου 7 του κοινοποιούμενου νόμου, είναι δυνατή η καταβολή Κινήτρου Επίτευξης Στόχων (Κ. Ε. Σ.).
Το Κ. Ε. Σ. υπολογίζεται ανά υπουργείο ή φορέα και δεν μπορεί να υπερβαίνει το 3% του συνολικού μισθολογικού κόστους του κατά το προηγούμενο έτος. Το Κ.Ε.Σ. μπορεί να καταβάλλεται μία φορά κατ' έτος, μετά από πιστοποιημένη, μέσω της έκθεσης αξιολόγησης, επίτευξη των στόχων κατά το προηγούμενο έτος. Το Κ.Ε.Σ., που καταβάλλεται στους υπαλλήλους, ισούται με ποσό μέχρι 50% ενός βασικού τους μισθού, εφόσον επέτυχαν τους στόχους σε ποσοστό μέχρι και 90% και με ποσό μέχρι 100% ενός βασικού τους μισθού, εφόσον επέτυχαν τους στόχους σε ποσοστό από 90% και πάνω.
Εάν η κατά το δεύτερο εδάφιο της παρούσας παραγράφου, εκτιμώμενη δαπάνη υπερβαίνει το όριο του 3%, το Κ.Ε.Σ. καταβάλλεται στους υπαλλήλους των υπηρεσιακών μονάδων που προηγούνται στη σειρά αξιολόγησης με βάση το ποσοστό επίτευξης των στόχων, αφαιρώντας τις υπηρεσιακές μονάδες με τα χαμηλότερα ποσοστά. Με τα Προεδρικά Διατάγματα, που προβλέπονται από τις διατάξεις των παραγράφων 3, 4 και 5 του άρθρου 7 του κοινοποιούμενου νόμου, ρυθμίζονται τα ειδικότερα θέματα που αφορούν στην αξιολόγηση της επίτευξης των στόχων από τις υπηρεσιακές μονάδες, για την καταβολή του Κ.Ε.Σ., καθώς και τα ειδικότερα θέματα που αφορούν στη διαδικασία πιστοποίησης της επίτευξης και κάθε άλλο σχετικό θέμα για την εφαρμογή των διατάξεων της παρ. 1 του άρθρου 19 του ίδιου νόμου.
2. Με τις διατάξεις της παρ. 2, ορίζεται ότι στους υπαλλήλους των κατηγοριών ΠΕ, ΤΕ και ΔΕ που υπηρετούν σε υπηρεσιακές μονάδες που έχουν ως κύρια αρμοδιότητά τους την επίτευξη δημοσιονομικών στόχων, την είσπραξη εσόδων του Δημοσίου, των ΟΤΑ και των ΟΚΑ, καθώς και τον προγραμματισμό και έλεγχο αντίστοιχων δαπανών, καταβάλλεται αντί του Κ.Ε.Σ., Κίνητρο Επίτευξης Δημοσιονομικών Στόχων (Κ.Ε.Δ.Σ.). Το κίνητρο έχει τη μορφή ποσοστιαίας προσαύξησης του βασικού μισθού, κατά το έτος που ακολουθεί εκείνο εντός του οποίου καταγράφηκε η επίτευξη των στόχων, με βάση το κατά τα ανωτέρω σύστημα αξιολόγησης. Το Κίνητρο Επίτευξης Δημοσιονομικών Στόχων καταβάλλεται αντί του Κ.Ε.Σ. και στους υπαλλήλους ΠΕ, ΤΕ και ΔΕ που υπηρετούν σε υπηρεσιακές μονάδες που έχουν ως κύρια αρμοδιότητα την επιθεώρηση ή τον έλεγχο υπηρεσιών και λειτουργιών της Δημόσιας Διοίκησης.
Στους υπαλλήλους των υπηρεσιών που πέτυχαν τους στόχους σε ποσοστό άνω του 90% καταβάλλεται προσαύξηση 15% του βασικού τους μισθού. Το Κ.Ε.Δ.Σ. υπολογίζεται ανά υπουργείο ή φορέα και δεν μπορεί να υπερβαίνει το 1 Ο% του συνολικού μισθολογικού κόστους του κατά το προηγούμενο έτος. Εάν η εκτιμώμενη δαπάνη υπερβαίνει το όριο του 10%, το Κ.Ε.Δ.Σ. καταβάλλεται στους υπαλλήλους των υπηρεσιακών μονάδων που προηγούνται στη σειρά αξιολόγησης με βάση το ποσοστό επίτευξης των στόχων, αφαιρώντας τις υπηρεσιακές μονάδες με τα χαμηλότερα ποσοστά.
Η συνολική δαπάνη για την καταβολή του Κ.Ε.Δ.Σ. δεν επιτρέπεται να υπερβαίνει το ποσό των εκατό εκατομμυρίων ευρώ (1 00.000.000 ευρώ) ετησίως. Εάν η εκτιμώμενη δαπάνη για την καταβολή του Κ.Ε.Δ.Σ. υπερβαίνει το ποσό αυτό, το Κ.Ε.Δ.Σ. καταβάλλεται μειωμένο αναλογικά κατά το ποσοστό της υπέρβασης. Οι υπηρεσιακές μονάδες της παραγράφου 2 ορίζονται με Προεδρικό
Διάταγμα, που εκδίδεται με πρόταση του Υπουργού Οικονομικών και του κατά περίπτωση συναρμόδιου Υπουργού, εντός ενός μηνός από την ημερομηνία έναρξης (1-11-2011) των διατάξεων του κεφαλαίου δεύτερου του κοινοποιούμενου νόμου.