«Αυτοκτονική» πορεία: Ένας στους 6 Έλληνες με σημαντική ψυχοπαθολογία
"Περί τους 1720 ανθρώπους καταγράφηκαν ως πρωταγωνιστές σε περιστατικά αυτοκτονίας στην Ελλάδα από την αρχή του 2009 έως το τέλος του 2011. Οι σχετικοί δείκτες εμφανίζουν αυξητική τάση, όσο επιδεινώνονται οι οικονομικές συνθήκες. Άμεση σύνδεση της ανεργίας με τη ροπή προς αυτοκτονία καταδεικνύουν τα ευρήματα ερευνών. «Βρισκόμαστε στην αρχή ενός πρωτοφανούς φαινομένου για την ελληνική κοινωνία», εκτιμά ο επιστημονικός διευθυντής Εταιρείας Περιφερειακής Ανάπτυξης και Ψυχικής Υγείας (ΕΠΑΨΥ) Στέλιος Στυλιανίδης, υπογραμμίζοντας τους παράγοντες οι οποίοι δημιουργούν ένα εκρηκτικό κοινωνικό περιβάλλον."
Κάθε αύξηση 1% στην ανεργία, επιφέρει αύξηση 0,8% στις αυτοκτονίες (ηλικίας κάτω των 65 ετών) και αύξηση 0,8% στις ανθρωποκτονίες. (Stuckler et al., 2009)
Ο συνολικός αριθμός των αυτοκτονιών οι οποίες εκτελέστηκαν ή επιχειρήθηκαν στην Ελλάδα αυξήθηκαν το 2010 κατά 27,6% σε σύγκριση με το 2009: 622 από 507 (στοιχεία ΕΛ.ΑΣ). Οι κλήσεις στη μία εθνική γραμμή βοήθειας για την αυτοκτονία σημειώνουν αύξηση η οποία αγγίζει το 70%. Σύμφωνα με τον κοσμήτορα της Εθνικής Σχολής Δημόσιας Υγείας Γιάννη Κυριόπουλο, το 23% των ατόμων με ψυχικό νόσημα έχει χρέη, οι άνεργοι αποτελούν την πιο ευάλωτη πληθυσμιακή ομάδα και οι συνταξιούχοι αποτελούν με τη σειρά τους «παράπλευρη απώλεια» της οικονομικής κρίσης.
Φτώχεια και κατάθλιψη
«Τη στιγμή κατά την οποία ολόκληρος ο κοινωνικός ιστός αποδομείται, η επισφάλεια και η ανασφάλεια ‘σημαδεύουν’ ψυχικά και κοινωνικά με κύριο χαρακτηριστικό την έλλειψη ελπίδας για το μέλλον, η προσωπική ευαλωτότητα συναντά όλη αυτή την τεράστια οικονομική κρίση, και την ίδια ώρα μειώνονται οι ειδικές δράσεις υπέρ των κοινωνικά ευπαθών ομάδων, για την πρόληψη και την αντιμετώπιση της κατάθλιψης ευρύτερα, είναι επόμενος ο πολλαπλασιασμός αντίστοιχων φαινομένων. Θεωρώ ότι βρισκόμαστε στην αρχή ενός πρωτοφανούς φαινομένου για την ελληνική κοινωνία», δηλώνει ο κ. Στυλιανίδης.
Το ποσοστό αυτοκτονιών έχει αυξηθεί από 2,8 ανά 100.000 πληθυσμού το 2008 σε 5,2 το 2010 (Giotakos, Karabelas, Kafkas, 2011). Η πιο πρόσφατη εθνική επιδημιολογική έρευνα δείχνει υψηλή θετική συσχέτιση ανάμεσα στην εκδήλωση επιθυμίας θανάτου και την ανεργία, αλλά και την εμφάνιση σοβαρής ψυχοπαθολογίας και ανεργίας (Mavreas et al., 2010). Ένας στους 6 Έλληνες ηλικίας 18-70 έχει αναπτύξει κλινικά σημαντική ψυχοπαθολογία και ένας στους 12 (600.000) σοβαρή ψυχοπαθολογία. Το 75% του πληθυσμού που εμφανίζει κάποιου είδους ψυχοπαθολογία δεν λαμβάνει θεραπεία για το πρόβλημα το οποίο αντιμετωπίζει.
«Δεν σημαίνει ότι όλοι οι άνεργοι ή όλοι οι άστεγοι αυτοκτονούν, αλλά η οικονομική κρίση και η έλλειψη προοπτικής και ελπίδας για το μέλλον ενεργοποιεί το έλλειμμα ανθεκτικότητας του καθένα και ενεργοποιεί και αυτοκαταστροφικούς μηχανισμούς σαν μοιραίο μέσο επίλυσης αυτής της αντίφασης», τονίζει ο επιστημονικός διευθυντής της ΕΠΑΨΥ. Ο ίδιος διαισθάνεται ότι η πρόβλεψη του Παγκόσμιου Οργανισμού Υγείας. για την ανάδειξη της κατάθλιψης ως της πρώτης αιτίας νόσου και επιβάρυνσης ανά την υφήλιο το 2020, θα επισπευστεί στο 2015 υπό την ώθηση της «χειμαζόμενης Ευρώπης».
Η ΕΠΑΨΥ χρησιμοποιεί ως αφετηρία την εκτίμηση ότι περισσότερο από 30% του πληθυσμού ζει σε καθεστώς ανέχειας, για να επισημάνει πως οι ευάλωτες ομάδες εκφράζουν μια ιδιαίτερη μορφή αποσύνδεσης (desaffiliation sociale) από τον κοινωνικό δεσμό, καθώς σημειώνεται μία συλλογική απώλεια βασικών χαρακτηριστικών τα οποία αγγίζουν ολόκληρα κομμάτια κοινωνικών τάξεων (έλλειψη κερδών, στέγασης, ιατρικής φροντίδας, εκπαίδευσης, έλλειψη/απώλεια δύναμης ή/και σεβασμού - R.Castel). Τα κοινωνικά και ψυχικά προβλήματα εμφανίζονται μεγαλύτερα σε χώρες με μεγάλες ανισότητες εισοδημάτων, όπως είναι η Ελλάδα.
Εκτεταμένη «κοινωνική οδύνη»
Η συναισθηματική κατάσταση η οποία μπορεί να ωθήσει ακόμη και στην αυτοκτονία δεν συνιστά απαραίτητα φαινόμενο «κλινικής κατάθλιψης». Η επιστημονική κοινότητα παρατηρεί ένα εκτεταμένο φαινόμενο «κοινωνικής οδύνης», το οποίο αποτελεί ένα μείγμα «χαμηλής αυτοεκτίμησης, ναρκισσιστικής ευαλωτότητας, μείωσης της ανθεκτικότητας και ουσιαστικά πολύ μεγάλης αδυναμίας του ατόμου να επεξεργαστεί ψυχικά νέους μηχανισμούς άμυνας για να επιβιώσει απέναντι σε αυτή την ακραία κρίση».
Σε αυτό το πλαίσιο, ο κ. Στυλιανίδης στέκεται στην ανάγκη να δημιουργηθούν νέα δίκτυα αλληλεγγύης, νέες συνέργειες και να ενισχυθούν οι υπηρεσίες ψυχικής υγείας και κοινωνικής πρόνοιας: «Αν καταρρεύσει πλήρως το κράτος πρόνοιας και η επιβίωση εξαρτάται από το συσσίτιο ή από τη φιλανθρωπία της εκκλησίας, δεν μπορεί να υπάρχει ψυχιατρική – ψυχοθεραπευτική παρέμβαση. Η απόλυτη φτώχεια, στην ουσία, ακυρώνει οποιαδήποτε θέληση ή σχέδιο προς αυτή την κατεύθυνση. Χρειάζεται ένα μίνιμουμ επίπεδο διαβίωσης».
Σημειώνεται ότι στο πλαίσιο περικοπών οι δομές υποστήριξης της ψυχικής υγείας στερήθηκαν πόρους ύψους 36,8 εκατ. ευρώ, γεγονός το οποίο εκτιμάται ότι πλήττει τη λειτουργία του συστήματος που λειτουργεί με ευθύνη των Νομικών Προσώπων Ιδιωτικού Δικαίου (ΝΠΙΔ) και πως πρακτικά συνεπάγεται την επιστροφή στα ψυχιατρεία -με ό,τι αυτό συνεπάγεται- 1500 ψυχικά πασχόντων.
Δεν είναι ορατοί οι σύνδεσμοι (links).
Εγγραφή ή
Είσοδος