Προσωπικά δεν έχω καταλάβει καθόλου αυτή τη συζήτηση.
Ή είμαι μωρότερος των οδηγούντων αυτή τη συζήτηση ή αρνούμαι να μπώ στον πειρασμό να «πλιατσικολογήσω» πάνω σε ένα θάνατο. Ας το κρίνουν όσοι προσπαθούν να δούν τον ψυχισμό των άλλων ως ειδικοί της κλειδαρότρυπας. Εμένα ποσώς με απασχολεί.
Αναγκάζομαι όμως να πώ τελικά τα παρακάτω:
1. Το να αυτοκτονεί κανείς είναι δικαίωμά του. Διαφωνώ κάθετα με αυτή την επιλογή, αλλά δεν έχω δικαίωμα να κρίνω αυτόν που την επιλέγει.
2. 2. Το πόσα έβγαλε και πώς κανείς στο παρελθόν δεν αναιρούν το ενδεχόμενο να βρίσκεται σήμερα σε απόγνωση. Ούτε κανείς μας είναι –εκ της ηθικής απόψεως- εντεταλμένος να τον κρίνει.
3. Το πόσα βγάζω σήμερα δεν σημαίνουν τίποτε για το αν κατατάσσομαι στους ευρισκόμενους σε αδιέξοδο ή όχι. Αυτό συναρτάται με το πόσα βγάζω, σε τι έχω επενδύσει και τι οικονομικές υποχρεώσεις έχω αναλάβει, με το πόσο είναι δυνατόν να «ρευστοποιήσω» αυτό που «έκτισα» σε καλές εποχές για να αντεπεξέλθω σήμερα στις δύσκολες, με το πόσο, αν δεν αντεπεξέλθω, θα καταστραφώ ή απλά θα «ζοριστώ» Και με τόσα άλλα που επεισέρχονται στα «του οίκου» του καθ’ ενός και στα όρια ανοχής του.
Για να το κάνω πιο σαφές:
ο Α. παίρνει 500 ευρώ το μήνα. Δεν έχει ενοίκιο και τα χρειάζεται να φάει και να κινηθεί, να ντυθεί και να πληρώσει το ρεύμα. Άρα περνάει ζόρικα.
Ο Β παίρνει 2000 ευρώ το μήνα. Είναι δημόσιος υπάλληλος και κατηγορίας τέτοιας που άλλοι συνάδελφοί του στο ιδιωτικό –με τα ίδια προσόντα και χρόνια- παίρνουν 5000+.
Εμπιστεύτηκε τον εργοδότη του ως «αξιόπιστο» και το δεδομένο της μονιμότητά του (που δεν το δημιούργησε αυτός, αλλά έτσι ήταν το σύστημα στο οποίο εισήλθε) και αφού έπαιρνε 3500 ευρώ, και αφού ήταν ολιγαρκής στην καθημερινότητά του και αφού δε βρήκε από τον μπαμπά τίποτε, αποφάσισε να βάλει ένα δάνειο να αγοράσει ένα σπίτι 150.000 και να χτίσει ένα απλό στο κτήμα που είχε.
Δέσμευσε λοιπόν με τα δάνεια αυτά τα 1700 ευρώ το μήνα και περνούσε πολύ άνετα με τα υπόλοιπα.
Σήμερα παίρνει 2000. Από αυτά μένουν για όλα όσα καλύπτει ο Α ( διατροφή, ρεύμα κ.λ.π.) 300 ευρώ.
Το σπίτι θέλει να το πουλήσει αλλά δεν πιάνει πάνω από 120.000 πιά και αυτά που χρωστάει στην τράπεζα είναι 130.000. Άσε που όσο και αν το έβαλε σε αγγελίες, ούτε ένα τηλέφωνο δεν πήρε.
Παρόμοια είναι και η κατάσταση για το κτήμα που επίσης προσπάθησε να πουλήσει για να αντεπεξέλθει στις καθημερινές ανάγκες του.
Τελικό αποτέλεσμα: ο Α. παίρνει 500 αλλά έχει διαθέσιμα για την καθημερινότητά του 500.
Ο Β παίρνει 2000 αλλά έχει διαθέσημα για την καθημερινότητά του 300 και με καμία δυνατότητα απαλλαγής των βαρών.
Με ποιο δικαίωμα λοιπόν εσύ λές ότι αυτός (ο Β) «κάτι καλό παίρνει», αντέχει, δεν διακιούται να αγανακτεί, δεν εξαθλιώνεται με τις πολιτικές επιλογές που έχουν γίνει?
Οι τελικοί συσχετισμοί μετράνε για την κατάντια που βρισκόμαστε και όχι οι απόλυτοι αριθμοί.
4. Τελικά –για τους λόγους που εκείνος ήξερε και που δεν μας αφορούν άμεσα σα σύνολο- αυτός ο άνθρωπος κατέληξε να βλέπει τον εαυτό του έτοιμο να μπεί στο σκουπιδιοντενεκέ για να βρεί τον επιούσιο. Άσχετα από τις επιλογές του πιο πρίν, κατέληξε εκεί.
Και είχε την υπερηφάνεια να μην επιτρέψει στον εαυτό του να το κάνει.
5. Πέρα όμως από τις δικές του επιλογές που μπορεί να επηρέασαν ακουσίως (όπως τον αγοραστή του σπιτιού της Β περίπτωσης του παραδείγματός μου), ποιος ευθύνεται για αυτό τον εκτροχιασμό του προγραμματισμού όλης της κοινωνίας που για πολλές χιλιάδες (πιστεύω εκατομμύρια) συμπολίτες μας είναι τέτοιος αυτός ο εκτροχιασμός που τους καταβαράθρωσε?
Σαφώς οι πολιτικές επιλογές της παράδοσης της χώρας μας σε κατακτητές και λήσταρχους που το μόνο που τους νοιάζει είναι να μην «χρεοκοπήσει η χώρα» (βλέπε πληρωθούν τα δανεικά) και ας χρεοκοπήσει και ας εκμηδενιστεί ο κάθε «χωριανός» (βλέπε «απλός πολίτης») είναι αυτές που πυροδότησαν την σκανδάλη και σε αυτό το περιστατικό, όπως και σε πολλά άλλα.
Αλλά και εκεί που δεν την πυροδότησαν οδήγησαν από την αξιοπρέπεια σε ανθρώπινα ράκη πολλούς συμπολίτες μας.
Εγώ προσωπικά περίμενα να δώ συζήτηση πάνω σ’ αυτό το σημείο με αφορμή τον επίσημο αυτόχειρα (γιατί υπάρχουν και άλλοι που πέρασαν στην αφάνεια, αφού δεν επέλεξαν την πλατεία Συντάγματος για την πράξη τους), την οποία όμως δυστυχώς δεν είδα.
Γι’ αυτό δεν κλειδώνω προσωρινά το θέμα, ελπίζοντας ότι δεν θα επανέλθουμε σε συζητήσεις που δεν εστιάζουν στην τραγικότητα των καιρών που οδηγούν στην απόγνωση και -υπό ορισμένες προϋποθέσεις- κάποιους συμπολίτες μας στην αυτοχειρία. Δεν θα συνεχίσουμε σε ατραπούς που δεν οδηγούν στην αναζήτηση ελπίδας, αλλά θα συνεχίσουμε εστιάζοντας σε αυτά τα ουσιώδη σημεία.
Αν αυτό δεν συμβεί, προσωπικά θα είμαι υποχρεωμένος να κλειδώσω το θέμα, γιατί το πώς και το γιατί των προσωπικών επιλογών και στάσεων του καθ’ ενός, αποκομμένο από το γενικό κοινωνικό σύνολο και τις «δημόσιες» αιτίες που οδηγούν σε αδιέξοδα, δεν αφορούν κανέναν από όσους ψάχνουν τη ζύμωση, την ανταλλαγή και προώθηση ιδεών, την αλήθεια που αφορά την κοινωνία και τέλος την ύπαρξή μας ως ΑΝΘΡΩΠΩΝ.