24/11/2020 Καθημερινή.Τα μεγάλα υπαρξιακά ερωτήματα του δικαίου
Εμπεριστατωμένες απαντήσεις για νομικούς και πολίτεςΝΙΚΟΣ Κ. ΑΛΙΒΙΖΑΤΟΣ*
24.11.2020 • 22:10
ΑΠΟΣΤΟΛΟΣ Σ. ΓΕΩΡΓΙΑΔΗΣ
Εισαγωγή στη Νομική Επιστήμηεκδ. Π. Ν. Σάκκουλας, Αθήνα, 2020
Ο συγγραφέας ήταν –και παραμένει– ο πολυγραφότερος καθηγητής της Νομικής.
Προ αμνημονεύτων ετών, όταν ως μαθητής της ογδόης γυμνασίου δίσταζα να διαλέξω ποιο δρόμο να ακολουθήσω, ένας στενός φίλος των γονέων μου, αντί για άλλη συμβουλή, μου έδωσε να διαβάσω την ελληνική μετάφραση της «Εισαγωγής εις επιστήμην του δικαίου», ενός διάσημου Γερμανού καθηγητή, του Gustav Radbruch. Το βιβλίο είχε πρωτοκυκλοφορήσει στη Γερμανία στις αρχές του 20ού αιώνα και ήταν κλασικό. Δεν ήταν μια επιτομή της Νομικής Επιστήμης· απέβλεπε, τουναντίον, «να εντάξη το Δίκαιον εις τον ειρμόν των περί Κράτους αντιλήψεων, των κοσμοθεωριών και της συναισθηματικότητος της ζωής». Δεν απευθυνόταν έτσι στο γενικό κοινό, αλλά εις τους «νομικούς τους ευρισκομένους εις το στάδιον της εκλογής του επαγγέλματός των». (Αθήνα, 1962, μτφρ. Ν. Ταζεδάκη).
Δεν θυμάμαι αν έφταιγαν περισσότερο οι δύσκολες έννοιες που πραγματευόταν ο συγγραφέας ή απλώς η καθαρεύουσα της ελληνικής μετάφρασης. Το βέβαιο είναι ότι η «Εισαγωγή» εκείνη μου φάνηκε τότε πολύ στεγνή και το διάβασμά της αληθινός Γολγοθάς. Οχι μόνο δεν με παρακίνησε να διαλέξω τα Νομικά, αλλά με έκανε ακόμη σκεπτικότερο απέναντί τους. Το ότι τελικά τα επέλεξα σίγουρα οφείλεται σε άλλους λόγους.
Γεννημένος δάσκαλος
Κρατώντας στα χέρια μου την «Εισαγωγή» του καθηγητή Απόστολου Γεωργιάδη σκέφτομαι πόσο τυχερότεροι είναι οι σημερινοί έφηβοι, που διαλέγουν και αυτοί τα Νομικά χωρίς να ξέρουν τι ακριβώς θέλουν να κάνουν στη ζωή τους. Γιατί, όπως και να το κάνουμε, στην εποχή των ΜΒΑ και των σπουδών πληροφορικής, η δικηγορία δεν είναι όσο ελκυστική ήταν άλλοτε. Και, εν πάση περιπτώσει, για τους σκεπτόμενους εικοσάρηδες, η εξασφάλιση απλώς ενός εισοδήματος δεν είναι επαρκές κίνητρο, ούτε ικανοποιεί κάποιες βαθύτερες ανησυχίες.
Γιατί ο Απόστολος Γεωργιάδης είναι γεννημένος δάσκαλος. Το μάθημά του στη Νομική, εξαιρετικά δημοφιλές, ήταν από τα απολαυστικότερα. Γιατί, όπως μπορούν να μαρτυρήσουν τρεις τουλάχιστον γενιές νομικών, ο Γεωργιάδης, με τη χρήση παραδειγμάτων από την καθημερινή ζωή, ξεδιάλυνε δυσνόητες έννοιες και αναδείκνυε τη βαθύτερη λογική του αστικού δικαίου, του «βασιλιά» των μαθημάτων της Νομικής έως πρόσφατα. Ταυτόχρονα –και αυτό μετρούσε ακόμη περισσότερο–
μάθαινε τους φοιτητές του να σκέπτονται νομικά και να βρίσκουν λύσεις σε δυσεπίλυτα πρακτικά προβλήματα. Παράλληλα, ο Γεωργιάδης ήταν –και νομίζω παραμένει– ο πολυγραφότερος καθηγητής της Νομικής, μπροστά ακόμη και από τον Γεώργιο Μπαλή, στον κατάλογο των καθηγητών της σχολής με πλούσιο συγγραφικό έργο: από τη διδακτορική διατριβή του στο Μόναχο (1963) έως σήμερα, έχει εκδώσει πάνω από είκοσι βιβλία –συγγράμματα και μελέτες πάνω σε μοντέρνα συνήθως θέματα, που ανέκαθεν τον ενδιέφεραν–, το καθένα με πολλές επανεκδόσεις. Εξάλλου, η δημοφιλής κατ’ άρθρο ερμηνεία του Αστικού Κώδικα, που ο Γεωργιάδης επιμελήθηκε και εξέδωσε με τον Μιχάλη Σταθόπουλο, τον άλλο σπουδαίο αστικολόγο της σχολής, σε δέκα τόμους, από το 1978 έως το 1998, παραμένει η εγκυρότερη πηγή όχι μόνο ενημέρωσης, αλλά και προβληματισμού για κάθε σοβαρό δικηγορικό γραφείο.
Η σχολιαζόμενη «Εισαγωγή», εκτός από τη ρέουσα γλώσσα και το γνωστό ανεπιτήδευτο ύφος του συγγραφέα, έχει ένα ακόμη μεγάλο προσόν: είναι εξαιρετικά ενημερωμένη για όλα τα νεότερα ρεύματα της Νομικής και τη σχέση της με τις άλλες επιστήμες. Λόγω ειδικότητας, θα σταθώ μόνο στο κεφάλαιο για τη σχέση της με την πολιτική. Απορρίπτοντας κατηγορηματικά τόσο την πλήρη αποσύνδεση του δικαίου από την πολιτική όσο και τις εργαλειακές θεωρίες που το καθυποτάσσουν στην τελευταία,
ο Γεωργιάδης δέχεται την αλληλεξάρτηση Νομικών και πολιτικής. Και τούτο διότι όλες οι σημαντικές αποφάσεις στις μέρες μας περιβάλλονται τον τύπο του νόμου. Ταυτόχρονα, το δίκαιο δεν λειτουργεί μόνον ως όπλο στα χέρια των κυβερνώντων, αλλά και ως φραγμός στην παντοδυναμία τους. Γι’ αυτό και
η πολιτική πρέπει να λαμβάνεται υπόψη για την ερμηνεία του δικαίου, ακόμη και από τον δικαστή· αρκεί αυτός να μην παρασύρεται από την ιδεολογία και τις προσωπικές του αντιλήψεις. Εξίσου μεγάλο ενδιαφέρον παρουσιάζει και το κεφάλαιο που ο συγγραφέας αφιερώνει στη
σχέση δικαίου και λογοτεχνίας, υπό τις δύο εκδοχές της:
ως δίκαιο στη λογοτεχνία (Κάφκα, Καμί κ.ά.) και το δίκαιο ως λογοτεχνία (ένα είδος που ανθεί ιδίως στις ΗΠΑ, όπου το στυλ μετράει εξίσου πολύ με το περιεχόμενο πολλών δικαστικών αποφάσεων και συγγραμμάτων).
Τα ιδεώδη της Δικαιοσύνης
«Ο υπερεκχειλίζων εγωισμός δεν είναι ανεκτός υπό του δικαίου». Στη φράση αυτή ο Γεώργιος Μαριδάκης συμπύκνωνε το 1936 τη δικαιολογητική βάση του άρθρου 281 ΑΚ, το οποίο απαγορεύει την καταχρηστική άσκηση δικαιώματος. Πρόκειται για το σημαντικότερο άρθρο του Αστικού Κώδικα, αφού, όπως έχει επισημανθεί, απηχεί τις βαθύτερες αντιλήψεις οι οποίες «αναβλύζουν εκ των ιδεωδών της δικαιοσύνης, της επιεικείας και του μέτρου», που χαρακτηρίζουν από παλιά την εξέλιξη του δικαίου στη χώρα μας (Γ. Μιχαηλίδης-Νουάρος). Το σχολιαζόμενο βιβλίο του Απόστολου Γεωργιάδη, απαντώντας στα μεγάλα «υπαρξιακά» ερωτήματα του δικαίου, εισάγει περίτεχνα τον αναγνώστη στον ολοζώντανο αυτόν κόσμο. Γι’ αυτό
αξίζει να διαβαστεί όχι μόνο από τον προβληματισμένο νομικό, αλλά και από κάθε σκεπτόμενο πολίτη. * Ο κ. Νίκος Κ. Αλιβιζάτος είναι ομότιμος καθηγητής του Πανεπιστημίου Αθηνών.
Δεν είναι ορατοί οι σύνδεσμοι (links).
Εγγραφή ή
Είσοδος