Τρίτη 18 Σεπτεμβρίου 2012Φτάσαμε ήδη στα μέσα Σεπτέμβρη. Καθώς οι βιτρίνες έχουν αρχίσει να γεμίζουν με χειμωνιάτικα, το μαύρισμα αρχίζει να ξεθωριάζει, όπως και οι αναμνήσεις από αυτό το τελευταίο καλοκαίρι που πέρασε τόσο ξέγνοιαστα για μένα. Χωρίς καμία σκέψη, καμία ευθύνη, καμία υποχρέωση. Αυτές μετατέθηκαν όλες για το φθινόπωρο, μαζί με την έκθεση της Τρόικα.
Τα τελευταία έξι χρόνια, το μόνο που έχω να θυμάμαι από αυτή την εποχή, είναι τα μεγάλα χοντρά βιβλία της Ιατρικής. Ατελείωτες ώρες διαβάσματος και η ατέρμονη επιθυμία να έρθει, επιτέλους, αυτός ο Σεπτέμβρης, για να τελειώσουν τα βάσανά μου.
Τελικά, όλα κάποτε τελειώνουν. Όπως τελείωσε κι αυτή η Σχολή. Και παρόλο που το επαγγελματικό μου μέλλον μοιάζει ζοφερό, αν μη τι άλλο σκέφτομαι αυτό που λέει ο ποιητής:
«Εδώ που έφθασες, λίγο δεν είναι·
τόσο που έκαμες, μεγάλη δόξα.
Κι αυτό ακόμη το σκαλί το πρώτο
πολύ από τον κοινό τον κόσμο απέχει.
Εις το σκαλί για να πατήσεις τούτο
πρέπει με το δικαίωμά σου νάσαι
πολίτης εις των ιδεών την πόλι.»
Ήταν η πρώτη φορά, λοιπόν, που δεν ήθελα να ρθει ο Σεπτέμβρης. Τι άλλο θα είχα να κάνω, εκτός από το να γραφτώ στο ταμείο ανεργίας, όπως σχεδόν κάθε πτυχιούχος της ηλικίας μου;
Όπως όλοι μου οι φίλοι;
Ύστερα, έγινα η χαρά του πρωτοκόλλου και του βιογραφικού. Απέλπιδα ή όχι, δεν μπορείς να κάνεις τίποτα άλλο από το να στέλνεις αιτήσεις παντού…
Το αναθεωρημένο για το Σεπτέμβρη στατιστικό νούμερο 53,8% της ανεργίας των νέων φαντάζει ακόμη πιο τρομακτικό όταν το αντιμετωπίζεις στην πραγματική ζώη. Λένε, πως κάποιος που είναι νέος και πεισματάρης κρατάει στα χέρια του μία ανεξόφλητη επιταγή από τη ζωή. Στη Ελλάδα του 2012, η επιταγή αυτή μένει μάλλον ακάλυπτη…
Το βασικό θέμα συζήτησης του φετινού καλοκαιριού ήταν οι «προβολές στο μέλλον». Η ιδέα, δηλαδή, ότι σε όλες τις σκέψεις, τις επιθυμίες και τις αποφάσεις μας, προβάλλουμε πάντα την επόμενη μέρα, και την επίδραση που μπορεί να έχουν αυτές είτε σε μας είτε στους γύρω μας.
Στο πλαίσιο της σημερινής κατάστασης είναι λίγο δύσκολο κανείς να κάνει προβολές στο μέλλον, ειδικά όταν αυτό δεν εξαρτάται από τον ίδιο.
Ο χειμώνας που πλησιάζει, δεν θα μοιάζει σε τίποτα με όλους τους προηγούμενους. Με την εξίσωση του πετρελαίου θέρμανσης με το πετρέλαιο κίνησης, δεν ξέρω αν θα έχουμε χρήματα να ζεστάνουμε το σπίτι μας. Όπως όλοι. Και ενώ τα σπίτια μας θα μένουν κρύα, έξω οι δρόμοι θα καίγονται. Οι πλέον μετριοπαθείς αναλυτές περιμένουν βίαιες κοινωνικές εκρήξεις και αναταραχές.
Τα μέτρα αυτά, που με τόσο κυνισμό μας επιβάλλουν οι δανειστές μας (ναι, αυτοί οι ίδιοι που διατείνονται ότι μας βοηθάνε, ενώ παράλληλα αισχροκερδούν σε βάρος μας, όπως απέδειξε και στον τελευταίο αντιρρησία η υπόθεση του ομολόγου της ΕΚΤ που έληξε στις 20/8), είναι φορτίο ασήκωτο για την ελληνική κοινωνία.
Ίσως και για την ελληνική Βουλή, από την οποία δεν θα πρέπει να θεωρείται αυτονόητο ότι θα περάσουν…
Υπάρχουν τρεις τρόποι αντιμετώπισης της ζωής, της πραγματικότητας, της πολιτικής, του ρόλου του καθενός ως πολίτη. Η αντίληψη ότι όλα είναι μάταια, δεν αξίζει να προσπαθείς για τίποτε, γιατί τίποτε δεν αλλάζει, οπότε παραιτείσαι και εθελοτυφλείς.
Η δεύτερη είναι η ρεφορμιστική, ίσως η πιο ρομαντική. Μπαίνεις στο σύστημα και προσπαθείς να το αλλάξεις από μέσα, γιατί αν δεν το κάνεις εσύ, θα βρεθεί κάποιος άλλος να το κάνει για σένα. Ή με άλλα λόγια, δεν σκέφτεσαι μόνο τι κάνει το κράτος για σένα, αλλά αναρωτιέσαι τι κάνεις κι εσύ για το κράτος και την κοινωνία. Τέλος, υπάρχει και η αντίληψη ότι εδώ που φτάσαμε, θα πρέπει να βρεθεί μία καινούργια έννοια για το αδιέξοδο, τον πάτο, το τέλμα, και ότι μόνο με μία αληθινή καταστροφή ξαναφτιάχνεται αυτό το τόσο διαβρωμένο ελληνικό σύστημα.
Οι θιασώτες αυτής της άποψης, που είναι κοντά στο να αρχίσουν τις μολότωφ, όλο και πληθαίνουν…
Άλλωστε, αυτή η κρίση ετεροπροσδιόρισε και την έννοια του «συστήματος». Έτσι, σε πολλές περιπτώσεις «σύστημα» ένοιωθε ή είχε την ψευδαίσθηση πως ήτανε, ένα μεγάλο κομμάτι της αστικής τάξης. Όσο αυτή συμπίεζεται και εξαχνώνεται από την κρίση, το «σύστημα» αντιπροσωπεύει μία ολιγαρχία πολύ συγκεκριμένη και πολύ μισητή από όλη την υπόλοιπη κοινωνία. Και σίγουρα μπορεί να μην φταίει αυτή για όλα τα δεινά που μας κατατρύχουν, αλλά σίγουρα συνέβαλε στα περισσότερα.
Όλα αυτά οδήγησαν στην απαξίωση και, τελικά, στην αποτυχία των αστικών κομμάτων της Μεταπολίτευσης, που παραδοσιακά ταυτίστηκαν με το αυτό το «σύστημα» και την στροφή των πολιτών σε επιλογές στα άκρα του δημοκρατικού τόξου ή και πέρα από αυτό.
Δεν έχω καταλήξει αν βλέπω τα πράγματα μάταια, ρεφορμιστικά ή συντριπτικά. Σίγουρα προσπαθώ να τα βλέπω αισιόδοξα. Μέχρι να στερέψουν μέσα μου και τα τελευταία ψήγματα ελπίδας.
Ας στρέψω, λοιπόν, τους προβολείς στο παρόν και ας αφήσω τις προβολές στο μέλλον για το επόμενο καλοκαίρι. Ας δω πού, ακόμα, θα στείλω βιογραφικά…
Άλλωστε, δεν γίνεται, δεν μπορεί, να υπάρχουν χαμένες και κεδρισμένες γενιές. Κάθε άνθρωπος βρίσκει ένα κίνητρο να θέλει να κερδίσει τη ζωή του. Αυτο προκύπτει κι από την ίδια τη ζωή. Δεν μπορούμε να αντικαταστήσουμε τα όνειρά μας, με τους αριθμούς, τις εκθέσεις της τρόικα και του ΔΝΤ, τη λογική παραγωγή συμπερασμάτων.
Άν και όλοι ξεκινάμε με την ίδια αφετηρία, βουτάμε στη ζωή και φτάνουμε σε διαφορετικά λιμάνια. Μόνο μία άγκυρα μας κρατάει: Η πίστη μας στον εαυτό μας.
Και στην τελική, ακόμη κι αν όλα αυτά εξαρτώνται από την επιτυχία αυτής κυβέρνησης, θα χρησιμοποιήσω ένα δίστιχο από τον αγαπημένο ποιητή του Πρωθυπουργού για το τέλος…
«Αν δεν στηρίξεις το ένα σου πόδι έξω από τη γη, ποτέ δεν θα μπορέσεις να σταθείς επάνω της»…
*Η Πέννυ Δαλαμπούρα αποφοιτά από την Ιατρική του ΑΠΘ.Δεν είναι ορατοί οι σύνδεσμοι (links).
Εγγραφή ή
Είσοδος