17/06/2010, Καθημερινή.
Δεν είναι ορατοί οι σύνδεσμοι (links).
Εγγραφή ή Είσοδος
Ο εναλλακτικός τρόπος διακοπών που προσφέρει το camping έχει γίνει ιδιαίτερα επίκαιρος λόγω των γνωστών συνθηκών στις οποίες έχουν περιέλθει οι κάτοικοι της χώρας που ήθελε να λέγεται "ατμομηχανή των Βαλκανίων" και η οποία, δυστυχώς, αποδείχτηκε γίγαντας με πήλινα πόδια (και @ρχ... πολιτικούς).
Το ερώτημα που πάντοτε με απασχολούσε γύρω από το θέμα του (ελεύθερου) κάμπινγκ, είναι το πού κάνει κάποιος την ανάγκη του.
Όταν βγαίναμε σκηνάκια στην Ορεοβίτσα ή στα Μαράσια με τον Έψιλον Σου, φρόντιζε ο καθένας μας και τη χεσοκαβάντζα του, δηλαδή ένα απόμερο μέρος αυτοκάθαρσης που συνήθως βρισκόταν μεταξύ θάμνων (εν είδει παραβάν), ή σε ένα ανισόπεδο έδαφος, όπου με μια πρόχειρη κατασκευή μιας ρηχής λακούβας, και με τη λήψη της κατάλληλης στάσης που εξασκούσε παράλληλα δικέφαλους και τετρακέφαλους μηριαίους, προβαίναμε στην ανακούφισή μας και κατόπιν με λίγο χώμα στην υγειονομική ταφή των ανοσιουργημάτων. Όποιος δε τύχαινε να μας πάρει μάτι, μισή ντροπή δική του, μισή δική μας. Μήπως είχε κανείς άλλη εναλλακτική; Μήπως η εξιλεωτική τελετουργία της εύρεσης χεσοκαβάντζας, δεν λειτουργούσε σαν την κοινοβιακή λυτρωτική εμπειρία των πρωτοχριστιανικών κοινωνιών, εξομοιώνοντας δυνατούς και αδυνάμους, πλουσίους και πένητες, αξιωματικούς και τεμάχια (φαντάρους) ;
Ο συνεπής φυσιολάτρης-ελευθεροκαμπινίστας, πρέπει να υπολογίζει σοφά τον άνεμο, αλλά και την απόσταση, τόσο από το προσωπικό ενδιαίτημά του όσο και
των άλλων, ώστε να επιλέξει μια σωστή χεσοκαβάντζα για να μην όζει σκατίλα το περιβάλλον.
Επίσης, θα πρέπει να συνεννοείται με τις άλλες σκηνές (πού χέζουμε, πού τρώμε, πού μαζεύουμε τα απορρίμματα, τι παίζει, τι κάνουμε το βράδυ κ.λπ.), να θάπτει επιμελώς
και τα κακάκια
και τα πασαλειμμένα χαρτάκια του, ώστε να αποσυντίθενται φυσικά, αλλά και να μην τα παίρνει ο αέρας και γεμίζει ο τόπος, ούτε να μαζεύονται σκατόμυγες, εκεί που ο διπλανός τρώει καρπούζι.
Φευ, οι σημερινοί ελευθεροκαμπινίστες, λόγω της τρέχουσας αποσπασματοποίησης των εννοιών, αδυνατούν να κατανοήσουν το εύρος του «χόμπι» των, εντός του κινήματος της ελεύθερης κατασκήνωσης, που συνεπάγεται ένα ελευθεριακό πλέγμα δικαιωμάτων και υποχρεώσεων προς τους άλλους.
Έτσι, σ’ έναν ελεύθερο χώρο μπορεί κανείς να βρει τόσες χεσοκαβάντζες όσες και οι λουόμενοι και δη με τσαπατσούλικα μισοθαμμένα κόπρανα-κωλόχαρτα-σκουπίδια, στα οποία ενδεχομένως να στήσει τη σκηνή του ή την πετσέτα του απρόσεκτος φυσιολάτρης τις.
Τα τελευταία χρόνια δε, ιδίως στην Χαλκιδική, παρατηρείται το φαινόμενο της κατάληψης των "φιλέτων" της παραλίας (π.χ. οι Καβουρότρυπες , τα λιγοστά δέντρα για σκιά κ.λπ.), από ΠουΣουΚουτζήδες που στήνουν την σκηνή τους χωρίς να μένουν εκεί, και πιάνουν έτσι "καβάντζα για τις δύσκολες μέρες" (δηλαδή όταν τους τη δώσει κάνα Σαββατοκύριακο που κάνει καύσωνα να κατέβουν απ’ τη Σαλονίκη), συνεπείς ως προς τις παραδόσεις των πατέρων τους, που έχτιζαν πάνω στο κύμα, αποκλείοντας την πρόσβαση των άλλων.
Τέτοιες πρακτικές βέβαια είναι ιδιαίτερα επισφαλείς, αφού ο παρμένος κατασκηνωτής, που δεν θα’ χει πού να στήσει, θα χρησιμοποιήσει την ήδη στημένη σκηνή που θα βρει μπροστά του (στην καλύτερη) ή (στην χειρότερη) θα την σκίσει και θα κάνει την πάπια…
Η επιλογή της ελεύθερης κατασκήνωσης υπάγεται αναγκαστικά στην κοινοβιακή κουλτούρα και άρα η έλλειψη συλλογικής αυτο-οργάνωσης και αλληλοσυνεννόησης, βάζει και την ταφόπλακά της. Άσε που "όποιος βγαίνει έξω απ’ το μαντρί, τον τρώει ο λύκος", που έλεγε κι ο Ε. Αβέρωφ.
Πράγματι, το Ελ κράτος διώκει την ελεύθερη κατασκήνωση, με το άρθρο 10 § 2 Ν. 392/1976, όπως συμπληρώθηκε με άρθρο Ν. 779/1978, όπως τροποποιήθηκε με άρθρο 4 § 12 Ν. 2160/1993 και 2741/1999 και σε βαρύτερες περιπτώσεις καταστροφής του φυσικού πλούτου (σκουπίδια-μόλυνση κ.λπ.) με Ν. 743/1977, Ν. 998/1979 και Ν. 1650/1986 κλπ, διότι υποτίθεται ότι οι κατασκηνωτές είναι υπεύθυνοι για τις πυρκαγιές στα δάση και την υποβάθμιση του περιβάλλοντος (αν και από τις εισηγητικές εκθέσεις, νοσφίζεται κανείς την πρόθεση του νομοθέτη για περιορισμό της μετακίνησης εντός της Ελ επικράτειας των τσιγγάνικων πληθυσμών).