ΕΙΣΑΓΩΓΗ
Τα τελευταία χρόνια αναπτύσσεται διαρκώς και στη χώρα μας ένας κλάδος του δικαίου που έχει ως επίκεντρο την πλημμελή ιατρική συμπεριφορά και ως αντικείμενο την ποινική και αστική αντιμετώπιση του ιατρικού σφάλματος. Η εξέλιξη αυτή οφείλεται στο μεγάλο κύμα αγωγών και μηνύσεων που ασκούνται κυρίως την τελευταία εικοσαετία εναντίον ιατρών και νοσηλευτικών Ιδρυμάτων-Κλινικών, δημοσίων και ιδιωτικών επί τη βάσει ιατρικής αμέλειας. Τα Ελληνικά δικαστήρια επιδικάζουν υψηλά ποσά ως αποζημίωση και χρηματική ικανοποίηση λόγω ηθικής βλάβης (ή ψυχικής οδύνης σε περίπτωση θανάτου)
Από νομικής άποψης ο χειρισμός μίας υπόθεσης ιατρικής αμέλειας είναι αρκετά δυσχερής και προϋποθέτει εξειδικευμένη γνώση και κυρίως εμπειρία του Δικηγόρου σε παρόμοιες υποθέσεις, διότι αφ’ενός η πράξη απέχει από την θεωρία και αφ’ετέρου είναι αναγκαίο ο χειριστής της υπόθεσης να εμπεδώσει το επίδικο ιατρικό θέμα και να συνεργαστεί επιτυχώς με ειδικούς στα ιατρικά θέματα (πραγματογνώμονες, ιατροδικαστές). Τα παραπάνω έχουν εφαρμογή ανεξάρτητα με το εάν ο εντολέας (πελάτης) του Δικηγόρου είναι ιατρός (εναγόμενος) ή ασθενής (ενάγων) διότι η επίθεση και η άμυνα στις περιπτώσεις αυτές είναι οι δύο διαφορετικές όψεις του ίδιου νομίσματος. Παρακάτω επιχειρείται συνοπτικά μία σύντομη επισκόπηση της δικαστηριακής αντιμετώπισης των περιπτώσεων ιατρικής αμέλειας.
ΝΟΜΟΘΕΣΙΑ:
Από πλευράς ποινικής αντιμετώπισης, δηλαδή αναφορικά με το δικαστήριο που γίνεται για τον ποινικό κολασμό του ιατρού (φυλάκιση), εφαρμογή έχουν κυρίως τα άρθρα 302 και 314 του Ποινικού Κώδικα, που εφαρμόζονται επίσης σε κάθε είδους ατυχήματα που τελούνται από αμέλεια (πχ τροχαία ατυχήματα, εργατικά ατυχήματα κλπ). Με άλλα λόγια ο ποινικός νομοθέτης δεν έχει θεσμοθετήσει ειδικές διατάξεις για την ποινική τιμωρία των ιατρών και υπάγει την ιατρική αμέλεια στον γενικό κανόνα της αμέλειας, ήτοι της έλλειψης της δέουσας προσοχής και επιμέλειας κατά την εκτέλεση των ιατρικών καθηκόντων.Εξάλλου στο ποινικό δικαστήριο ισχύει το τεκμήριο της αθωότητας του κατηγορουμένου, δηλαδή πρέπει να αποδειχθεί θετικά ότι ο ιατρός έσφαλε και αυτό το σφάλμα του βρίσκεται σε αιτιώδη σύνδεσμο με το επελθόν αποτέλεσμα, δηλαδή την σωματική βλάβη ή τον θάνατο του ασθενή.
Από αστική πλευρά, δηλαδή αναφορικά με το δικαστήριο που γίνεται για την αποζημίωση και την χρηματική ικανοποίηση λόγω ηθικής βλάβης ή ψυχικής οδύνης, η ελληνική νομοθεσία (άρθρο 8 Ν.2251/1994) αντιστρέφει το τεκμήριο αθωότητας του εναγομένου υπό την έννοια ότι ο εναγόμενος ιατρός πρέπει να αποδείξει ότι ΔΕΝ είναι ένοχος (αντεστραμμένο βάρος αποδείξεως). Κατά τα λοιπά εφαρμογή έχουν οι γενικές διατάξεις περί αδικοπραξίας (άρθρο 914 επ. ΑΚ) ή και ενδοσυμβατικής ευθύνης (άρθρα 361 επ. ΑΚ).
Επίσης σε περίπτωση που ο ιατρός εργάζεται σε δημόσιο νοσοκομείο, συνήθως κινητοποιείται εναντίον του και η πειθαρχική διαδικασία, με την διενέργεια Ένορκης Διοικητικής Εξέτασης και την ενδεχόμενη επιβολή πειθαρχικής ποινής.
ΔΙΚΑΣΤΙΚΗ ΑΝΤΙΜΕΤΩΠΙΣΗ-ΠΡΑΚΤΙΚΗ
Στην πράξη οι υποθέσεις ιατρικής αμέλειας έχουν συνήθως δύο σκέλη, το ποινικό και το αστικό. Η ποινική υπόθεση συνήθως κινείται μετά από σχετική μήνυση του παθόντος και σπανιότερα αυτεπαγγέλτως, ήτοι μετά από σχετική παραγγελία του Εισαγγελέα Πλημμελειοδικών. Το υλικό της ποινικής δικογραφίας, που προκύπτει από την προανάκριση, περιλαμβάνει κυρίως τις καταθέσεις των μαρτύρων, τις απολογίες των κατηγορουμένων, τις πραγματογνωμοσύνες και τα διάφορα ουσιώδη ιατρικά έγγραφα, εξετάσεις, γνωματεύσεις κλπ. Αφού συγκεντρωθεί αυτό το υλικό και ολοκληρωθεί η προανακριτική διαδικασία οδηγείται ο κατηγορούμενος ιατρός συνήθως δι’απευθείας κλήσεως (κλητήριο θέσπισμα) στο ακροατήριο του Μονομελούς ή Τριμελούς Πλημμελειοδικείου με την κατηγορία της σωματικής βλάβης, ή της ανθρωποκτονίας από αμέλεια αντίστοιχα. Ειδικά κατά της παραπομπής του στο Τριμελές Πλημμελειοδικείο, ο κατηγορούμενος έχει δικαίωμα να ασκήσει προσφυγή ενώπιον του Συμβουλίου Πλημμελειοδικών. Εάν τυχόν απορριφθεί η προσφυγή του, παραπέμπεται σε δίκη. Σε περίπτωση καταδίκης του έχει το δικαίωμα της άσκησης έφεσης, και μετά το δικαίωμα της άσκησης αναίρεσης ενώπιον του Αρείου Πάγου. Όλη η παραπάνω διαδικασία πρέπει να ολοκληρωθεί σε διάστημα οκτώ ετών από την ημέρα τέλεσης του αδικήματος, αλλιώς η υπόθεση παραγράφεται και τίθεται στο αρχείο.
Η αστική υπόθεση κινείται μετά από την άσκηση αγωγής από πλευράς του παθόντος εναντίον του ιατρού ή/και του νοσοκομείου ή κλινικής. Η αγωγή πρέπει να ασκηθεί στα Πολιτικά Δικαστήρια εάν πρόκειται για ιδιώτη Ιατρό και στα Διοικητικά Δικαστήρια, εάν πρόκειται για ιατρό του ΕΣΥ. Το δικόγραφο της αγωγής, το λεγόμενο εισαγωγικό δικόγραφο (διότι με αυτό αρχίζει η αστική διαδικασία) είναι σημαντικό να είναι εμπεριστατωμένο και κυρίως ορισμένο, δηλαδή να μην δημιουργεί κενά και ασάφειες όσον αφορά τις συνθήκες της υπόθεσης, την υπαιτιότητα του εμπλεκόμενου ιατρικού προσωπικού και τον αιτιώδη σύνδεσμο (σύνδεση) ανάμεσα σε αυτή την υπαιτιότητα και στο αποτέλεσμα που προξενήθηκε.Και εδώ προβλέπεται δικαίωμα έφεσης και αναίρεσης.
Αν και ουσιαστικά το αποτέλεσμα της μίας διαδικασίας επηρεάζει την άλλη, εν τούτοις τυπικά (εκτός κάποιων εξαιρέσεων) το ένα δικαστήριο δεν δεσμεύεται από την απόφαση του άλλου. Παραδείγματος χάρη υπάρχουν περιπτώσεις που το ποινικό δικαστήριο κήρυξε τον κατηγορούμενο ιατρό αθώο, αλλά το αστικό τον θεώρησε υπεύθυνο και τον υποχρέωσε να καταβάλει αποζημίωση.
Και στις δύο ως άνω διαδικασίες (ποινική, αστική) ο δικηγόρος- χειριστής της υπόθεσης οφείλει να βοηθήσει κατά το μέγιστο δυνατό το Δικαστήριο στο να κατανοήσει τις συνθήκες υπό τις οποίες επήλθε η σωματική βλάβη ή ο θάνατος προκειμένου να καταλογιστεί ή όχι ευθύνη. Διότι δεν πρέπει να ξεχνούμε ότι ενώ ο Δικηγόρος μπορεί να μελετά μία υπόθεση για μήνες, ο Δικαστής είναι ξένος ως προς αυτή και πρέπει να την δικάσει (ειδικά στο ποινικό δικαστήριο) μέσα σε λίγες ώρες. Γι’αυτό απαιτείται ενδελεχής ανάγνωση και κατανόηση της δικογραφίας, αναζήτηση νομολογίας, ακόμη και ιατρικής βιβλιογραφίας και συνεργασία με ειδικούς (ιατρούς, πραγματογνώμονες, ιατροδικαστές κλπ), ώστε να δοθεί στον Δικαστή το υλικό εύληπτο και κατανοητό.
ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑ
Οι υποθέσεις ιατρικής αμέλειας ξεφεύγουν από την ύλη της λεγόμενης «Γενικής Δικηγορίας»,δηλαδή είναι υποθέσεις που απαιτούν εμπειρία στο εν λόγω αντικείμενο και ειδικό χειρισμό, είτε ο δικηγόρος βρίσκεται στην πλευρά του ιατρού είτε βρίσκεται στην πλευρά του ασθενούς. Στις υποθέσεις αυτές διακυβεύονται πολλά και για τις δύο πλευρές: για τον μεν ιατρό εκτός από την ποινή φυλακίσεως και την αποζημίωση που θα κληθεί ενδεχομένως να καταβάλει, διακυβεύεται η ιατρική του φήμη και η υπόληψή του ως επιστήμονα-επαγγελματία. Αλλά και για τον ασθενή προέχει η διαφύλαξη των νομίμων δικαιωμάτων του και η δικαστική του προστασία.
Το δικαστήριο λαμβάνοντας υπόψη τις θέσεις και τα επιχειρήματα και των δύο πλευρών οφείλει να διαγνώσει την αλήθεια και να καταλογίσει ευθύνες, αν υπάρχουν.
Δεν είναι ορατοί οι σύνδεσμοι (links).
Εγγραφή ή
Είσοδος