Μακεδονία 14.09.2008.Ανεξέλεγκτα, χωρίς όρους και προϋποθέσεις, λειτουργούν τόσο η δημόσια τράπεζα φύλαξης βλαστοκυττάρων της Ακαδημίας Αθηνών όσο και οι αντίστοιχες ιδιωτικές τράπεζες που υπάρχουν στη χώρα μας. Παράλληλα, ενώ εδώ και ενάμιση χρόνο η ειδική επιτροπή του Κεντρικού Συμβουλίου Υγείας (ΚΕΣΥ) έχει έτοιμο το σχέδιο του νομοθετικού πλαισίου για τη δημόσια και ιδιωτική φύλαξη βλαστοκυττάρων του ομφαλοπλακουντιακού αίματος, το υπουργείο Υγείας δεν προχωρά στην εφαρμογή του.
Τις καταγγελίες αυτές κάνει στη “ΜτΚ” ο ομότιμος καθηγητής Μαιευτικής-Γυναικολογίας και τέως πρόεδρος της Ιατρικής σχολής του ΑΠΘ Ιωάννης Μπόντης. Παράλληλα επισημαίνει ότι εδώ και τρεις μήνες έχει συγκροτηθεί από το ΚΕΣΥ η αρχή που θα επιληφθεί τον έλεγχο των δημόσιων και ιδιωτικών τραπεζών, αλλά καθυστερεί η υπογραφή της υπουργικής απόφασης, με αποτέλεσμα η αρχή να μην μπορεί να αναλάβει δράση. Εξάλλου επισημαίνει ότι πριν ένα χρόνο είχε ανακοινωθεί από το υπουργείο υγείας η ίδρυση δημόσιας τράπεζας φύλαξης βλαστοκυττάρων στο νοσοκομείο “Παπαγεωργίου”, με χρηματοδότηση του ΑΠΘ, κάτι που μέχρι σήμερα δεν έχει γίνει.
“Δυστυχώς τόσο οι τράπεζες ομφαλοπλακουντιακού αίματος όσο και γενικότερα ιστών δεν υπόκεινται σε κρατικό έλεγχο. Αυτό όμως ισχύει τόσο για τις ιδιωτικές όσο και για τις δημόσιες τράπεζες. Το ίδιο άλλωστε δήλωσε και η διευθύντρια της δημόσιας τράπεζας του Ιδρύματος Ιατροβιολογικών Ερευνών της Ακαδημίας Αθηνών κ. Σταυροπούλου. Γιατί λοιπόν κρίνονται ʽπαράνομεςʼ και δαιμονοποιούνται αβάσιμα τράπεζες που χρηματοδοτούνται από ιδιωτικούς φορείς; Ποιος διασφαλίζει ότι οι τράπεζες του δημοσίου λειτουργούν όπως ʽπρέπειʼ και οι άλλες όχι; Πώς είναι δυνατόν να γνωρίζει κανείς πώς λειτουργεί η κάθε τράπεζα κι αν τηρεί τα στάνταρντ, αφού δεν έχουν ελεγχθεί από πουθενά;” υποστηρίζει ο κ. Μπόντης.
Παράλληλα χαρακτηρίζει ανεδαφικά τα επιχειρήματα κάποιων ότι η συλλογή 20.000 δειγμάτων στη χώρα μας θα έδινε τη δυνατότητα μεταμόσχευσης στο 95% των ασθενών που αναζητούν δότη και δεν βρίσκουν.
“Τα νούμερα που αναφέρονται είναι εντελώς ανεδαφικά. Αρκεί χαρακτηριστικά να αναφερθεί ότι σε όλες τις χώρες της Ευρώπης υπάρχουν αποθηκευμένα συνολικά 46.500 δείγματα στα σχεδόν 15 χρόνια λειτουργίας των ευρωπαϊκών τραπεζών (στοιχεία Ιανουαρίου 2006 - πηγή NETCORD, BMDW). Η Γαλλία, γενέτειρα χώρα αυτών των εφαρμογών, όπου ιδρύθηκε η πρώτη τράπεζα στην Ευρώπη, αλλά και η Ισπανία, χώρα με μεγάλη ιστορία στις μεταμοσχεύσεις, διαθέτουν 5.825 και 7.130 δημόσια δείγματα αντίστοιχα (Μάρτιος 2007). Πόσο εφικτό λοιπόν είναι η χώρα μας να συλλέξει 20.000 δείγματα;” διερωτάται ο κ. Μπόντης.
ΕΠΙΣΤΗΜΟΝΙΚΕΣ ΕΞΗΓΗΣΕΙΣ
Σύμφωνα με τον ίδιο, η μισή αλήθεια έχει ειπωθεί και για τις αυτόλογες μεταμοσχεύσεις βλαστοκυττάρων. Όπως εξηγεί, αυτόλογες μεταμοσχεύσεις δεν μπορούν να γίνουν για τις καθαρά κληρονομικές ασθένειες, των οποίων την ύπαρξη γνωρίζουμε από πριν, όπως είναι η μεσογειακή αναιμία.
“Οι μεταμοσχεύσεις αιμοποιητικών κυττάρων από μυελό των οστών πραγματοποιούνται εδώ και χρόνια στη χώρα μας. Σύμφωνα με στοιχεία του ΕΟΜ (2007), το 57,5% των μεταμοσχεύσεων αυτών, που πραγματοποιήθηκαν στην Ελλάδα με προγονικά αιμοποιητικά κύτταρα μυελού των οστών, είναι αυτόλογες. Ανάλογα είναι τα στοιχεία και για την Ευρώπη, όπου το 63,2% των μεταμοσχεύσεων είναι επίσης αυτόλογες. Όταν λοιπόν γίνονται ευρωπαϊκά πάνω από 15.000 αυτόλογες μεταμοσχεύσεις μυελού των οστών, γιατί δεν μπορούν να γίνουν ανάλογες του ομφαλοπλακουντιακού αίματος; Εξάλλου διεθνώς έχουν γίνει 1.700 αλλογενείς μεταμοσχεύσεις με βλαστοκύτταρα”, λέει ο κ. Μπόντης.
Αναφερόμενος στην περίπτωση της οξείας λεμφοβλαστικής λευχαιμίας (ALL), ο κ. Μπόντης εξηγεί ότι σύμφωνα με επιστημονικές ανακοινώσεις, όταν η ALL εμφανίζεται νωρίς σε παιδική ηλικία, προϋπάρχουν λευχαιμικοί κλώνοι στο αίμα του παιδιού, άρα και στο ομφαλοπλακουντιακό αίμα, το οποίο “κουβαλάει” ήδη την ασθένεια μέσα του.
“Αν αυτό όμως ήταν ο κανόνας, τότε το ρίσκο να μεταφερθεί η ασθένεια είναι ίδιο, είτε πρόκειται για κάποιον τρίτο ασθενή είτε για τον ίδιο το δότη. Θα έπρεπε δυνητικά, λοιπόν, να ελέγχονται όλα τα δείγματα δημοσίων τραπεζών που προορίζονται για αλλογενή μεταμόσχευση για την ύπαρξη ʽλευχαιμικών κλώνωνʼ, κάτι όμως που δεν γίνεται, σύμφωνα με πληροφορίες δύο μεγάλων δημόσιων ευρωπαϊκών τραπεζών (Besancon, Milan). Γιατί λοιπόν δεν εφαρμόζεται; Γιατί παίρνουν αυτό το ρίσκο τόσο μεγάλες δημόσιες τράπεζες; Γιατί απλά η πιθανότητα να προϋπάρχει η ασθένεια θεωρείται πολύ μικρή, σχεδόν αμελητέα”, επισημαίνει ο κ. Μπόντης.
Παράλληλα τονίζει ότι “ήρθε η ώρα και στη χώρα μας, όπως στην Ευρώπη, να αφήσουμε στην άκρη τις δαιμονοποιήσεις, να μην αναλωνόμαστε σε πολεμικές ιδιωτικών ή δημοσίων δειγμάτων και να αρχίσει να μας αφορά η ουσία. Δηλαδή αυστηρές προδιαγραφές λειτουργίας σε όλες τις τράπεζες, ιδιωτικές και δημόσιες, με σκοπό τη συγκέντρωση ενός μεγάλου αριθμού διαθέσιμων δειγμάτων υψηλής ποιότητας για την μεγαλύτερη επιτυχία της μεταμόσχευσης”.
ΤΟ ΥΠΟΥΡΓΕΙΟ
Απαντώντας σε ερώτηση της “ΜτΚ” ο υπουργός Υγείας Δημήτρης Αβραμόπουλος δηλώνει ότι τον Μάρτιο του 2008 ενσωματώθηκαν με το υπ. αριθμ. 26 ΠΔ η κοινοτική οδηγία 2004/23/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου και οι συναφείς σχετικά οδηγίες για τη συντήρηση, αποθήκευση και διανομή ανθρωπίνων ιστών και κυττάρων. Ωστόσο εκκρεμεί η υποβολή εισήγησης από τον Εθνικό Οργανισμό Μεταμοσχεύσεων για τον καθορισμό, με την έκδοση υπουργικών αποφάσεων, των όρων και προϋποθέσεων, για την ίδρυση και λειτουργία τραπεζών βλαστοκυττάρων.
Οι τράπεζες αυτές, με βάση τη διεθνή πρακτική, διακρίνονται σε δημόσιες, ιδιωτικές και υβριδικές (όπου φυλάσσονται δημόσια και ιδιωτικά δείγματα ταυτόχρονα).
“Ειδικά, σε ό,τι αφορά τις ιδιωτικές τράπεζες, όπου αποθηκεύονται βλαστοκύτταρα για ιδία χρήση του δότη, θα ληφθούν όλα τα απαραίτητα μέτρα σύμφωνα και με τις αρχές της βιοηθικής, προκειμένου η λειτουργία τους να μην υπαχθεί σε καθαρά εμπορικά και κερδοσκοπικά κριτήρια, αλλά να εξασφαλιστούν όλοι οι όροι και προϋποθέσεις που θα επιτρέψουν την επωφελέστερη συντήρηση και αξιοποίησή τους σε όφελος του υποψήφιου λήπτη. Έχουμε γνώση του γεγονότος ότι σήμερα στη χώρα μας έχουν αναπτύξει σχετικές δραστηριότητες τουλάχιστον 17 ιδιωτικές τράπεζες ομφαλοπλακουντιακού αίματος, χωρίς ωστόσο την ύπαρξη σχετικού θεσμικού πλαισίου λειτουργίας, καθώς επίσης και μία δημόσια τράπεζα, αυτή της Ακαδημίας Αθηνών”, δηλώνει ο κ. Αβραμόπουλος και συμπληρώνει ότι σχετική δραστηριότητα έχει αναπτύξει και το Εθνικό Ίδρυμα Ερευνών που έχει συστήσει τράπεζα αρχέγονων κυττάρων.
Δεν είναι ορατοί οι σύνδεσμοι (links).
Εγγραφή ή
Είσοδος