Η παρακάτω ομιλία του Βουλευτή Γιάννη Πασχαλίδη, είναι νομίζω μια καλή περίληψη του Νομοσχεδίου, για όσους βαρέθηκαν να το διαβάσουν όλο:Την Πέμπτη 6 Φεβρουαρίου 2014 ο Βουλευτής Καβάλας Ιωάννης Πασχαλίδης στην ομιλία του, στη Βουλή των Ελλήνων, επί του ν/σ του Υπουργείου Υγείας με θέμα «Πρωτοβάθμιο Εθνικό Δίκτυο Υγείας (Π.Ε.Δ.Υ.) και λοιπές διατάξεις» ανέφερε τα εξής:
«Κυρίες και κύριοι Βουλευτές, στη σημερινή συνεδρίαση καλούμαστε να στηρίξουμε ένα νομοσχέδιο που στόχο έχει να προασπίσει το θεσμοθετημένο δικαίωμα πρόσβασης όλων των πολιτών, ασφαλισμένων και ανασφάλιστων, στον ιερό χώρο της Υγείας, εξασφαλίζοντας την αξιοπρέπεια, την αποτελεσματικότητα, την ταχύτητα και την αποδοτικότητα.
Μετά από πολύχρονες άκαρπες προσπάθειες, έφτασε επιτέλους η στιγμή της δημιουργίας ενός Πρωτοβάθμιου Εθνικού Δικτύου Υγείας (ΠΕΔΥ) που θα είναι στο εξής η ραχοκοκαλιά του ΕΣΥ, ο οποίος θα ανταποκρίνεται στις ανάγκες του πληθυσμού και θα διασφαλίζει την καθολική κάλυψη, την ποιότητα των προσφερόμενων υπηρεσιών και την μακροπρόθεσμη βιωσιμότητα του συστήματος. Ιδιαίτερα υπό τις συνθήκες της βαθιάς και παρατεταμένης οικονομικής κρίσης που ενισχύει τη ζήτηση δημόσιων υπηρεσιών υγείας, η δημιουργία ενός ενιαίου δημόσιου συστήματος Πρωτοβάθμιας Φροντίδας Υγείας θα συμβάλλει καθοριστικά στη αποτελεσματική διαχείριση των πόρων και ένα μεγάλο μέρος της ζήτησης υπηρεσιών υγείας θα καλύπτεται επιτυχώς από την πρωτοβάθμια φροντίδα χωρίς να επιβαρύνονται τα νοσοκομεία όπου το κόστος περίθαλψης είναι ιδιαίτερα υψηλό, με συνακόλουθη συνέπεια και την αποσυμφόρησή τους.
Η προσπάθεια μεταρρύθμισης της πρωτοβάθμιας φροντίδας υγείας και ο βαθμός επιτυχίας της προσπάθειας αυτής πρόκειται να επηρεάσει δραστικά την ποιότητα ζωής των πολιτών και σημαντικά τη δημοσιονομική κατάσταση της χώρας.
Η βασική αλλαγή που φιλοδοξεί να επιφέρει το παρόν νομοσχέδιο είναι η ενοποίηση των επιμέρους δομών παροχής υπηρεσιών Πρωτοβάθμιας Φροντίδας Υγείας. Η κατεύθυνση αυτή δεν είναι απλώς σωστή, είναι κυριολεκτικά αυτονόητη. Η παρούσα κατάσταση περιελάμβανε μέχρι τώρα τη λειτουργία δύο διαφορετικών δημόσιων δομών, μια του ΕΣΥ (με τα κέντρα υγείας και τα περιφερειακά-αγροτικά ιατρεία) και μία του ΕΟΠΥΥ (με τα πολυϊατρεία και τις μονάδες υγείας του-πρώην ΙΚΑ), καθώς και έναν αριθμό συμβεβλημένων με τον ΕΟΠΥΥ ιδιωτών ιατρών και ιδιωτικών διαγνωστικών εργαστηρίων. Οι δομές αυτές μέχρι τούδε λειτουργούσαν παράλληλα, αλληλοεπικαλυπτόμενες, χωρίς οργανική και διοικητική διασύνδεση, χωρίς λειτουργική "συνομιλία", με υψηλό κόστος και αμφισβητούμενη αποτελεσματικότητα. Η λειτουργική, οργανική, διοικητική ενοποίησή τους επιτρέπει την ορθολογικότερη αξιοποίηση υποδομών και επιστημονικού προσωπικού, τη συνένωση δυνάμεων και δυνατοτήτων, οικονομίες κλίμακος, αποδοτικότερη λειτουργία. Είναι μια επιλογή που έπρεπε να έχει υλοποιηθεί εδώ και πολλά χρόνια.
Το δεύτερο βασικό στοιχείο του νομοσχεδίου είναι η μετατροπή του ΕΟΠΥΥ από αγοραστή και πάροχο υπηρεσιών υγείας, όπως ήταν από τη σύσταση του, προ διετίας μετά τη συνένωση των κλάδων υγείας των μεγαλυτέρων ασφαλιστικών ταμείων, μέχρι σήμερα, σε αποκλειστικό αγοραστή υπηρεσιών υγείας, με μεταφορά των αντίστοιχων δομών του και του ιατρικού και λοιπού προσωπικού του στις υγειονομικές περιφέρειες. Ο ΕΟΠΥΥ μετατρέπεται σε έναν γιγάντιο αμιγώς ασφαλιστικό οργανισμό-"εταιρεία" με "μετόχους" τα ασφαλιστικά ταμεία και το ελληνικό δημόσιο, "πελάτες" όλους τους ασφαλισμένους και "αντισυμβαλλόμενους" όλους τους παρόχους -δημόσιους και ιδιωτικούς- υπηρεσιών υγείας. Σε αυτό το σημείο θα ήθελα να τονίσω ότι η επιλογή αυτή περιγραφόταν στα προγράμματα υγείας των περισσότερων κοινοβουλευτικών κομμάτων και είναι συμβατή με τα ισχύοντα διεθνώς (Γερμανία-Γαλλία) .
Τρίτο βασικό στοιχείο του υπό κατάθεση νομοσχεδίου και βασικό θέμα που προκάλεσε ένταση, δημόσιες αντιπαραθέσεις και τη δίμηνη απεργία των ιατρών των μονάδων του ΕΟΠΥΥ είναι οι ρυθμίσεις που αφορούν τις εργασιακές σχέσεις και τις αμοιβές των ιατρών του νέου συστήματος. Η οξύτητα της διαμάχης για το ζήτημα αυτό μονοπώλησε -όπως συνήθως γίνεται στην χώρα μας- τη δημόσια συζήτηση για τις κυοφορούμενες αλλαγές στην πρωτοβάθμια υγεία επισκιάζοντας την ουσία των επιχειρούμενων και τόσο σημαντικών αλλαγών. Είναι δύσκολο να διαφωνήσει κανείς με τη βασική αρχή ότι ιατροί που εργάζονται με υπαλληλική σχέση εργασίας σε ένα ενοποιημένο σύστημα Πρωτοβάθμιας Φροντίδας Υγείας, πρέπει να έχουν ενιαία σχέση εργασίας, ωράρια και τρόπο αμοιβής. Το πρόβλημα προκύπτει από το γεγονός ότι οι ιατροί του ΕΟΠΥΥ (τέως ΙΚΑ) που θα μετακινηθούν στο νέο σύστημα είχαν μερική απασχόληση και δικαίωμα ιδιωτικού ιατρείου, ενώ αυτοί του ΕΣΥ (των κέντρων υγείας) είναι πλήρους και αποκλειστικής απασχόλησης. Επελέγη η ομογενοποίηση των σχέσεων εργασίας στα πρότυπα του ΕΣΥ, γεγονός που σημαίνει ότι οι ιατροί του τέως ΙΚΑ που επιθυμούν να παραμείνουν στο νέο σύστημα υποχρεούνται να εγκαταλείψουν άμεσα την ιδιωτική ιατρική. Δεν είναι, όμως, αυτονόητο, ότι όλοι οι ιατροί που έχουν υπαλληλική σχέση με το δημόσιο σύστημα υγείας και σε όλες τις βαθμίδες του θα έπρεπε να είναι πλήρους και αποκλειστικής απασχόλησης;
Έτσι, με βάση το νέο σχέδιο νόμου, οι γιατροί που θα ενταχθούν στο Πρωτοβάθμιο Εθνικό Δίκτυο Υγείας, μπαίνουν σε διαθεσιμότητα ενός μήνα και θα πρέπει να κλείσουν άμεσα τα ιατρεία τους. Οι γιατροί του ΕΟΠΥΥ, μόνιμοι και αορίστου χρόνου, που θα αποφασίσουν να εργαστούν στο Πρωτοβάθμιο Εθνικό Δίκτυο Υγείας είναι υποχρεωμένοι να προσκομίσουν πιστοποιητικά ότι έκλεισαν τα ιατρεία τους, καθώς στο εξής θα έχουν πλήρη και αποκλειστική απασχόληση. Το διάστημα αυτό θα λαμβάνουν τα τρία τέταρτα των αποδοχών τους. Ευνοϊκότερη μεταχείριση, δηλαδή θα τεθούν σε καθεστώς διαθεσιμότητας για 15 μέρες, θα έχουν συνάδελφοί τους που ανήκουν σε συγκεκριμένες κατηγορίες (πολύτεκνοι, όσοι έχουν ποσοστό αναπηρία 67% και άνω, όσοι έχουν σύζυγο ή τέκνο με ποσοστό αναπηρίας άνω του 67%, όσοι έχουν σύζυγο ο οποίος επίσης τίθεται σε καθεστώς διαθεσιμότητας κτλ.). Στη συνέχεια θα μεταφέρονται, έπειτα από αίτησή τους, σε οργανικές θέσεις που συστήνονται στις Διοικήσεις Υγειονομικών Περιφερειών.
Μέσα σε οκτώ μήνες από την ολοκλήρωση της μετάταξης τους, οι γιατροί θα αξιολογούνται και θα κατατάσσονται σε θέσεις κλάδου ιατρών ΕΣΥ του Πρωτοβάθμιου Εθνικού Δικτύου Υγείας. Σημειώνεται, ότι μέχρι να ολοκληρωθεί η διαδικασία κινητικότητας του προσωπικού του ΕΟΠΥΥ προς τις Διοικήσεις Υγειονομικών Περιφερειών, οι υπηρεσίες πρωτοβάθμιας περίθαλψης θα παρέχονται στους ασφαλισμένους του Οργανισμού από τα εξωτερικά ιατρεία των νοσοκομείων, τα Κέντρα Υγείας και τους συμβεβλημένους γιατρούς.
Στο Πρωτοβάθμιο Εθνικό Δίκτυο Υγείας εντάσσονται όλες οι Μονάδες Υγείας του ΕΟΠΥΥ, πολυϊατρεία - κάποια από τα οποία θα κλείσουν αν κριθεί ασύμφορη η λειτουργία τους- και τα Κέντρα Υγείας, τα οποία θα λειτουργούν επτά ημέρες την εβδομάδα, 24 ώρες το 24ωρο, μετά από απόφαση του διοικητή κάθε υγειονομικής περιφέρειας. Την ευθύνη πλέον για τις μονάδες αυτές πρωτοβάθμιας φροντίδας θα έχουν οι Διοικήσεις Υγειονομικών Υπηρεσιών.
Μία από τις σημαντικότερες καινοτομίες του νέου νομοσχεδίου και πυλώνας της Πρωτοβάθμιας Φροντίδας Υγείας είναι ο θεσμός του οικογενειακού γιατρού, ένας θεσμός που προβλέπεται στο σύστημα Υγείας σχεδόν όλων των ανεπτυγμένων χωρών που λειτουργεί επί σειρά ετών με μεγάλη επιτυχία. Ο οικογενειακός γιατρός θα "φιλτράρει" τα περιστατικά, τα οποία χρειάζεται να περάσουν στη δευτεροβάθμια φροντίδα υγείας και θα κρίνει για τα παραπεμπτικά των αρχικών εξετάσεων και τη νοσηλεία σε νοσοκομείο. Ο νομοθέτης ορίζει ότι ο οικογενειακός γιατρός παρέχει τις υπηρεσίες του σε έναν συγκεκριμένο πληθυσμό αναφοράς, από τις δομές πρωτοβάθμιας φροντίδας (Κέντρα Υγείας, πολυϊατρεία), στο ιδιωτικό του ιατρείο και κατ΄οίκον. Θα εξασφαλίζει τον συντονισμό και τη διασύνδεση με άλλους ειδικούς γιατρούς του τοπικού δικτύου και με τα νοσοκομεία, θα καθοδηγεί και θα προσανατολίζει τους ασθενείς μέσα στο σύστημα Υγείας, θα εφαρμόζει προγράμματα προληπτικού και προσυμπτωματικού ελέγχου, θα παρακολουθεί τα προγράμματα εμβολιασμού, ενώ συγχρόνως θα δημιουργεί και θα τηρεί ατομικό ηλεκτρονικό φάκελο υγείας για κάθε πολίτη.
Ο οικογενειακός γιατρός μπορεί να είναι συμβεβλημένος γιατρός, εκτός εάν εργάζεται ήδη σε δομή του Πρωτοβάθμιου Εθνικού Δικτύου Υγείας (ΠΕΔΥ). Καθήκοντα οικογενειακού γιατρού μπορούν να ασκούν όλοι οι γιατροί με τίτλο ειδικότητας Γενικής Ιατρικής, Παθολογίας και Παιδιατρικής. Κάθε πολίτης μπορεί να επιλέγει τον οικογενειακό του γιατρό από το σύνολο των γιατρών του τοπικού δικτύου, ενώ αλλαγή του γιατρού μπορεί να γίνει μόνο μία φορά κατά τη διάρκεια του έτους, καθώς και κάθε άλλη φορά που θα συμφωνήσουν ο πολίτης και ο οικογενειακός γιατρός.
Πέραν των ανωτέρω, το παρόν νομοσχέδιο εισάγει και κάποιες άλλες καινοτόμες ρυθμίσεις με στόχο την αποδοτικότητα του συστήματος υγείας και τη διασφάλιση της αξιοπρέπειας των ασθενών και ειδικότερα των ατόμων με αναπηρία.
Αξιοσημείωτη είναι η διάταξη του παρόντος με την οποία αναπτύσσεται και επικαιροποιείται το Εθνικό Πρόγραμμα Προληπτικού Ελέγχου Νεογνών, μετά από σχετική πρόταση του «Ινστιτούτου Υγείας του Παιδιού», όπως επίσης και η ίδρυση Ιατρείων Διακοπής Καπνίσματος σε μονάδες πρωτοβάθμιας Φροντίδας Υγείας και δευτεροβάθμιας περίθαλψης του δημοσίου και ιδιωτικού τομέα, καθώς και η αναγνώριση ως μονάδων πρωτοβάθμιας φροντίδας υγείας των κέντρων ιαματικής θεραπείας, θερμαλισμού και θαλασσοθεραπείας.
Τέλος, θα ήθελα να αναφερθώ και στην πολύ σημαντική πρωτοβουλία του Υπουργείου Υγείας, όπου στα πλαίσια εφαρμογής μιας πολιτικής υγείας για την ολοκληρωμένη προάσπιση και προστασία των ατόμων με αναπηρία και τη βελτίωση της ποιότητας ζωής τους, τους δίνεται επιτέλους το δικαίωμα να επισκέπτονται δημόσιες και ιδιωτικές εγκαταστάσεις και υπηρεσίες, με συνοδεία σκύλων βοηθείας, ακόμη και για τους σκύλους που βρίσκονται στη διαδικασία εκπαίδευσής τους, ενώ συγχρόνως αναγνωρίζεται η συμμετοχή και αξιοποίηση ζώων συντροφιάς και κατοικίδιων ζώων και σκύλων βοηθείας, σε προγράμματα πρόληψης, θεραπείας και αποκατάστασης προβλημάτων υγείας (σωματικής, ψυχικής και νοητικής), σε επίπεδο πρωτοβάθμιας φροντίδας υγείας.»
Δεν είναι ορατοί οι σύνδεσμοι (links).
Εγγραφή ή
Είσοδος