Όλοι ξέρουμε ότι το πλαφόν μπήκε για να κρατηθεί η φαρμακευτική δαπάνη σε ένα συγκεκριμένο ύψος (αν δεν απατώμαι 2 δίς), το οποίο για να επιτευχθεί –με βάση την περυσινή δαπάνη- υπολογίσανε ότι, κατά ένα μέρος θα μειωθεί η δαπάνη με τις μειώσεις τιμών φαρμάκων, ενώ μετά απαιτείται ένα ακόμη 20% σε σχέση με πέρσι.
Έτσι σαν πιο εύκολο διαδικαστικά και ανώδυνο πολιτικά, βρήκαν την οριζόντια περικοπή της συνταγογράφησης των γιατρών κατά 20 %.
Αυτό το ύψος δαπάνης είναι αποφασισμένοι να το τηρήσουν και θα το τηρήσουν γιατί απορρέει από τις υποχρεώσεις που ανέλαβαν και που πιστά θα υπηρετήσουν.
Άρα κάθε προσπάθειά μας να το ανατρέψουμε δεν μπορεί να έχει αποτελέσματα, αφού απευθύνεται σε ένα μέτρο μιάς στρατευμένης πολιτικής.
Από την άλλη, ενέργειες που θα οδηγούσαν αυτές τις στρατευμένες πολιτικές σε ανατροπή, ναι, αυτές θα μπορούσαν να ανατρέψουν το όλο σκηνικό και μαζί του και το εν λόγω μέτρο. Δε βλέπω όμως φώς στο τούνελ.
Πολλοί λένε «έπρεπε να μπεί φρένο στη σπατάλη». Εγώ λέω. Ναι. Έπρεπε και πρέπει. Ελέγχετε όμως η σπατάλη και η ανορθολογική χρήση με οριζόντια μέτρα? Που είναι ο πραγματικός έλεγχος της συνταγογραφίας με βάση την τεκμηριωμένη άσκηση της ιατρικής? Και ποιος μπορεί να τον ασκήσει αυτό τον έλεγχο? Διοικητικοί υπάλληλοι? Δεν έπρεπε οι ενώσεις/ εταιρείες των γιατρών σε συνεργασία με διοικητικές υπηρεσίες να εξετάζουν δειγματοληπτικά –ή και επιλεκτικά- τη συνταγογράφηση στο πνεύμα της μείωσης –έως εξαφάνισης- της κατάχρησης και της άσκοπης συνταγογράφησης? Βεβαίως και έπρεπε. Όμως, τίποτε δεν κινείται προς τα εκεί και γι’ αυτό είμαστε όλοι συνυπεύθυνοι.
Το οριζόντιο 20% στους γιατρούς είναι όντως άδικο και αντισυνταγματικό, αφού οδηγεί σε εξόφθαλμες αδικίες.
Η προσπάθεια της πολιτείας να κρατήσει όμως τη δαπάνη στα 2 δις, μπορεί να τους καθιστά δοσίλογους, αλλά δεν είναι αντισυνταγματική.
Εμείς λοιπόν πότε και πώς προτείναμε εναλλακτικές λύσεις για την μείωση αυτή που στοχεύει η πολιτεία? Απλά μουλαρώνουμε και λέμε όχι στη μείωση.
Όμως, αφού δεν μπορούμε να σταματήσουμε ένα μέτρο της πουλημένης πολιτικής που ασκούν, δεν μπορούμε να προτείνουμε την εξοικονόμηση αυτή με δικαιότερο και ισοκατανεμημένο –και συνταγματικό- τρόπο?
Μπορούμε, αλλά ο λαϊκισμός μας και η μικροϊδιοτέλεια δεν μας αφήνουν.
Μπορούσαμε π.χ. να πούμε 20% θα μειωθεί η δαπάνη του κάθε ασφαλισμένου.
Αυτό θα οδηγούσε στο ίδιο οικονομικό αποτέλεσμα αλλά δεν θα παρακώλυε το γιατρό από τη δουλειά του. Και συγχρόνως θα έβαζε και τον πολίτη να σκεφτεί αν μπορεί να αποφύγει κάποιες δαπάνες (όπως π.χ. τα μικτά σχήματα που θα μπορούσε να τα σπάσει) για να μη βρεθεί με το 20% των φαρμάκων του ακάλυπτο.
Ή μπορούσε π.χ. να πεί: Η συμμετοχή δεν είναι 25%, αλλά 30%, 35% ή πόσο θα χρειάζονταν για να έρθει ο λογαριασμός εκεί που τον θέλουν.
(Τα περί αντιγράφων τα βρίσκω αστεία να τα συζητάμε ως μέρος της μείωσης της δαπάνης του ΕΟΠΥΥ, αφού αυτό δεν επεισέρχεται στα λογιστικά του, μιάς και ο ΕΟΠΥΥ αποζημιώνει με τις ασφαλιστικές τιμές [έχει ξελαρυγγιαστεί να το λέι ο Αδαμάντιος, αλλά μάλλον κανείς δεν τον ακούει]).
Αυτός ο τρόπος μείωσης θα ήταν επίσης άδικος (με την έννοια που δίνουμε στο «άδικος»)** γιατί το δίκαιο είναι ο επιστημονικός έλεγχος της συνταγογράφησης, χωρίς να προκαθορίζεται το πόσα θα εξοικονομήσει, αφού αντικειμενικά δεν μπορεί να προσδιοριστεί επακριβώς. Θα ήταν όμως συνταγματικό γιατί θα κατένειμε το βάρος της μείωσης ισοτίμως σε αυτούς που το υφίστανται.
Απαιτεί όμως θάρρος να πούμε με τ’ όνομά τους τα πράγματα και απαιτεί ακόμη την αδιαφορία των πολιτικών για την εξέγερση τον πολιτών, στοιχεία ανύπαρκτα στους λαμβάνοντες αποφάσεις.
Έτσι οι κοντοί το πνεύμα –και αυτουλάκιδες- πολιτικοί μας προτιμούν να εφαρμόζουν αντισυνταγματικές αποφάσεις που θα ξεσηκώσουν μία ομάδα επαγγελματική (και της οποίας την ηγεσία ελέγχουν) παρά όλη την κοινωνία.
Από τη δική τους σκοπιά πολύ καλά καμωμένο.
** Περιγράφω τέτοιες προσεγγίσεις ως άδικες γιατί έτσι είναι το πολιτικαλ κορεκτ.
Προσωπικά όμως δεν τις συμμερίζομαι απόλυτα, και εξηγούμαι:
Μπορεί η κακοδιαχείριση των Ταμείων και η διασπάθιση των χρημάτων τους από Διοικούντες, χρήστες και υγειονομικούς να τα οδήγησαν σε δεινή θέση, όμως σε γενικές γραμμές τα Ταμεία θα έπρεπε κάθε χρόνο, με βάση τις εισροές τους και τις υποχρεώσεις τους, να λένε:
Φέτος έχω να χαλάσω για φάρμακα Χ ποσό. Και για να γίνει αυτό πρέπει:
1. Να καλύψω τα Χ νοσήματα σε αγωγές με Α ποσοστό, τα Ψ νοσήματα με Β κ.λ.π.
2. Να καλύψω σε φάρμακα όλα τα νοσήματα ή να εξαιρέσω τα Χ,Ψ, Ω
3. να…, να,….
Όμως τίποτε από αυτά δε γίνεται και όλα αυτά τα χρόνια τα Ταμεία απλά δανείζονταν για να καλύψουν τη δαπάνη που την άφηναν να κινείται σα κινούμενη άμμος όπου ήθελε. Όμως τώρα που η τροφαντές αγελάδες στέρεψαν, γιατί συνεχίζουμε να στρουθοκαμηλίζουμε?
Και ως πότε νομίζουμε ότι μπορούμε να το κάνουμε αυτό χωρίς κίνδυνο οριστικής κατάρρευσης του ασφαλιστικού?