Καθημερινή, 22/06/2014.
του Ανδρέα Δρυμιώτη.Ζητώ προκαταβολικά την κατανόησή σας για την αλλοίωση του τίτλου του καταπληκτικού μυθιστορήματος του Φιοντόρ Ντοστογιέφσκι, το οποίο πρωτοδιάβασα πριν από 58 χρόνια. Αυτά όσον αφορά τον τίτλο του σημερινού κειμένου, με το οποίο θα προσπαθήσω να τεκμηριώσω ότι η ολίγη ή καθόλου τιμωρία προάγει το έγκλημα αντί να το περιορίζει.
Θα ξεκινήσω με μια απόλυτα αληθινή ιστορία, στην οποία δεν αποκαλύπτω την ημερομηνία και αλλοίωσα τα ποσά (σκόπιμα δεν διευκρινίζω αν πρόκειται για ευρώ ή δραχμές), για να μη φωτογραφίσω τα εμπλεκόμενα (φυσικά και νομικά) πρόσωπα. Πριν από κάμποσα χρόνια συναντήθηκα με τον πρόεδρο της Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς, τον οποίο γνώριζα για πολλά χρόνια. Οταν με υποδέχτηκε στο γραφείο του, έλαμπε κυριολεκτικά. Μετά το «καλημέρα» μου είπε: «Σήμερα, βάλαμε το μεγαλύτερο πρόστιμο στην ιστορία της Επιτροπής. Βάλαμε πρόστιμο 10 εκατομμυρίων στον τάδε επιχειρηματία για κατάχρηση εσωτερικής πληροφόρησης». Οταν τον ρώτησα πόσο ήταν το κέρδος του επιχειρηματία από την παράνομη συναλλαγή, μου είπε ότι ήταν: «10 εκατομμύρια». Τότε του είπα: «Συγχαρητήρια, έτσι προτρέπετε και άλλους επιχειρηματίες να τον μιμηθούν»! Με κοίταξε αποσβολωμένος και μου ζήτησε να του εξηγήσω το σκεπτικό μου. «Είναι απλό. Τα μεν 10 εκατομμύρια που κέρδισε ο επιχειρηματίας είναι ήδη στον τραπεζικό λογαριασμό του και θα τα εκμεταλλευθεί με τον καλύτερο τρόπο τα επόμενα χρόνια, ενώ τα 10 εκατομμύρια από το πρόστιμο, θα τα εισπράξετε (αν τα εισπράξετε όλα) ύστερα από χρόνια. Δηλαδή, το μήνυμα που δίνετε είναι ότι μπορεί κάποιος να παρανομεί και στη χειρότερη περίπτωση (γι’ αυτόν) που θα τον πιάσουν το πολύ - πολύ να χάσει όσα κέρδισε από την παρανομία, ενώ στην καλύτερη περίπτωση θα του μείνει όλο ή μέρος από το προϊόν του εγκλήματος». Είμαι απολύτως βέβαιος ότι του χάλασα τη μέρα.
Η παραπάνω ιστορία είναι πολύ χαρακτηριστική και αναδεικνύει ένα πολύ σημαντικό πρόβλημα της σημερινής πραγματικότητας. Οταν η τιμωρία για μια εγκληματική πράξη είναι δυσανάλογα μικρή, τότε προάγει το έγκλημα αντί να το περιορίζει. Θα σας δώσω ορισμένα παραδείγματα από την καθημερινότητά μας και είμαι βέβαιος ότι θα διαπιστώσετε ότι, δυστυχώς, αυτό συμβαίνει σήμερα σε πολύ μεγάλη κλίμακα.
Ξεκινώ από ένα δημοσίευμα από τα ΝΕΑ της 20ής Μαΐου 2014, το οποίο αναφέρεται μεταξύ άλλων και στις μαϊμού συντάξεις. Το ρεπορτάζ αναφέρει ότι έχει διαπιστωθεί ότι καταβλήθηκαν 57 εκατ. ευρώ σε μη δικαιούχους συνταξιούχους. Από αυτά έχουν ανακτηθεί τα 37,7 εκατ. ευρώ και αναζητούνται τα υπόλοιπα 19,3 εκατ. ευρώ. Βλέπετε λοιπόν με τι φυσικότητα δεχόμαστε ότι απλά «ανακτήθηκαν» τα 37,7 εκατ. ευρώ, χωρίς να μας ενδιαφέρει τίποτε άλλο. Δηλαδή, αυτοί που ουσιαστικά «έκλεβαν» τις συντάξεις τιμωρούνται μόνο με την επιστροφή των ποσών που εισέπραξαν, χωρίς πρόσθετες ποινές. Κατά την άποψή μου αυτό ερμηνεύεται ως προτροπή προς την παρανομία. Το χειρότερο είναι ότι έχουμε εξοικειωθεί τόσο πολύ με τέτοιου είδους δραστηριότητες, που στο ρεπορτάζ δεν υπάρχει καμία αναφορά σχετικά με τις τυχόν άλλες κυρώσεις που θα έπρεπε να επιβληθούν. Μας αρκεί μόνο η «ανάκτηση» των χαμένων συντάξεων.
Πάμε όμως τώρα στο κυρίως θέμα, που αφορά το πάρτι στην υγεία, το οποίο παρά την κρίση και τις προσπάθειες, συνεχίζεται με αμείωτη ένταση. Στην «Κ» της 23ης Μαρτίου 2014 διάβασα το ρεπορτάζ της Πέννυς Μπουλούτζα με τίτλο «Μια Ελλάδα παραπεμπτικά γράφονται κάθε μήνα». Εντελώς συνοπτικά σας παραθέτω μόνο δύο αριθμούς από τα πολλά στοιχεία του δημοσιεύματος: Το 2013 οι γιατροί του ΕΟΠΥΥ συνταγογράφησαν συνολικά 118,21 εκατομμύρια παραπεμπτικά (που αντιστοιχούν σε 904,96 εκατομμύρια ευρώ) για διαγνωστικές εξετάσεις και φυσικοθεραπείες! Αυτός ο αριθμός είναι υπερβολικά μεγάλος και οπωσδήποτε σηματοδοτεί κατάχρηση στα παραπεμπτικά. Ουσιαστικά μας λέει ότι όλοι ανεξαιρέτως οι Ελληνες παίρνουν περίπου 12 παραπεμπτικά για εξετάσεις ετησίως. Ετσι για άσκηση κάντε τον ακόλουθο λογαριασμό. Μετρήστε πόσα παραπεμπτικά είχατε σε όλη την οικογένειά σας και συγκρίνετέ τα με τον παραπάνω αριθμό. Δηλαδή, αν η οικογένειά σας αποτελείται από 4 μέλη θεωρητικά, θα έπρεπε να είχατε 48 εξετάσεις μέσα στο 2013. Είμαι βέβαιος ότι και εσείς θα διαπιστώσετε, όπως υπολόγισα και εγώ για τη δική μου οικογένεια, ότι αυτό το πλήθος είναι πολύ μακριά από την πραγματικότητα. Τι σημαίνει αυτό; Απλά ότι ορισμένοι γιατροί σε συνεργασία με ορισμένους πραγματικούς ή κατά φαντασία ασθενείς και ορισμένα συνεργαζόμενα διαγνωστικά κέντρα, γράφουν (με το αζημίωτο) εντελώς ανεξέλεγκτα πολλαπλάσια παραπεμπτικά για εξετάσεις, που μπορεί να γίνονται ή μπορεί να μη γίνονται, προκειμένου να καταληστέψουν από κοινού τα δημόσια ταμεία.
Η κατάχρηση στα παραπεμπτικά τεκμηριώνεται ακόμα καλύτερα από τα στοιχεία που παρουσιάζονται σε ρεπορτάζ της ίδιας δημοσιογράφου στην «Κ» της 17ης – 18ης Μαΐου, με τίτλο «Εκτός ελέγχου και πάλι εξετάσεις και δαπάνες». Συγκεκριμένα αναφέρει ότι «το πρώτο τρίμηνο του 2014 δαπανήθηκαν 164,5 εκατομμύρια ευρώ, όταν ο προϋπολογισμός του ΕΟΠΥΥ για όλο το έτος είναι 328 εκατομμύρια ευρώ». Δηλαδή τα έξοδα είναι ακριβώς διπλάσια από τα προϋπολογιζόμενα. Ποια ήταν η παρέμβαση του υπουργείου; Αντιγράφω: «Η κλήση προς “απολογία” από τον ΕΟΠΥΥ όσων γιατρών βρέθηκαν να έχουν γράψει υπερβολικά υψηλό αριθμό εξετάσεων (υψηλότερο κατά πολύ από τον μέσο όρο των συναδέλφων τους της ίδιας ειδικότητας) δημιούργησε σοβαρές αντιδράσεις από τα συλλογικά όργανα των γιατρών και τελικά δεν “έκοψε” τη ροή της συνταγογράφησης».
Καμία τιμωρία. Απλά «κλήση σε απολογία» η οποία μάλιστα προκάλεσε και τις αντιδράσεις των συλλογικών οργάνων των γιατρών. Με τέτοιου είδους χαϊδευτικά μέτρα, δεν είναι τυχαίο ότι οι καταχρήσεις θα συνεχίζονται και θα αυξάνονται. Ορισμένοι μπορεί να περιορίσουν κάπως το υπερβολικό πλήθος παραπεμπτικών, αλλά όσοι βλέπουν ότι η μόνη ποινή που μπορεί να έχουν είναι η «κλήση σε απολογία», τότε δεν αποκλείεται να αποθρασυνθούν εντελώς. Οταν σε κάποιον, δίνεται η δυνατότητα να γράφει επιταγές στο όνομά του και να τις εξαργυρώνει με τα λεφτά του Δημοσίου, δεν πρέπει να απορούμε γιατί το κάνει συστηματικά, αφού δεν κινδυνεύει από καμία τιμωρία. Στη χειρότερη περίπτωση θα περιορίσει τις «επιταγές» που γράφει.
Πάμε τώρα στο δεύτερο πιάτο που είναι τα φάρμακα. Παρακολουθήσατε φαντάζομαι την παλινωδία σχετικά με το πλαφόν στη συνταγογράφηση. Πρώτα μπήκε το πλαφόν, που ουσιαστικά σημαίνει ότι δεχόμαστε ότι ορισμένοι γιατροί κάνουν κατάχρηση στη συνταγογράφηση και γι’ αυτό τους βάζουμε ένα πλαφόν ώστε να «μην είναι μεγάλη η κατάχρηση». Μετά καταργήθηκε το πλαφόν (με απόφαση του ΣτΕ) και ορισμένοι γιατροί μπορούν να κάνουν ό,τι θέλουν. Τώρα το υπουργείο προσπαθεί να επαναφέρει το πλαφόν με νέα ρύθμιση ώστε να μην έχει αντιρρήσεις το ΣτΕ, αλλά φυσικά έχουν αντιρρήσεις οι γιατροί και τα συλλογικά τους όργανα.
Αν δεν υπάρξουν πραγματικές και οδυνηρές τιμωρίες σε όσους συστηματικά κάνουν κατάχρηση για ίδιον όφελος, δεν πρόκειται να δούμε ουσιαστικό περιορισμό στο πάρτι της υγείας που έχει στηθεί εδώ και μερικά χρόνια στη χώρα μας, στο οποίο συμμετέχουν πολλοί.
Κλείνοντας, θα σας διηγηθώ μια άλλη χαρακτηριστική ιστορία. Από ελέγχους που έγιναν στα μέσα του 2010, διαπιστώθηκε ότι κάποιο φαρμακείο της Αθήνας, συστηματικά προσέθετε ένα μηδενικό στις μηνιαίες καταστάσεις που υπέβαλε στο ΙΚΑ για πληρωμή. Δηλαδή αν το ποσό ήταν 2.125 ευρώ το τελικό ποσό που υπέβαλε ήταν 21.250 ευρώ. Συνολικά είχε εισπράξει περίπου 200.000 ευρώ περισσότερα από όσα εδικαιούτο. Οταν ύστερα από ένα χρόνο περίπου, ζήτησα να μάθω τι έγινε με το φαρμακείο αυτό, διαπίστωσα ότι εξακολουθούσε να είναι συμβεβλημένο με το ΙΚΑ (και τα άλλα Ταμεία) και δεν νομίζω ότι είχε επιστρέψει καθόλου χρήματα από αυτά που παράνομα εισέπραττε.
Μην απορείτε, για το τι συμβαίνει. Απλά στον πράκτορα Τζέιμς Μποντ – 007, δόθηκε το «Licence to kill», ενώ εμείς δώσαμε (και δίνουμε) σε πολλούς το «Licence to steal», με πολλά μηδενικά στο τέλος!
Δεν είναι ορατοί οι σύνδεσμοι (links).
Εγγραφή ή
Είσοδος