ΚΑΙ ΤΟ ΚΕΡΑΣΑΚΙ ΝΑ ΜΙΛΑΝΕ ΓΙΑ ΤΟ ΠΟΣΟ ΧΑΜΗΛΟ ΗΤΑΝ ΤΟ ΕΠΙΠΕΔΟ ΚΑΙ ΟΤΙ ΤΑ ΤΕΣΤ ΗΤΑΝ ΤΕΚΜΗΡΙΩΜΕΝΑ ΣΕ ΦΟΙΤΗΤΕΣ ΤΗΣ ΙΑΤΡΙΚΗΣ ΚΑΙ ΣΕ ΑΓΡΟΤΙΚΟΥΣ ΙΑΤΡΟΥΣ ΠΟΥ ΔΙΑΠΡΕΨΑΝΕ!!!!!
Το να θεωρούμε «σταθμισμένες» τις απαντήσεις επειδή τις απάντησαν φοιτητές και αγροτικοί, είναι και προσβλητικό για αυτόν που τις «στάθμισε» και βέβαια αποτελεί παντελή έλλειψη σεβασμού στο πρόσωπο των επιστημόνων που καλούνται να απαντήσουν, καθώς και της ίδιας της ειδικότητας.
Πραγματικά απορώ πώς πάτησε τέτοια μπανανόφλουδα ο κατά τα άλλα ικανός σε ελιγμούς υπεύθυνος της επιτροπής (αν είναι αυτός που υποθέτω, καθ’ ότι δεν παρακολουθώ πιά τις κινήσεις «κορυφής»).
Τις γραπτές εξετάσεις της κάθε ειδικότητας μπορεί να τις περάσει και με άνεση οποιοσδήποτε καλός νοσηλευτής, κτηνίατρος, οδοντίατρος ή φοιτητής αυτών, αρκεί να του προσδιορίσεις τη δεξαμενή και την βιβλιογραφία και να προετοιμαστεί καταλλήλως.
Η επιτυχής όμως απάντηση σε ερωτήσεις δεν σε κάνει γιατρό.
Οι γραπτές εξετάσεις έπρεπε να έχουν σα στόχο:
1. Την ανάδειξη τυχόν δομικών προβλημάτων προσωπικότητας του εξεταζομένου, κάτι επικίνδυνο για τιτλούχο ιατρό.
2. Την διερεύνηση στοιχειωδών γνώσεων και κυρίως τυποποιημένων και προσδιορισμένων μέσα από συγκεκριμένη δεξαμενή ή ύλη.
3. Τον έλεγχο κρίσης του εξεταζομένου με ερωτήσεις ανάλογα δομημένες και εντός των «κλασικών» πεδίων της ειδικότητας.
4. Τον έλεγχο γενικών γνώσεων πάνω σε μη αμιγώς ιατρικά θέματα, όπως είναι η βασική στατιστική και επιδημιολογία (π.χ. δεν μπορεί να μη ξέρει ένας γιατρός τη διαφορά θνησιμότητας / θνητότητας και να λέει «δεν μου υπέδειξαν βιβλία»).
5. Τέλος βασικές –προκαθορισμένες και από όλους αποδεκτές γνώσεις πάνω σε αντικείμενα που είναι σαφώς προσδιορισμένα σαν αντικείμενα της ΠΦΥ. Π.χ. Καλή είναι η σπειρομέτρηση. Ποιος όμως από τους Γ.Γ. εκπαιδεύτηκε σε αυτή? Ποιος τέλος έχει την δυνατότητα να την κάνει στο Κ.Υ.? Το ροόμετρο, ναι. Αλλά και αυτό είναι εργαλείο των ίδιων των ασθενών και άμα το χρειαστείς (που κακώς δεν το χρειάζεσαι στο ιατρείο), μπορείς να το μάθεις αμέσως.
(πιθανόν και κάποια άλλα, αλλά σίγουρα όχι «αποσπάσματα βιβλίων» όπως γίνεται συχνά).
Οι γνώσεις που υπάρχουν στο διαδίκτυο, αλλά δεν ενσωματώθηκαν σε επίσημα κείμενα (όπως π.χ. ΕΟΦ, επίσημες κατευθυντήριες οδηγίες που τις βρίσκεις στις εταιρίες και όχι στο internet μόνον, κ.λ.π.) θα έπρεπε να είναι επιθυμητές στην διαδικασία των εξετάσεων, αλλά όχι απαραίτητες για επιτυχία ή μη.
Τέλος, οι ερωτήσεις του στυλ «πές μου 5 λόγους που πρέπει να κόψω το τσιγάρο» ΣΕ ΓΡΑΠΤΕΣ εξετάσεις, δεν νομίζω ότι χαρακτηρίζουν εξεταστή που στ’ αλήθεια κατέχει –έστω και αν το ασκεί χρόνια- το τάλαντο του να διακρίνει τους «έτοιμους» από τους μη έτοιμους για λήψη του τίτλου.
Όσο για τις προφορικές, αυτές θα έπρεπε να γίνονται:
1. Με συζήτηση και σενάρια ιατρικά, όπου ο εξεταστής δεν θα απαιτούσε να ακούσει τα mg του τάδε σκευάσματος. Αυτά τα βρίσκει κανείς στα βιβλία όταν έχει καιρό να τα χρησιμοποιήσει και δεν τα θυμάται. Έπρεπε να ελέγχει τη δυνατότητα του εξεταζομένου να κινηθεί Δ.Δ., σε ένα σενάριο, να κάνει προτάσεις για την πιθανή διερεύνηση, να κάνει προτάσεις για την πιθανή αγωγή / διαχείριση.
Βέβαια, ειδικά για το Γ.Γ. δεν έπρεπε να λείπει η διερεύνηση γνώσεων οικογενειακής και κοινωνικής ιατρικής (ανίχνευση λανθανόντων προβλημάτων υγείας, ικανότητες διαχείρισης κρίσεων στην οικογένεια με αφορμή διαταραχή της υγείας, σχεδιασμός –εκτέλεση μελετών –αξιοποίηση αποτελεσμάτων κ.λ.π.)
2. Με εξέταση πάνω σε εποπτικό υλικό, όπου π.χ. στην ακτινογραφία θα έβλεπες αν ξέρει πώς να την πιάσει, τι να αναζητήσει, πώς να το σχολιάσει, και αν μπορεί να θέσει τις πιθανές διαγνώσεις και όχι να σου πεί «αυτό είναι Χ νόσος».
3. Τέλος πρέπει να τον δείς επάνω στον ασθενή να δείς πώς πιάνει και χρησιμοποιεί το ακουστικό (ναι –πιστέψτε με, έχει σημασία), πώς ωτοσκοπεί, πώς βυθοσκοπεί (άλλο που στην Ελλάδα κανείς παθολόγος ή Γ.Γ. δεν ξέρει τι είναι αυτό), πώς παίρνει το ιστορικό, πώς αναζητά τα διάφορα σημεία.
Μόνο έτσι μπορείς να δείς αν ξέρει το αντικείμενό του ο γιατρός.
«Δεν θα ήταν εύκολο στα προφορικά να γίνουν αυτά», μου αντέτειναν πάντα, όταν τα εισηγούμουν. «Τότε να αλλάξουμε το σύστημα και να πάρουμε 5 ειδικευόπμενους ο καθένας μας στο Κ.Υ. για 5 μέρες να δουλέυουν μαζί μας» τους έλεγα.
Τρόποι να προσεγγίσεις τη λύση υπάρχουν. Αναζητητές λύσεων που θα οδηγούν σε ανατροπές και απώλειες «κεκτημένων» «δικαιωμάτων» και «τσιφλικιών» δεν βλέπω να υπάρχουν.
Στην πραγματικότητα όμως, αν ήμασταν σοβαροί:
1. Θα κάναμε πραγματικά εκπαιδευτικά κέντρα (Τμήματα και Κ.Υ.)
2. Θα προσδιορίζαμε σαφώς την θεματολογία της εκπαίδευσης και της εξέτασης των ειδικευομένων.
3. Θα κάναμε την εκπαίδευση υποχρεωτική (εννοώ υποχρεωτικά εκπαιδευτής για κάθε εκπαιδευόμενο + εποπτικούς μηχανισμούς + εποπτεία –έλεγχο των εκπαιδευτών και εκπαιδευτικών κέντρων).
4. Θα κάναμε εκτίμηση προόδου εκπαίδευσης του ειδικευομένου σε προκαθορισμένα διαστήματα (6, 12 μήνες?) από όπου θα ελέγχονταν, η πρόοδός του, οι ελλείψεις του, ακόμη και η αδυναμία του να αφομοιώσει την εκπαίδευση που απαιτείται, προκειμένου να επανακατευθυνθεί σε άλλη ειδικότητα.
5. Τέλος θα κάναμε εκτίμηση του «ατόμου» για το αν κάνει για τη δουλειά αυτή. Έχω γνωρίσει πολλούς ειδικευόμενους που είναι παντελώς ακατάλληλοι για Γ.Γ., όχι γιατί δεν «παίρνουν τα γράμματα της Γ.Ι.», αλλά λόγω χαρακτήρα. Είχα π.χ. ειδικευόμενο που αν άκουγε φασαρία εξαφανίζονταν. Άλλον που όταν έβλεπε ότι φέρνουν τραυματία, κλειδώνονταν στο δωμάτιό του έως ότου φύγει το περιστατικό που αντιμετωπίζονταν από άλλον τελικά.
Έχω δει και άλλα που δεν επιτρέπεται να περιγράψω εδώ. Όλοι αυτοί τελικά πήρανε τον τίτλο.
6. Τέλος δεν θα υπήρχαν –ούτε και θα απαιτούνταν εξετάσεις στο τέλος, γιατί ο ειδικευόμενος / εκπαιδευόμενος θα «ξεσκονίζονταν» σε όλη του την πορεία και ουδεμία χρεία θα υπήρχε να τον «τσεκάρεις» στο τέλος.
Αυτά όμως θα απαιτούσαν και πραγματική οργάνωση της εκπαίδευσης με καθορισμό των απαιτουμένων και έλεγχο των ελεγχόντων, και θα είχαν σα συνέπεια να απολέσουν πολλές «εξουσίες» κάποιοι που θα έχαναν τον ύπνο τους χωρίς αυτές (και δεν εννοώ μόνο το χώρο μας).