02/12/2016 Ναυτεμπορική.Για απόλυτη ανάγκη να περάσουμε σε συνθήκες ανάπτυξης έκανε λόγο ο πρώην υπουργός Τάσος Γιαννίτσης, διαφορετικά, όπως προειδοποίησε, οι συντάξεις θα μειώνονται ανάλογα. «Θετικοί ρυθμοί μεγέθυνσης δεν θα αυξήσουν τις συντάξεις. Θα επιτρέψουν όμως να μειωθεί η ασφυκτική πίεση των ασφαλιστικών ελλειμμάτων», εξήγησε, μιλώντας σε ημερίδα που διοργάνωσε την Παρασκευή η Ένωση Αναλογιστών Ελλάδος για το συνταξιοδοτικό.
«Αν θέλουμε ικανοποιητικότερους μισθούς, εισοδήματα και συντάξεις είμαστε αναγκασμένοι να κάνουμε ό,τι μπορούμε για επενδύσεις και ανάπτυξη. Αν δεν θέλουμε να κάνουμε ό,τι οδηγεί στην ανάπτυξη, ας μην κλαψουρίζουμε για την πραγματικότητά μας. Στην περίπτωση αυτή, όπως διαπιστώσαμε όλα αυτά τα χρόνια the hard way, η ίδια η ζωή θα επιβάλλει λύσεις, και μάλιστα με χαοτικό, άδικο και τυχαίο τρόπο, και με διάχυτες αρνητικές επιδράσεις σε πολλά οικονομικά, κοινωνικά και πολιτικά μεγέθη», συμπλήρωσε ο πρώην υπουργός.
Λάθος η αφετηρία της συζήτησης
«Η συζήτηση για τις συντάξεις ξεκινάει συνήθως από λάθος αφετηρία: από το επιθυμητό ποσοστό αναπλήρωσης της μέσης σύνταξης» δήλωσε ο κ. Γιαννίτσης, εξηγώντας ότι αυτό θα ήταν λογικό σε συνθήκες ομαλότητας, σταθερής εξέλιξης μισθών, απασχόλησης, δημογραφικών δεδομένων και Εθνικού Εισοδήματος. «Με τις σημερινές συνθήκες όμως, η αφετηρία αυτή είναι λάθος. Γιατί σήμερα, που ο αριθμός των συνταξιούχων έχει πάρει εκρηκτικές διαστάσεις, δεν αρκεί να καθορίσουμε αυθαίρετα επιθυμητά ποσοστά αναπλήρωσης», πρόσθεσε.
Ο κ. Γιαννίτσης ανέφερε ότι πρέπει, ταυτόχρονα να εξετάσουμε τί επιβάρυνση δημιουργεί κάθε τέτοιο ποσοστό αναπλήρωσης για τους ασφαλισμένους και την οικονομία γενικότερα. «Ακόμα και σε ομαλές συνθήκες, ένα δεδομένο ποσοστό αναπλήρωσης δημιουργεί πολύ διαφορετική επιβάρυνση, αν πρέπει να καλυφθεί από τις εισφορές τριών, δύο ή 1,3 απασχολούμενων, όπως είναι η κατάσταση σήμερα», πρόσθεσε και συνέχισε με ένα παράδειγμα: «Με μέσο εισόδημα από απασχόληση 1000 ευρώ και ένα ποσοστό αναπλήρωσης 60% (δηλαδή σύνταξη 600 ευρώ) το μέσο εισόδημα κάθε απασχολούμενου διαμορφώνεται στα 800 ευρώ προ φόρου, αν η αναλογία απασχολούμενων προς συνταξιούχους είναι 3:1. Όμως, αν η αναλογία είναι 1,3:1, τότε το εισόδημα μετά τις εισφορές πέφτει στα 550 ευρώ. Στην περίπτωση αυτή φτάνουμε μάλιστα στο παράδοξο, να πρέπει ένας εργαζόμενος να επιβαρύνεται με τέτοιες εισφορές ή και φόρους για τα ελλείμματα του ασφαλιστικού συστήματος, που οι καθαρές απολαβές του (550 ευρώ) φτάνουν να είναι χαμηλότερες από τις καθαρές απολαβές του μέσου συνταξιούχου (600 ευρώ). Πόσο βιώσιμη και πόσο δίκαιη είναι μια τέτοια σχέση και τι επιδράσεις ασκεί στην οικονομία, στην ανάπτυξη, τις επενδύσεις, τη φυγή ενεργού πληθυσμού, τη μαύρη οικονομία, την φοροδιαφυγή;», διερωτήθηκε ο κ. Γιαννίτσης.
«Καθοριστικό γενεσιουργό αίτιο της κρίσης το ασφαλιστικό»
Επανέλαβε ότι το ασφαλιστικό ήταν καθοριστικό γενεσιουργό αίτιο της ελληνικής κρίσης καθώς, όπως συμπλήρωσε, «τα ελλείμματά του αντιπροσώπευαν 84% της αύξησης του δημόσιου χρέους στην περίοδο 2000-2009 και 405% στην περίοδο 2010-2014». Είπε ακόμη ότι «βρισκόμαστε σε μια ιδιότυπη κατάσταση, όπου το ασφαλιστικό το ίδιο καθηλώνει την ανάπτυξη, και η καθηλωμένη ανάπτυξη επιδεινώνει το ασφαλιστικό. Αυτό, πρακτικά, σημαίνει ότι δεν μπορούμε να προσδοκούμε σοβαρή ανάπτυξη, η οποία θα έλυνε το πρόβλημα, αν δεν περιορίσουμε την αρνητική επίδραση του ασφαλιστικού στην αναπτυξιακή διαδικασία».
Όπως είπε, σήμερα, με την κρίση του ασφαλιστικού, η σταθερότητα και η εμπιστοσύνη, παραδοχές πάνω στις οποίες είχε διαμορφωθεί το ασφαλιστικό σύστημα, έχουν παραμεριστεί πλήρως. «Το έργο που εδώ και χρόνια εκτυλίσσεται μπροστά στα μάτια μας είναι στην ουσία ένα τεράστιο arbitrage αφ’ ενός μεταξύ γενεών, οι οποίες αυξάνουν το βιοτικό τους επίπεδο, όχι παράγοντας, αλλά αφαιρώντας όλο και περισσότερο επίπεδο ευημερίας από αυτό που παράγεται σήμερα ή από αυτό που θα παράγεται από τις επόμενες γενεές, και αφ’ ετέρου, μεταξύ κυβερνητικών σχημάτων, που το καθένα περνάει το καυτό πρόβλημα στο επόμενο», εξήγησε.
Ευθύνες σε ΔΝΤ, θεσμούς
Επέρριψε δε ευθύνες τόσο στο ΔΝΤ, όσο και στους θεσμούς: «Αν έξι μήνες πριν δεν έβλεπαν ότι οι νέες ρυθμίσεις είναι προβληματικές, έχουν τεράστια συνυπευθυνότητα. Αν το έβλεπαν και σιωπούσαν για δικούς τους λόγους, έχουν ακόμα μεγαλύτερη», είπε.
Ο κ. Γιαννίτσης επεσήμανε ότι η ελληνική κοινωνία έχει όλα τα χαρακτηριστικά μιας γερασμένης κοινωνίας. «Δεν έχει σημασία ότι το χαρακτηριστικό αυτό δεν αντιστοιχεί στη σημερινή δημογραφική σύνθεση. Όμως, οι άνεργοι είναι περίπου 1,1 εκατ. άτομα και, συνεπώς, η παραγωγική διαδικασία συντελείται με αντίστοιχα μικρότερη απασχόληση, η σχέση απασχολούμενων και συνταξιούχων βρίσκεται σε καταστροφικά επίπεδα (περίπου 1,3:1), που είναι πολύ χειρότερη και από αυτή μιας γηρασμένης κοινωνίας, ενώ το έλλειμμα της κοινωνικής ασφάλισης είναι γύρω στο 10% του ΑΕΠ», διευκρίνισε.
«Η Δημοκρατία μας εξελίσσεται σε Δημοκρατία συνταξιούχων»
Ο πρώην υπουργός επέμεινε ότι «η Δημοκρατία μας εξελίσσεται σε Δημοκρατία συνταξιούχων, όπου οι συγκρούσεις για την κατανομή ενός αισθητά συρρικνωμένου Εθνικού Εισοδήματος μεταξύ όσων εργάζονται και το παράγουν και όσων το εισόδημα προκύπτει από το εισόδημα αυτών που το παράγουν, επιλύονται με συσχετισμούς πολιτικής δύναμης, που σταθερά γέρνουν σε βάρος των νεότερων γενεών. Τα δημογραφικά δεδομένα αυτά καθ’ αυτά δεν έκαναν αναγκαία μια τέτοια εξέλιξη. Αυτή έγινε αναγκαία πρώτον, λόγω μιας απίστευτης απληστίας μεγάλου αριθμού πολιτών και αξιωματούχων να αποκτήσουν εισόδημα χωρίς να εργάζονται, και μάλιστα δυσανάλογα μεγάλο σε σχέση με τις εισφορές που είχαν καταβάλει ή σε δυσανάλογα χαμηλή ηλικία, και δεύτερον, λόγω της πολιτικής αποτυχίας να διασφαλιστούν ικανοποιητική ανάπτυξη, θέσεις απασχόλησης και σταθεροί κανόνες κατανομής εισοδήματος στη χώρα μας, με αποτέλεσμα, να αναζητείται πολιτική στήριξη σε ψηφοθηρικές μεθόδους, όπως η μαζική ‘συνταξιοποίηση’».
Δήλωσε επιπλέον ότι μια τέτοια δημοκρατία, με τα δεδομένα που ισχύουν σήμερα, αν δεν λύσει έγκαιρα, αποφασιστικά και σταθερά το πρόβλημα του ασφαλιστικού, θα κινείται συνεχώς μεταξύ αστάθειας, τέλματος, κοινωνικών εντάσεων και πολιτικών ανατροπών.
Λύση στη βάση έξι αρχών
Συνοψίζοντας, δήλωσε ότι ότι το ασφαλιστικό σήμερα πρέπει να λυθεί στη βάση των ακόλουθων αρχών:
Να ισχύσει η αρχή της ισότητας, όχι όμως και της ισοπέδωσης, μεταξύ όλων των ασφαλισμένων.
Να ισχύσει η αρχή της αναλογικότητας μεταξύ εργαζόμενων και συνταξιούχων. Τι πληρώνουν οι εργαζόμενοι για τους συνταξιούχους.
Η αρχή της αναλογικότητας των εισφορών που πληρώνει κάποιος και της σύνταξης που παίρνει κάποια στιγμή στο βίο του.
Πρόωρες συντάξεις και συντάξεις σε ασφαλισμένους με μικρό χρονικό διάστημα εισφορών πρέπει να επανεξεταστούν άμεσα. Για όσους προκύπτουν κοινωνικά προβλήματα, αυτά να αντιμετωπιστούν με μια σοβαρή και δίκαιη κοινωνική πολιτική και όχι μέσω ασφαλιστικού συστήματος, όπως σε κάθε κοινωνική Δημοκρατία. Διαφορετικά, καλούνται οι συνταξιούχοι να χρηματοδοτήσουν την κοινωνική πολιτική.
Μια διπλή αρχή βιωσιμότητας. Τη βιωσιμότητα του ίδιου του ασφαλιστικού συστήματος, γιατί αν αυτή δεν υπάρχει, τότε προκύπτουν τρομακτικές επιπτώσεις και δεύτερον τη βιωσιμότητα της οικονομίας που επηρεάζεται με κρίσιμο τρόπο από τη μη βιωσιμότητα του ασφαλιστικού συστήματος.
Να δούμε σήμερα τι σημαίνει πραγματικά η αρχή της αλληλεγγύης των γενεών. «Προσδίδοντας το ίδιο περιεχόμενο στην αρχή αυτή, όπως ήταν πριν 25 ή 35 χρόνια, οδηγούμαστε στην υποταγή και την εκμετάλλευση των νεότερων γενεών και στην περαιτέρω ανατροπή κάθε ισορροπίας στο ασφαλιστικό», συμπλήρωσε ο κ. Γιαννίτσης.
Δεν είναι ορατοί οι σύνδεσμοι (links).
Εγγραφή ή
Είσοδος