09/08/2015. Καθημερινή.
ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ ΖΟΠΟΥΝΙΔΗΣ*, ΓΙΩΡΓΟΣ ΑΤΣΑΛΑΚΗΣ**Μια επιλογή η οποία θα μπορούσε να απαλλάξει τους πολίτες από την καταιγίδα των φόρων που φέρνει η συμφωνία με τους θεσμούς, θα ήταν να γίνει μείωση των κρατικών εξόδων κατά 3% επί του ΑΕΠ μέσω της μείωσης της κρατικής σπατάλης και κυρίως της κομματικής κρατικής σπατάλης.
Τα έξοδα του κράτους μας το 2014 ήταν 49,30% επί του ΑΕΠ, υψηλότερα από της Γερμανίας (44,09%) και ακόμα υψηλότερα από της Ισπανίας (43,79%). Τα δε έξοδα των ΗΠΑ είναι μόνο 25% επί του ΑΕΠ.
Μπορεί άραγε το δικό μας κράτος να έχει περισσότερες δαπάνες από το πλούσιο γερμανικό κράτος και διπλάσια έξοδα από τις πάμπλουτες ΗΠΑ;
Λογικά η χώρα μας θα έπρεπε να είχε πολύ μικρότερα έξοδα από το γερμανικό και το ισπανικό κράτος. Δυστυχώς, έχουμε καταφέρει και έχουμε πλησιάσει και ξεπεράσει τους Ευρωπαίους μόνο στα έξοδα και όχι στην παραγωγή πλούτου. Για να καλύπτουμε αυτά τα υπερβάλλοντα έξοδα των τελευταίων 40 ετών φτάσαμε στην υπερχρέωση του κράτους στα 320 δισ.
Σε αυτό το υψηλό ποσοστό δαπανών οφείλεται και η υπερφορολόγηση των πολιτών. Δεν μπορούν οι πολίτες μας να πληρώνουν περισσότερα από ό,τι πληρώνουν οι Γερμανοί και οι Ισπανοί. Οι επερχόμενοι φόροι σημαίνουν ότι ο κάθε φορολογούμενος θα πρέπει να πληρώσει επιπλέον περισσότερα από 1.000-1.500 ευρώ φόρους ετησίως, κυρίως μέσω της μετάταξης των αγαθών στο ΦΠΑ 23%. Οι θεσμοί, ξέροντας ότι δεν μπορούν να εισπραχθούν τόσοι φόροι, προτείνουν παραπάνω φόρους ώστε να εισπραχθούν τουλάχιστον τα 8 δισ. Τα 8 δισ. φόροι κατανεμημένα το 2015 και 2016 αντιστοιχούν σε 4 δισ. ετησίως ή αλλιώς 3% επί του ΑΕΠ.
Ομως, εάν η πρόταση της κυβέρνησης ήταν να μειωθεί η κρατική σπατάλη κατά 3%, δηλαδή τα έξοδα από 49,30% να υποχωρήσουν στο 46,30% του ΑΕΠ, δεν θα χρειαζόταν να ψηφιστεί καμία αύξηση της φορολογίας. Το 49,30% των εξόδων της χώρας μας επί του ΑΕΠ αντιστοιχούν σε 88,37 δισ. για το 2014 (με ΑΕΠ 179,08 δισ.). Τα 88,3 δισ. μπορούν να μειωθούν κατά 4 δισ. ώστε να μη χρειαστεί οι πολίτες να πληρώσουν τα παραπάνω 8 δισ. το 2015-2016.
Η πτώση των κρατικών δαπανών μπορεί να προέλθει χωρίς να μειωθούν οι μισθοί και οι συντάξεις, που ανέρχονται περίπου στα 40 δισ. από τα 88,37. Από τα υπόλοιπα 48,37 δισ. σίγουρα μπορούν να βρεθούν 4 δισ. σπατάλες.
Μόνο με τη μείωση των δαπανών του κράτους μπορούν να περιοριστούν οι φόροι προς τους πολίτες ώστε να μπορέσουν να ανακουφιστούν. Με τη μείωση των δαπανών κατά 3% δεν θα χρειάζονταν ατέρμονες διαπραγματεύσεις για περισσότερα δανεικά και θα είχαμε έτσι αποφύγει όλη την καταστροφή του τελευταίου εξαμήνου. Ετσι μόνο δεν θα έχουμε ανάγκη νέα δάνεια για τα οποία διαπραγματευόμαστε τους τελευταίους πέντε μήνες.
Το δημοψήφισμα δεν έδινε την επιλογή στον πολίτη να ψηφίσει υπέρ της μείωσης της σπατάλης του κράτους κατά 3%, προκειμένου να αποφευχθεί η υπερφορολόγησή του.
Αντιθέτως, οι πολίτες παγιδεύτηκαν να ζητήσουν οι ίδιοι την υπερφορολόγησή τους κατά 8 δισ., χωρίς να έχουν το δικαίωμα να ζητήσουν μείωση των εξόδων του κράτους. Το ερώτημα στο δημοψήφισμα θα έπρεπε να ήταν: μείωση των κρατικών δαπανών κατά 3% ή περαιτέρω φορολόγηση κατά 8 δισ.;
* Ο κ. Κωνσταντίνος Ζοπουνίδης είναι ακαδημαϊκός, Distinguished Research Professor, Audencia Nantes School of Management .
** Ο κ. Γιώργος Ατσαλάκης είναι επίκουρος καθηγητής Πολυτεχνείου Κρήτης.
Δεν είναι ορατοί οι σύνδεσμοι (links).
Εγγραφή ή
Είσοδος