03/09/2015
του Θανάση Δρίτσα.Το άρθρο μου αυτό που δημοσιεύτηκε στις 8 Αυγούστου στην Καθημερινή σχολίασε με αφορμή τα σχέδια του κου Κουρουμπλή για τον υποχρεωτικό προληπτικό έλεγχο κάποια μειονεκτήματα της μαζικής πρόληψης και τους κινδύνους του φαινομένου της υπερδιάγνωσης (overdiagnosis) και υπερθεραπείας (overtreatment). Επίσης σχολίασα την ανάγκη προληπτικής φροντιδας σε πιο ουσιώδη ζητήματα όπως το κάπνισμα και η παχυσαρκία. Αναφέρθηκα κυρίως στα προβλήματα μαζικής πρόληψης με το PSA, δεν αναφέρθηκα εκτενώς στον καρκίνο του παχέος εντέρου αλλά αναφέρθηκα στις τάσεις κερδοσκοπίας που τεινουν να αναδυθούν μέσα από υποχρεωτικές προληπτικές εξετάσεις. Με έναν όχι τόσο κατά την άποψη μου ευγενή τρόπο μου επιτέθηκε μέσω επιστολής στην Καθημερινή μια ομάδα γαστρεντερολόγων (στις 20/8) που θεώρησε ότι διατυπώνω απόψεις επικίνδυνες να παρασύρουν τον πληθυσμό στο να μην κάνει πρόληψη (κολονοσκόπηση) και ότι οι απόψεις μου είναι αντιεπιστημονικές, σήμερα με πιο πολιτισμένο τρόπο διατύπωσε την διαφωνία του και ένας γενικός χειρουργός με επιστολή (3/9) προς την Κ. Δεν νομίζω ότι κατενόησαν το πνεύμα του άρθρου μου αφενός και αφετέρου δεν ασχολήθηκα ιδιαίτερα με τον καρκίνο του παχέος εντέρου στο άρθρο μου, ενοχλήθηκαν μάλλον από την παράγραφο όπου σε καυστικό ύφος ομιλώ περι κινδύνων κερδοσκοπίας.
Την πρόθεσή του να ενσωματώσει έξι προληπτικές εξετάσεις για τον καρκίνο στην πρωτοβάθμια φροντίδα υγείας εξέφρασε ο υπουργός Υγείας, Παναγιώτης Κουρουμπλής. Αναμφίβολα οι προθέσεις του υπουργού Υγείας είναι καλές, αλλά θα τολμήσω εδώ να αμφισβητήσω την εγκυρότητα της άποψης των επιστημονικών συμβούλων του υπουργού όσον αφορά την αποτελεσματικότητα των μαζικών προληπτικών ελέγχων.
Πρώτον, δεν μπορεί κανείς να καταστρατηγήσει την ελεύθερη βούληση των πολιτών θεσπίζοντας «υποχρεωτικές» προληπτικές εξετάσεις. Δεύτερον, πολλά επιστημονικά στοιχεία συνηγορούν στο ότι οι μαζικές προληπτικές εξετάσεις τρομοκρατούν μεγάλο ποσοστό του πληθυσμού και οδηγούν σε αμφίβολα εργαστηριακά ευρήματα, χωρίς να συνεισφέρουν στη βελτίωση της θνητότητας. Η επιστημονική έρευνα έχει δείξει ότι η μαζική πρόληψη οδηγεί σε υπερδιάγνωση καρκίνου χωρίς να αυξηθεί η θνητότητα και αυτό συμβαίνει σε αρκετές μορφές καρκίνου. Η ανίχνευση π.χ. του καρκίνου του προστάτη με βάση το PSA έχει οδηγήσει μεγάλο αριθμό ασυμπτωματικών ενεργών μεσήλικων ανδρών (55-65 ετών) σε προστατεκτομή με επιπλοκές, όπως ακράτεια και ανικανότητα, ενώ αν δεν είχαν χειρουργηθεί θα είχαν αποκτήσει έναν καρκίνο με συμπτώματα 10-15 χρόνια αργότερα. Η υπερδιάγνωση οδηγεί σε υπερβολική θεραπεία, με αποτέλεσμα περιττές χειρουργικές επεμβάσεις που παρουσιάζουν συχνά επιπλοκές, οι οποίες μειώνουν ραγδαία την ποιότητα ζωής των ασθενών χωρίς να αυξάνεται η θνητότητα.
Τρίτον, είναι οικονομικά ασύμφορο σε εποχές σοβαρής οικονομικής δυσπραγίας να σπαταληθούν κρατικοί πόροι σε αμφιβόλου κλινικής αξίας μαζικές προληπτικές εξετάσεις. Αντιθέτως, είναι ωφελιμότερο, οι πολύτιμοι πόροι της κρατικής υγείας να δαπανηθούν σε ουσιαστική πρόληψη, όπως στα αντικαπνιστικά ιατρεία, στην καταπολέμηση της παιδικής παχυσαρκίας, σε προγράμματα άσκησης και υγιεινής διατροφής, σε προγράμματα αγωγής υγείας που απευθύνονται σε σχολεία και οικογένειες. Οι μόνοι που θα ωφεληθούν αρκετά από τις μαζικές προληπτικές εξετάσεις είναι τα ιδιωτικά διαγνωστικά κέντρα και οι κολονοσκόποι, προστατεκτομείς, βρογχοσκόποι, ακτινοσκόποι και πάσης φύσεως κερδοσκόποι της υγείας.
Ο κ. Θανάσης Δρίτσας είναι αναπληρωτής διευθυντής στο Ωνάσειο Καρδιοχειρουργικό Κέντρο.Δεν είναι ορατοί οι σύνδεσμοι (links).
Εγγραφή ή
Είσοδος