08/10/2016
Του Θύμιου Τζάλλα.O Θύμιος Τζάλλας, είναι πολιτικός επιστήμονας και δημοσιογράφος και ζει στο Λονδίνο όπου εργάζεται στη Hansard Society.Οι σημερινοί σαραντάρηδες (ανάμεσα τους και ο πρωθυπουργός), μεγάλωσαν με μία αφήγηση για το επαγγελματικό τους μέλλον που πλέον δεν ισχύει. Υποτίθεται ότι θα σπουδάζαμε, θα ψάχναμε δουλειά για μερικά αβέβαια χρόνια, και αργά ή γρήγορα θα βρίσκαμε τη θέση που θα μας κάλυπτε. Η δική μας δυσκολία θα ήταν ότι δεν θα μας έφτανε το πτυχίο, θα έπρεπε δηλαδή να κάνουμε «ένα σωρό μεταπτυχιακά», πριν τελικά καταφέρουμε αυτά που πέτυχαν οι γονείς μας: σταθερή δουλειά, εισόδημα που να αντιστοιχεί στο επίπεδο σπουδών μας, και στο βάθος ικανοποιητική σύνταξη. Εμείς δεν θα μπαίναμε στην αγορά εργασίας στα 25, αλλά στα 30, και πιθανώς ακόμη πιο αργά.
Σήμερα, συνειδητοποιούμε ότι αυτό που μάθαμε να προσδοκούμε είναι το βίωμα της περασμένης γενιάς το οποίο οι γονείς μας προέβαλαν στη δίκη μας ζωή. Ονειρευτήκαμε το μέλλον με τα υλικά και τις βεβαιότητες των γονιών μας. Είναι πια αδύνατον να συνταξιοδοτηθούμε στα 65, έχοντας περάσει το μεγαλύτερο μέρος της καριέρας μας στην ίδια θέση. Δεν είναι απλά η κρίση, είναι ένα νέο μοντέλο οικονομίας που δεν είχαμε προβλέψει, και ακόμη και σήμερα ελάχιστα μιλάμε ανοιχτά για αυτό.
Στην Αμερική, σύμφωνα με έρευνα του περιοδικού Forbes, υπολογίζεται ότι το 2020 το 50% του ενεργά οικονομικού πληθυσμού θα είναι freelancers. Η Τράπεζα της Αγγλίας εκτιμά ότι περίπου 15 εκατομμύρια θέσεις εργασίας απειλούνται από την ραγδαία ανάπτυξη της τεχνολογίας. Εφαρμογές όπως το Uber ή το Deliveroo δημιουργούν μία νέα κατηγορία επιχειρηματιών και εργαζομένων. Ο ιδιοκτήτης της επιχείρησης δεν συνεισφέρει πλέον σε υποδομές, αλλά επιβάλλεται στην αγορά με εφαρμογές που αξιοποιούν επιχειρήσεις και περιουσιακά στοιχεία τρίτων. Αντίστοιχα, οι εργαζόμενοι είναι αυτοαπασχολούμενοι που συμμετέχουν σε μεγάλα και ευέλικτα σχήματα, χωρίς όμως συμβόλαια που να τους εξασφαλίζουν. Ο οδηγός του Uber μπορεί να βρίσκει κούρσες μέσα από την επιτυχημένη εφαρμογή στην οποία συμμετέχει. Το ωράριο του είναι ευέλικτο αφού αυτός αποφασίζει πότε και αν θα δουλέψει. Όμως, ένας από τους κανόνες συμμετοχής στο σχήμα, είναι ότι δεν θα χρησιμοποιεί το αυτοκίνητό του για να παίρνει πελάτες εκτός της εφαρμογής.
Οι συλλογικότητες που γνωρίζαμε μέχρι σήμερα: εργάζομαι, συνασπίζομαι με άλλους εργαζόμενους και διεκδικώ από κοινού, έχουν αλλάξει. Είναι ένας κόσμος πολυκερματισμένος στον οποίον είναι μάταιο να επιχειρήσουμε να ορίσουμε τους επιχειρηματίες και τους εργαζομένους με τα κριτήρια που γνωρίζουμε ως σήμερα.
Δεν είναι μόνο η αγορά που αλλάζει, αλλά και η ίδια η κοινωνία. Οι προηγούμενες γενιές αναζήτησαν εργασία σε μια εποχή όπου ακόμη και στην προηγμένη οικονομικά δυτική Ευρώπη μόνο το 40% των γυναικών είχε απασχόληση. Σήμερα, και ενώ οι εργαζόμενες γυναίκες εξακολουθούν να είναι θύματα της προκατάληψης με άμεσο αντίκτυπο στις ευκαιρίες και τις αποδοχές τους, ο αριθμός τους αυξάνεται διαρκώς, πιέζοντας κι άλλο την αγορά εργασίας.
Το προσδόκιμο ζωής μεγαλώνει και αλλάζει επίσης τα δεδομένα, όχι μόνο με τη πίεση στο ασφαλιστικό ή τις υπηρεσίες υγείας, αλλά και τον μέσο όρο ηλικίας στον όποιον ένας άνθρωπος κορυφώνει την καριέρα ή την κατανάλωση του. Είναι ένας κόσμος που ενηλικιώνεται αργότερα, ενώ οι λύσεις που προτείνει το σύστημα ανταποκρίνονται σε μία αγορά εργασίας που ουσιαστικά δεν υπάρχει πια. Έτσι, ενώ για παράδειγμα ο κάτοικος του Λονδίνου βρίσκεται στην ισχυρότερη καταναλωτική του θέση γύρω στα 50, δέκα μόλις χρόνια αργότερα το κράτος του επιτρέπει την ελεύθερη μετακίνηση με όλα τα μέσα μεταφοράς. Αυτά τα χρήματα, περίπου 150 ευρώ το μήνα, τα επιδοτεί στη ουσία ο άνεργος στα 25 του.
Σε αυτόν τον κόσμο η κεντροαριστερά έρχεται να υπερασπιστεί τους αδύνατους, αλλά όπως ακριβώς οι σημερινοί σαραντάρηδες, συνειδητοποιεί με οδυνηρό τρόπο ότι οι αδύναμοι δεν υπάρχουν πια μόνο με τον τρόπο που μέχρι πρότινος γνωρίζαμε. Στην Ελλάδα ελάχιστα συζητάμε το γεγονός ότι από τους 1,3 εκατομμύρια άνεργους μόνο οι 160.000 παίρνουν επίδομα ανεργίας. Οι υπόλοιποι; Αν το κράτος τους επιδοτήσει, όπως άλλωστε οφείλει, τότε δεν θα φτάνουν ούτε καν τα έσοδα του ΕΝΦΙΑ για να καλυφθούν τα επιδόματα για ένα εκατομμύριο ανέργους. Αυτό δεν είναι στην ατζέντα, δεν αποτελεί καν μέρος του δημοσίου διαλόγου στη χώρα μας, με τον τρόπο για τον οποίο συζητάμε για παράδειγμα την αύξηση του ΦΠΑ ή του ΕΝΦΙΑ.
Η κυβέρνηση δεν φαίνεται να πολυασχολείται με τις αλλαγές. Όταν ο πρωθυπουργός επιχειρεί να περιγράψει το σχέδιο του για το μέλλον καταφεύγει σε κλισέ της δεκαετίας του ‘80. Δεν είναι μόνο που ο λόγος του χάνει τον χαρακτήρα και τη δυναμική του, όταν δεν έχει αρνητική φόρτιση. Είναι γιατί ο Αλέξης Τσίπρας, αν και σαραντάρης ο ίδιος, είναι στη ουσία ένας πολιτικός παλιάς κοπής, ένας άνθρωπος ο οποίος ανέλαβε να επιτελέσει το ρόλο του μοντέρνου, όπως όμως τον αντιλαμβάνονταν οι προηγούμενες γενιές. Είναι ο σαραντάρης των σημερινών 65άρηδων, μοντέρνος για τα δεδομένα των 80ς, όχι ένας άνθρωπος της δικής του ή της επόμενης γενιάς.
Η κεντροαριστερά, αν θέλει να ανακτήσει τον ρόλο της ως του κατεξοχήν εκπροσώπου των αδύναμων, πρέπει να συνομιλήσει με τους ανθρώπους που έχουν χάσει τις βεβαιότητες τους. Πρέπει να περιγράψει με λόγο ζωντανό και συγκεκριμένες πολιτικές αυτό που απουσιάζει από τη δημόσια συζήτηση: το μέλλον των λιγότερο προνομιούχων σε έναν κόσμο που πια έχει αλλάξει. Ο αρχηγός που θα απευθυνθεί στον οδηγό του taxibeat, στον τεχνικό υπολογιστή με μπλοκάκι, στη μακροχρόνια άνεργη 30χρονη, θα είναι ο επόμενος ηγέτης της κεντροαριστεράς. Αν ο αρχηγός αναζητηθεί σε μια παραλλαγή του Τσίπρα, έναν αντίπαλο ή συνομιλητή στο στυλ του σημερινού πρωθυπουργού, αργά ή γρήγορα θα βρεθούμε ξανά στο σημερινό αδιέξοδο.
Δεν είναι ορατοί οι σύνδεσμοι (links).
Εγγραφή ή
Είσοδος