Μάιος 2009.
ΕΠΙΣΤΟΛΗ ΤΟΥ ΠΡΟΕΔΡΟΥ ΤΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΨΥΧΙΑΤΡΙΚΗΣ ΕΤΑΙΡΕΙΑΣ Κ. ΝΙΚΟΥ ΤΖΑΒΑΡΑ
Στο τεύχος 103 των « Τετραδίων Ψυχιατρικής» δημοσιεύτηκε η επιστολή του συναδέλφου κ. Θ. Μεγαλοοικονόμου που απευθυνόταν μεταξύ άλλων και στην Ελληνική Ψυχιατρική Εταιρεία και αφορούσε στην επεκτεινόμενη εμπλοκή των ψυχιάτρων και της ψυχιατρικής γενικότερα στις διαδικασίες χορήγησης από τις αρχές οπλοφορίας και σε ιδιωτικούς οργανισμούς.
Το διοικητικό συμβούλιο της ΕΨΕ στη συνεδρίασή του της 20-2-2009 συζήτησε επισταμένα το όλο ζήτημα από κάθε πλευρά του και μετά από σχετική εισήγηση του συναδέλφου-ψυχιάτρου κ. Χάρη Βαρουχάκη κατέληξε ομοφώνα στην απόφαση που συνημμένα σας παραθέτω.
Θέσεις της ελληνικής ψυχιατρικής εταιρείας στο ζήτημα των αδειών οπλοφορίας
Η ΕΨΕ θεώρει αναγκαίο να ανακοινώσει δημόσια τις θέσεις της στα ζητήματα που σχετίζονται από την εμπλοκή των ψυχιάτρων (και των ψυχολόγων) σε ζητήματα μεγάλου κοινωνικού ενδιαφέροντος και ιδιαίτερα στις διαδικασίες χορήγησης άδειας σε πρόσωπα να φέρουν όπλα και στα προβλήματα που προκύπτουν από τη χρήση τους.
Υπάρχει μεγάλη σύγχυση στην κοινή γνώμη για τις δυνατότητες της ψυχιατρικής και της ψυχολογίας και δεν είναι λίγοι που θεωρούν ότι αυτές οι δυνατότητες είναι σχεδόν απεριόριστες, η δε παρέμβαση των αντιστοίχων επαγγελματιών απαραίτητη και ευεργετική για την επίλυση παντός είδους προβλημάτων.
Έχει έτσι δημιουργηθεί και συνεχώς καλλιεργείται ένα κλίμα υπερβολικών και πολλές φορές ανεδαφικών προσδοκιών και απαιτήσεων μέχρι του σημείου να ζητούν από εμάς όχι μόνο να ερμηνεύσουμε κάθε ανθρώπινη συμπεριφορά ακόμα και την πιο ακραία ή και ειδεχθή , αλλά και να προβλέψουμε με ασφάλεια τον τρόπο που ένα πρόσωπο θα αντιδράσει στο μέλλον στις οποιεσδήποτε συνθήκες.
Τέτοιες προσδοκίες έχουν μάλιστα καταγράφει και σε διατάξεις θετού Δικαίου όπου π.χ. «ειδικές επιτροπές» καλούνται να ερευνήσουν με ψυχοτεχνικές δοκιμασίες και συνέντευξη των εξεταζόμενων την εν γένει προσωπικότητα αυτών και κυρίως την αυτοκυριαρχία, τη συναισθηματική σταθερότητα, την κρίση και αντίληψη και την ικανότητα προσαρμογής στις μεταβαλλόμενες καταστάσεις και απαιτήσεις» και να «αποφανθούν για το αν η προσωπικότητά τους παρέχει τα εχέγγυα για ορθή χρήση του όπλου». Και φαίνεται ότι ανάλογες διατάξεις προωθούνται και επεκτείνονται και στον ιδιωτικό τομέα όπου υπάλληλοι ιδιωτικών οργανισμών θα μπορούν να φέρουν όπλα με την ευλογία και την συγκατάθεση αναλόγων «Ειδικών Επιτροπών».
Κύριες αίτιες αυτής της κατάστασης είναι :
1. Η εγγενής αδυναμία να οριστεί με τρόπο γενικά αποδεκτό το «φυσιολογικό» και τα όριά του
2. Η συγκεχυμένη αντίληψη της κοινής γνώμης και όχι μόνο για το γνωστικό αντικείμενο και τις δυνατότητες και διαφορές της ψυχιατρικής και της ψυχολογίας, τα απαραβίαστα όρια της κάθε μιας και το κοινό πεδίο τους στη θεωρία και στην πρακτική
3. Η απαράδεκτη συμπεριφορά ορισμένων ψυχιάτρων, ψυχολόγων και δημοσιογράφων που σπεύδουν να υπηρετήσουν τις ανάγκες της τηλεθέασης και δεν διστάζουν με αντάλλαγμα την προβολή τους ή και τα ιδιοτελή επαγγελματικά τους συμφέροντα να ερμηνεύουν ως ειδικοί τα ανερμήνευτα, και να αποκαλύπτουν δήθεν ως αυθεντίες και με ζηλευτή ευκολία και σιγουριά ακόμα και τα πιο μύχια και σκοτεινά κίνητρα της συμπεριφοράς των ανθρώπων, άγνωστα και απροσπέλαστα σε όλους τους άλλους.
4. Το γεγονός ότι τέτοιες αντιλήψεις και προσδοκίες προωθούν τα επαγγελματικά συμφέροντα των αντιστοίχων επαγγελματιών, κάποιοι από τους οποίους προβάλλουν μειωμένη αντίσταση στις πιέσεις που τους ασκούνται ή αυθορμήτως και απρόσκλητοι προσφέρουν τις υπηρεσίες τους και εκεί που δεν χρειάζονται ή ίσως είναι και επιζήμιες.
Αποτέλεσμα αυτής της σύγχυσης είναι και η συνεχώς επεκτεινόμενη απαίτηση εμπλοκής των ψυχιάτρων σε θέματα που σχετίζονται με τη χρήση πυροβόλων όπλων.
Επί των σχετικών ζητημάτων η Ελληνική Ψυχιατρική εταιρεία θεωρεί λοιπόν αναγκαίο να καταστήσει γνωστές στη κοινή γνώμη και στις αρμόδιες αρχές τις θέσεις της που συνοψίζονται ως εξής:
1. Η ψυχιατρική και οι ψυχίατροι δεν έχουν τις γνώσεις ούτε τα μέσα για να μπορούν να βεβαιώσουν με ασφάλεια εάν ένα πρόσωπο μπορεί να φέρει πυροβόλο όπλο ή άλλο φονικό όργανο και πολύ περισσότερο να βεβαιώσουν ότι το πρόσωπο αυτό σε κάθε περίπτωση και υπό οποιεσδήποτε περιστάσεις θα αντιδράσει σύμφωνα με τις επιταγές του Νόμου και τις περί δικαίου και ηθικής, αντιλήψεις που επικρατούν. Η αδυναμία ασφαλούς εκτίμησης και πρόβλεψης γίνεται ακόμα μεγαλύτερη σε συνθήκες όπου το γενικότερο κλίμα χαρακτηρίζεται από έλλειψη κοινωνικής αλληλεγγύης, συναισθηματική απίσχνανση, χλευασμό των ιδανικών, έκπτωση των αξιών, αμφισβήτηση θεσμών και πολιτική πενία και καθημερινά και συνεχώς επιδεινούμενα φαινόμενα υπέρμετρης, άλογης και όχι σπάνια ανθρωποκτόνου βίας. Πιστεύουμε επίσης ότι ούτε η ψυχολογία , ούτε άλλη επιστήμη διαθέτει τέτοιες δυνατότητες. Επομένως τέτοια ερωτήματα και μάλιστα με τόσο απόλυτο τρόπο δεν πρέπει να τίθενται, εάν δε τίθενται οι ερωτώμενοι οφείλουν να δηλώνουν εξ αρχής την αδυναμία τους να απαντήσουν με ασφάλεια και το μεγάλο κίνδυνο οι όποιες εκτιμήσεις τους να αποδειχτούν τραγικά λανθασμένες.
2. Υπάρχουν περιπτώσεις όπου ο ψυχίατρος βασισμένος στις γνώσεις και στην εμπειρία του, μπορεί από τα ευρήματα της κλινικής εξέτασης ενός προσώπου, τις πληροφορίες που αφορούν το ιστορικό του και άλλα προσιτά σε αυτόν στοιχεία, να διαπιστώσει και να βεβαιώσει την ύπαρξη ψυχικής διαταραχής και τη σοβαρότητά της και μερικές φορές, άλλα όχι πάντοτε, τον αυξημένο κίνδυνο να προβεί ο πάσχων σε πράξεις μεγάλης βίας κατά προσώπων. Σε μια τέτοια περίπτωση ο ψυχίατρος οφείλει να ενημερώσει τον πάσχοντα για τον αυξημένο αυτό κίνδυνο και να του συστήσει να μη φέρει όπλα ούτε να τα φυλάσσει σε μέρη εύκολα προσιτά.
3. Η μη διαπίστωση κατά τα ανωτέρω ψυχικής διαταραχής δεν σημαίνει ότι τέτοια διαταραχή δεν υπάρχει, ούτε, πολύ περισσότερο, ότι δεν θα υπάρξει στο μέλλον. Η βεβαίωση επομένως ότι δεν διαπιστώθηκε ψυχική διαταραχή δεν ισοδυναμεί με πιστοποιητικό ψυχικής υγείας, όπως πολλοί κακώς συμπεραίνουν. Ο ψυχίατρος μπορεί να βεβαιώσει ότι ένα συγκεκριμένο άτομο «δεν πρέπει να φέρει όπλο» , άλλα δεν μπορεί να βεβαιώσει ότι ένα συγκεκριμένο πρόσωπο «πρέπει να φέρει όπλο». Η ΕΨΕ συνιστά επομένως στους ψυχιάτρους να καθιστούν σαφές προς όλους και προς αποφυγή λανθασμένων συμπερασμάτων και πρακτικών ότι όταν βεβαιώνουν ότι δεν διαπίστωσαν την ύπαρξη ψυχικής διαταραχής στον εξετασθέντα δεν βεβαιώνουν εξ αντιθέτου ότι διαπίστωσαν την ψυχική του υγεία.
4. Η ΕΨΕ επομένως είναι ριζικά αντίθετη στην οποιαδήποτε πρακτική επέκτασης της χορήγησης όπλων και πολύ περισσότερο σε πρόσωπα που είναι υπάλληλοι ιδιωτικών οργανισμών. Και μάλιστα με την εμπλοκή στις σχετικές διαδικασίες επαγγελματιών της ψυχικής υγείας γιατί αυτό θα έδινε μια επίφαση εγγύησης ότι η χρήση τους θα ήταν νόμιμη και μόνο στις απολύτως αναγκαίες περιπτώσεις.
Δεν είναι ορατοί οι σύνδεσμοι (links).
Εγγραφή ή
Είσοδος