Γενικά > Γενική συζήτηση
Σχεδιάζοντας την ΠΦΥ
Δ. Κουναλάκης:
Έγραψα τις οπτικές πολιτών στην Ελλάδα όπως τις αντάμωσα μέχρι σήμερα αλλά δεν σημαίνει ότι τις δικαιολογώ ή τις αποδέχομαι. Εκτός Ελλάδος, παρατηρεί κανείς μια σημαντική εμπιστοσύνη των πολιτών στο κράτος, και την αποδοχή του συστήματος υγείας και των επαγγελματιών υγείας. Θα άξιζε να αναζητήσουμε τους λόγους που η Ελλάδα είναι μια εξαίρεση.
Είναι λογικό να απαιτείς από ένα επαγγελματία υγείας να είναι συνεχώς διαθέσιμος για κάθε θέμα ή ερώτημα προκύπτει; Νομίζω ότι πολλοί παράγοντες ευθύνονται: α) Είναι επαρκείς οι οδηγίες που έλαβε ένας ασθενής ώστε να λύσουν τις πιθανές απορίες του; Πήρε κάποιο κείμενο που μπορεί να αναζητήσει απαντήσεις σε ερωτήματα που θα προκύψουν; Αν όχι, μην κατηγορούμε τον ασθενή. β) Είναι πρόβλημα πρωτόγνωρο που δεν ξέρει πως θα το διαχειριστεί ο πολίτης; Στο εξωτερικό, πολλά συστήματα υγείας αλλά και ελληνικές ασφαλιστικές, έχουν τηλεφωνικές γραμμές που μπορούν να διαχειριστούν κάτι έκτακτο και να ειδοποιήσουν τον γιατρό. γ) Μήπως η συμπεριφορά του ασθενή, κρύβει κάποια δυστροπία ή αγχώδη διαταραχή; Και αυτό, είναι ένα θέμα του γιατρού να το ανακαλύψει και να το αντιμετωπίσει.
Τι μπορεί να κρύβει η άρνηση για οικογενειακό ιατρό και η αναζήτηση μόνο σε ιατρούς ειδικοτήτων; Το πιο λογικό που μπορεί να σκεφτεί κανείς είναι μια προηγούμενη κακή εμπειρία με κάποιο παθολόγο ή γενικό ιατρό. Ιστορικά, στο Ηνωμένο Βασίλειο πριν 25-30 χρόνια ανακάλυψαν ότι οι περισσότεροι GPs είχαν αναχρονιστικές γνώσεις και αντιμετώπιση σε αρκετά προβλήματα υγείας. Αυτό όμως χρεώνεται στο σύστημα υγείας που δεν απαίτησε, δεν οργάνωσε και δεν επιβεβαίωσε την ποιότητα, τις δεξιότητες και τις γνώσεις των οικογενειακών ιατρών. Συμπερασματικά, κάθε σύστημα υγείας πρέπει να έχει α) επαρκή αριθμό ιατρών ώστε να υπάρχει άμιλλα, κίνητρο βελτίωσης και φόβος αποκλεισμού β) οργανωμένο σύστημα συνεχιζόμενης εκπαίδευσης και παρακολούθησης της ποιότητας των υπηρεσιών γ) καταγραφή πράξεων, υπηρεσιών και έκβασης ώστε να μπορείς να έχεις δείκτες και σχεδιασμό
Ένας άλλος παράγοντας που κάνει να ξεχωρίζει ένας γιατρός ή γενικότερα επαγγελματίας υγείας είναι η ενσυναίσθηση: Η ικανότητα δηλαδή να βρεθείς στη θέση του και να νιώσεις όπως ο πολίτης και ασθενής απέναντι σου, να αντιληφθείς τις ανάγκες του και να στοχεύσεις όχι μόνο στην πηγή της αρρώστιας αλλά και της ασθένειας. Αυτό ακολουθεί τον ορισμό της υγείας κατά WHO και καλλιεργεί την σχέση υγειονομικού-πολίτη. Δυστυχώς, αυτό δεν είχε μια εύκολη "διαδικασία" και δεν αναμένεται να αντικατασταθεί για αρκετά ακόμη χρόνια από τις μηχανές και τα λογισμικά. Είναι πιο πιθανό να καταργηθεί η γαστροσκόπηση ή να αντικατασταθεί ο χειρουργός από robot παρά να καταργηθεί ο γιατρός που εμπιστεύεσαι. Κι αν για κάποιο παιδί λέγαμε ότι είναι ορφανό και κακοποιημένο, το ίδιο μπορούμε να πούμε και για τον Έλληνα πολίτη από το ελληνικό σύστημα υγείας. Και ένας δείκτης για αυτό, είναι η εμπιστοσύνη του στον προσωπικό του γιατρό, αν τον έχει και αυτόν.
Δ. Κουναλάκης:
Αν γυρίσουμε πολλά χρόνια πίσω θα δούμε ότι η υγεία αποτελούσε μέλημα κάθε οργανωμένης ανθρώπινης κοινωνίας. Είναι γνωστό ότι βασιλιάδες και πλούσιοι είχαν τον προσωπικό τους ιατρό και το πλήρωναν. Η περίθαλψη τότε ήταν με αμοιβή από τον ασθενή και προσωπική υπόθεση ανάλογα με την οικονομική σου δυνατότητα. Ακόμη και στα Ασκληπιεία υπήρχε αμοιβή, που κατέθετε ο ασθενής για να θεραπευτεί.
Λίγοι ξέρουν για τον "δημόσιο γιατρό", που ήταν ο γιατρός με την καλύτερη φήμη που μπορούσε να πληρώσει μια πόλη-κράτος τον 6ο πΧ αιώνα, για να προσφέρει τις υπηρεσίες του χωρίς χρέωση σε όλους τους πολίτες της πόλης-κράτος. Μάλιστα οι ελληνικές αποικίες είχαν θεσπίσει το "ιατρικόν" που ήταν υποχρεωτικός για όλους φόρος σε σιτάρι, που απέδιδαν οι πολίτες απευθείας στο γιατρό, για να έχουν "Δημόσιο γιατρό". Ή αργότερα το ρωμαϊκό κράτος, τον 3ο πχ αιώνα, που πλήρωνε τον "Αρχίατρο του λαού" για να προσφέρει ιατρικές υπηρεσίες στους Ρωμαίους πολίτες.
Τι ώθησε σε αυτό το "Universal Health Coverage" (όπως το λέει σήμερα ο WHO) αυτές τις κοινωνίες πριν 2500 χρόνια; Είναι το μερίδιο της πρόληψης και της περίθαλψης από αυτό που ονομάζουμε Δημόσια υγεία (public health). Δημόσια υγεία είναι η επιστήμη που ασχολείται με την πρόληψη των νοσημάτων, την συλλογική αντιμετώπιση των κινδύνων για την ζωή, την βελτίωση του προσδόκιμου επιβίωσης και την βελτίωση των γνώσεων μας για πρακτικές που διατηρούν ακέραια ή βελτιώνουν την υγεία. Η Δημόσια υγεία με πολύχρονες προσπάθειες πέτυχε να έχουμε κανονισμούς και βελτίωση του πόσιμου νερού, των συνθηκών κατοικίας και εργασίας, της βρεφικής θνησιμότητας, της ποιότητας γήρανσης, κοκ.
Στην περίθαλψη, η Δημόσια Υγεία είχε ένα σημαντικό ρόλο στην αναγνώριση και στην αντιμετώπιση μεταδοτικών νοσημάτων: Η αντιμετώπιση της φυματίωσης, της ελονοσίας, της λέπρας των νοσημάτων που προλαμβάνονται με εμβολιασμό, και κάποιων σεξουαλικώς μεταδιδόμενων νοσημάτων ήταν μια μεγάλη συνεισφορά της Δημόσιας Υγείας. Τα νοσοκομεία των τελευταίων αιώνων ήταν ιδρύματα που περιέθαλπαν (και απομόνωναν) ασθενείς με μεταδοτικά νοσήματα για να προστατευτούν οι υπόλοιποι πολίτες. Δεν ξεχνάμε το λεπροκομείο της Σπιναλόγκας, το Βενιζέλειο σανατόριο για τους φυματικούς (που είναι σήμερα το Βενιζέλιο νοσοκομείο) αλλά και πολλά νοσοκομεία των Αθηνών που περιέθαλπαν ασθενείς με τέτοια μεταδοτικά νοσήματα.
Τι σχέση έχει όμως η ΠΦΥ και πως έφτασαν οι έλληνες να θεωρούν τα κρατικά νοσοκομεία "Δημόσια υγεία";
Δ. Κουναλάκης:
Το τέλος του Μεσαίωνα, σημαδεύτηκε από ένα ενδιαφέρον θέμα Δημόσιας υγείας: Ο πάπας Γρηγόριος ο 9ος κατηγορεί τις γάτες ως διαβολικές το 1233 και αρχίζει η εξαφάνιση τους και η αύξηση του πληθυσμού ποντικών και αρουραίων που οδήγησε στην μαύρη πανώλη. Εκείνη την εποχή δεν υπήρχε καμιά οργανωμένη δομή υγείας για τον πληθυσμό. Οι γνώσεις των ιατρών στηρίζονταν στις γνώσεις του Γαληνού και του Ιπποκράτη και τότε ξεκινάνε οι ανατομικές μελέτες και τίθενται βάσεις για την σημερινή επιστήμη. Αν δει κανείς ιστορικά την χρήση των υπηρεσιών υγείας θα ανακαλύψει ότι με εξαίρεση τις κλινικές που πραγματοποιούσαν κυρίως χειρουργικές επεμβάσεις (πχ Mayo clinic λιγο πριν το 1900) σε συνδυασμό με φιλανθρωπικό έργο, οι πρώτες μεγάλες δομές υγείας στόχευαν είτε την φτώχεια είτε λοιμώδη νοσήματα. Τα σανατόρια της εποχής ήταν για τους φυματικούς, τα λεπροκομεία για τους λεπρούς, και τα πτωχοκομεία για όσους δεν μπορούσαν να πληρώσουν γιατρό. Τα "πανεπιστήμια" ιατρικής της εποχής ήταν οι φιλανθρωπικές δομές, εκκλησιαστικές ή μεγάλων δωρητών με την βοήθεια και του κράτους.
Με την αναβάθμιση των συνθηκών διαβίωσης και την πρόοδο της ιατρικής, αυτές οι πρώτες ιατρικές δομές, είχαν χωριστεί σε δύο κατηγορίες: Ιδιωτικές (κυρίως χειρουργικές) κλινικές και δομές υγείας για τους ανθρώπους που αδυνατούσαν να αντέξουν το δυσβάστακτο τότε κόστος της ιατρικής περίθαλψης. Στην Ελλάδα, μετά την τουρκική κατοχή έχουμε ανάλογες δομές που λειτουργούσαν σαν μη κερδοσκοπικοί οργανισμοί (πχ Ευαγγελισμός 1884) μέχρι και την δημιουργία του ΕΣΥ του 1983. Αρκεί να δει κανείς την ιστορία μεγάλων νοσοκομείων πχ Ευαγγελισμού για να δει ότι δωρητές και πολίτες που πλήρωναν νοσήλια διατηρούσαν αυτές τις δομές. 10 δραχμές πλήρωνε ο ασθενής το 1898 στο Ευαγγελισμό για μια ακτινογραφία. Η μεγαλύτερη συνεισφορά αυτών των πρώτων ιδρυμάτων ήταν σε λοιμώδη νοσήματα και σε στιγμές όπου υπήρχε πλήρης άρση της κανονικότητας πχ πόλεμοι, οικονομικές κρίσεις, κλπ. Ταυτόχρονα, το επιστημονικό προσωπικό αυτών των ιδρυμάτων αποτέλεσε την δεξαμενή προσωπικού για τις ανάγκες της Δημόσιας Υγείας του Ελληνικού κράτους: Ήταν οι συμβουλάτορες των αποφάσεων για θέματα Δημόσιας Υγείας.
Την ίδια εποχή, την ΠΦΥ αποτελούσε ένας αριθμός επαγγελματιών υγείας (γιατροί, νοσηλευτές, μαίες, πρακτικοί) που προσέφερε έργο στην κοινότητα επί αμοιβή, χωρίς αυτό να σημαίνει ότι ο αναξιοπαθούντας ήταν τελείως στην τύχη του. Το είδος και η ποιότητα των υπηρεσιών σαφέστατα ήταν προσαρμοσμένη στις οικονομικές δυνατότητες του ασθενή. Από τα τέλη του 19ου αιώνα, στα πλαίσια και της υποστήριξης της εργατικής τάξης βλέπουμε μια προσπάθεια του κράτους να υποστηρίξει τον πολίτη προσφέροντας του υπηρεσίες της ΠΦΥ Στους εργαζόμενους με "φορολογία" του εργοδότη, είναι το μοντέλο Bismarck. Αργότερα, ακολουθεί και το μοντέλο Beveridge με την παροχή υπηρεσιών υγείας πληρώνοντας τους επαγγελματίες υγείας από πόρους που προκύπτουν από την εθνική φορολογία. Θα ακολουθήσει το Εθνικό Σύστημα Υγείας όπου το κράτος δεν αγοράζει υπηρεσίες αλλά λειτουργεί ως εργοδότης και πάροχος υπηρεσιών υγείας. Και στα τρία μοντέλα, ο στόχος ήταν να υπάρχει η κάλυψη του ασθενή σε υγειονομικές υπηρεσίες χωρίς την άμεση οικονομική του συμμετοχή.
Στην Ελλάδα, πρώτη φορά μαζικά υγειονομική περίθαλψη από ασφαλιστικό ταμείο έχουμε μετά το δεύτερο παγκόσμιο πόλεμο με στόχο και πάλι την ανακούφιση των θυμάτων του. Κάποια από τα εκατοντάδες ασφαλιστικά ταμεία, ξεκινούν ην παροχή υγειονομικών υπηρεσιών για τους ασφαλισμένους. Με την δημιουργία όμως του ΕΣΥ το 1983, έχουμε μια ριζική αλλά λανθασμένη τομή, στην υγειονομική περίθαλψή: Οι υγειονομικές δομές που είχαν ένα ρόλο περισσότερο Δημόσιας Υγείας (λοιμώδη νοσήματα) αρχίζουν να λειτουργούν ως κρατικές δευτεροβάθμιες δομές και να παρέχουν χωρίς αμοιβή υπηρεσίες προς τους πολίτες. Αν και η ΠΦΥ προβλεπόταν στον ιδρυτικό νόμο του ΕΣΥ, πρακτικά δεν ακολουθεί και παραμένει ένα συνονθύλευμα διαφορετικών πολιτικών υγείας ανάλογα με το εκάστοτε ασφαλιστικό ταμείο. Μέχρι και το 2011, ο μισός πληθυσμός της Ελλάδας, καλυπτόταν από το ΙΚΑ που συχνά δεν αναγνώριζε τις δομές του ΕΣΥ. Η χαμηλή ποιότητα των υπηρεσιών υγείας που παρείχε αυτό το ταμείο και η ανάγκη για ιδιωτική συμμετοχή του ασθενή στις περισσότερες περιπτώσεις, οδηγούσε τους ασφαλισμένους του ταχτικά στα επείγοντα των κρατικών νοσοκομείων και για τα μη επείγοντα προβλήματα υγείας.
Είναι παράλογο μετά να υπάρχει σύγχυση μεταξύ της έννοιας Δημόσιας Υγείας (Public Health) και κρατικών δομών υγείας (public sector);
Δ. Κουναλάκης:
Η δημιουργία του "ΕΣΥ" το 1983, περιορίστηκε στην ενοποίηση και μετασχηματισμό των νοσοκομείων και στην δημιουργία κέντρων υγείας στην ύπαιθρο που μέχρι τότε υπήρχαν οι υγειονομικοί σταθμοί. Υπήρχαν πολλοί λόγοι που οδήγησαν σε αυτό: Υπήρχαν ευρωπαϊκές επιδοτήσεις και μαζί εταιρίες ιατρικών (και όχι μόνο) μηχανημάτων του εξωτερικού που θα αναλάμβαναν τις εργολαβίες. Η δωρεάν πρόσβαση στα νοσοκομεία έλυνε προβλήματα σε μεγάλο δείγμα του πληθυσμού, η ιατρική εκπαίδευση θα βελτιωνόταν, θα υπήρχε ομοιογένεια στην λειτουργία των νοσοκομείων, και φυσικά μια καινούργια αγορά θα φτιαχνόταν. Αντίθετα, η ΠΦΥ δεν ήταν εξ αρχής προτεραιότητα σε αντίθεση με οπουδήποτε αλλού στον κόσμο.
Η κρατική "ανάπτυξη" αυτή της νοσοκομειακής περίθαλψης είχε συνέπειες:
α) Η ξαφνική ζήτηση για ιατρούς ειδικοτήτων στα νέα νοσοκομεία οδήγησε σε ξεχωριστά ιατρικά (αυξημένα τότε) μισθολόγια και πλασματικές εφημερίες για να προσελκύσουν ιατρούς, στην σύσταση θέσεων ειδικευομένων τριπλάσιων σε αριθμό από ότι χρειάζεται η Ελλάδα και στο όνειρο κάθε ελληνικής οικογένειας να κάνει το παιδί της ιατρό που θα απολαμβάνει κοινωνική αποδοχή και υψηλές αμοιβές.
β) Η απότομη μετάβαση από μια υπηρεσία που πληρώνει ο πολίτης σε μια υπηρεσία που είναι δωρεάν και χωρίς καλή οργάνωση και εποπτεία των υπηρεσιών, οδήγησε στην γένεση άτυπων πληρωμών με προεξάρχον το φακελάκι.
γ) Η έλλειψη εξωνοσοκομειακών υπηρεσιών που καλύπτονται οικονομικά από το κράτος και η εναπόθεση της ΠΦΥ στα ασφαλιστικά ταμεία, οδήγησε σε μια κουλτούρα αναζήτησης ειδικού ιατρού από τον πολίτη, χωρίς συνέχεια στην φροντίδα και χωρίς βοήθεια στην χρήση των υπηρεσιών. Τα νοσοκομεία με τα εξωτερικά ιατρεία οδηγήθηκαν στην κάλυψη τόσο πρωτοβάθμιων όσο και δευτεροβάθμιων εξειδικευμένων υπηρεσιών, διατηρώντας και ένα προνοιακό ρόλο.
δ) Η χρησιμοποίηση νοσοκομειακών δομών για πρωτοβάθμιες υπηρεσίες χωρίς συνέχεια, αύξησε το κόστος της δαπάνης και δημιούργησε επιπλέον ανάγκες για υπηρεσίες χωρίς αλλαγή των τελικών εκβάσεων.
Σαφώς και η οργάνωση των νοσοκομείων στα πλαίσια ενός Εθνικού Συστήματος Υγείας είναι μια εξαιρετική και σωστή απόφαση, αλλά επίσης σαφώς δεν ξεκινάς να κτίσεις ένα σπίτι αρχίζοντας από την ταράτσα. Το μεγαλύτερο όμως πρόβλημα διαχρονικά είναι η έλλειψη εποπτείας και οργάνωσης των κρατικών υπηρεσιών υγείας. Σήμερα, η συντριπτική πλειοψηφία των κρατών ανά την υφήλιο, δαπανά ένα σημαντικό μέρος του προϋπολογισμού των νοσοκομείων στην πληροφορική υποστήριξη που απαιτείται: Για την επικοινωνία με τον πολίτη, για την ενημέρωση και την παρακολούθηση των δεδομένων των ασθενών, για την τεκμηρίωση των παρεχόμενων υπηρεσιών αλλά και την στοιχειοθέτηση του κόστους. Το κυριότερο όμως για την ασφάλεια του ασθενή.
Ένα άλλο ενδιαφέρον της ιστορίας είναι ότι η Ελλάδα πέρασε μια οικονομική κρίση και όλα τα στοιχεία που έχουμε για την υγεία προκύπτουν με έμμεσους τρόπους: Δεν έχουμε αξιόπιστα στοιχεία δημόσιας υγείας (Public Health) ούτε για την κατάσταση πριν την κρίση, ούτε για σήμερα. Ιστορικά, θα περίμενε κανείς η οικονομική κρίση χρέους ενός κράτους, να επηρεάσει περισσότερο από οτιδήποτε άλλο, ένα Εθνικό Σύστημα Υγείας που ο κύριος χρηματοδότης είναι τα φορολογικά έσοδα. Ωστόσο σε αυτή τη χώρα, έχουμε το παράδοξο να θεωρούμε ότι το ΕΣΥ επιβίωσε και είχαμε και μια βαρύτατη οικονομική κρίση.... Προφανώς, μπορούμε να πούμε το οτιδήποτε χωρίς στοιχεία.
Δ. Κουναλάκης:
Ο πολίτης έχει ανάγκη υπηρεσιών υγείας και πρόληψης που δεν είναι πάντα η αντιμετώπιση της ασθένειας. Ταυτόχρονα, κάθε μοντέλο διοίκησης τοποθετεί τον γιατρό σε θέση εμπειρογνώμονα για διάφορα καθημερινά θέματα. Στην ΠΦΥ ο οικογενειακός γιατρός ή γενικότερα η ομάδα υγείας έχει ένα πολυπρόσωπο ρόλο. Είναι συνοδοιπόρος του πολίτη που συνδράμει φροντίζοντας και όχι απλά θεραπεύοντας:
α) Να αναγνωρίσει νωρίς μια αρνητική για την υγεία συμπεριφορά και προσφέρει στην τροποποίηση της πχ από την διακοπή του καπνίσματος έως την διατροφή.
β) Να πιστοποιήσει την υγεία και την νόσο σε κάθε πτυχή και απαίτηση ενός οργανωμένου συστήματος της κοινωνίας πχ από τα πιστοποιητικά υγείας έως την ευθύνη για την καλύτερη και γρηγορότερη αποκατάσταση.
γ) Να εκπαιδεύσει και να συμβουλεύσει π.χ. σε θέμα υγιεινής, διαχείρισης διαπροσωπικών σχέσεων, διατροφής. Από την διαχείριση του βρέφους μέχρι την συμβουλευτική του εφήβου.
δ) Να διαχειριστεί ένα πρόβλημα υγείας όχι απλά με βάση ποια είναι η πιο τέλεια θεραπεία, αλλά με βάση το πόσο εφικτή, αποδεκτή και αποτελεσματική είναι η θεραπεία για ένα συγκεκριμένο ασθενή.
ε) Να προσφέρει ένα πλάνο διαχείρισης των χρόνιων νοσημάτων του πολίτη με τρόπο που ο πολίτης καθίσταται ενεργός και συμμέτοχος στην αντιμετώπιση και στην πρόληψη τους. Για να το πετύχει αυτό πρέπει να μπορεί να νιώσει τον ασθενή και την καθημερινότητα του.
στ) Να αποτελέσει την γέφυρα μεταξύ του πολίτη και του συστήματος υγείας, όντας το πρώτο σημείο επαφής, η πρώτη βοήθεια σε ένα πρόβλημα υγείας. Και εδώ το πρώτο βήμα μπορεί να το κάνει είτε ο πολίτης είτε το σύστημα υγείας.
ζ) Να δημιουργεί και να συντηρεί ένα σύνολο πληροφορίας για κάθε πολίτη που σε δεύτερο επίπεδο, ανώνυμα, επιτρέπει την καλύτερη οργάνωση και σχεδιασμό του συστήματος υγείας, την καλύτερη αξιοποίηση των πόρων και την αξιολόγηση σε κάθε επίπεδο.
Η φροντίδα υγείας είναι μια από τις πιο ακριβές υπηρεσίες που λαμβάνει ένας πολίτης. Είναι λογικό να αξιοποιείται η τεχνολογία και μη ιατρικό προσωπικό σε μια ομάδα υγείας για να μειωθεί το κόστος. Τα επόμενα χρόνια θα βλέπουμε όλο και περισσότερο να αντικαθίσταται το προσωπικό της ομάδας υγείας από την τεχνητή νοημοσύνη και την τεχνολογία. Αυτό που σίγουρα δεν μπορεί να αντικατασταθεί από τις μηχανές είναι η ανθρώπινη επαφή, ο διαμεσολαβητής μεταξύ ανθρώπου και μηχανής. Το μεγάλο ερώτημα που μένει να απαντηθεί τα επόμενο χρόνια είναι αν ο διαμεσολαβητής αυτός είναι απαραίτητο να έχει πτυχίο ιατρικής ή όχι. Αν ναι, μιλάμε για τον οικογενειακό ιατρό. Αν όχι, μήπως ο νοσηλευτής ή μια μορφή "patient assistant" να είναι αρκετή;
Για όσους θεωρούν ότι πχ ο οικογενειακός ιατρός θα έρθει να αντικαταστήσει κάθε ιατρική ειδικότητα ή μια μηχανή θα κάνει θα κάνει τα πάντα, η αφέλεια και η έλλειψη γνώσης συγχωρείται. Το ίδιο και για όσους πιστεύουν ότι θα φτιαχτεί ΠΦΥ άμεσα και αποτελεσματικά. Συστήματα υγείας που είναι αποτελεσματικά, δημιουργήθηκαν σταδιακά, μέσα από ζυμώσεις στην κοινωνία, κοιτώντας μακροπρόθεσμα και όχι σε ορίζοντα τετραετίας όπως μας έχουν συνηθίσει οι ελληνικές κυβερνήσεις. Είναι επένδυση που δεν κοστίζει και το όφελος ξεκινά να φαίνεται άμεσα.
Πλοήγηση
[0] Λίστα μηνυμάτων
Μετάβαση στην πλήρη έκδοση