31/01/2020
Αιμίλιος Νεγκής.
Μία στις πέντε διαγνώσεις των πιο κοινών καρκίνων στην Αυστραλία βρέθηκε ότι είναι αποτέλεσμα υπερδιάγνωσης! Τα ποσοστά ήταν 18% για τις γυναίκες και 24% για τους άνδρες.
Το θέμα έχει και ελληνικό ενδιαφέρον καθώς η κυβέρνηση έχει εξαγγείλει την εφαρμογή προγραμμάτων προσυμπτωματικού ελέγχου, αρχής γενομένης από τον καρκίνο του μαστού για όλες τις Ελληνίδες μετά την ηλικία των 40 ετών. Εκείνο λοιπόν που αναδεικνύει η νέα μελέτη και πρέπει να λάβουμε σοβαρά υπόψη μας είναι ο κίνδυνος της υπερδιάγνωσης.
Υπερδιάγνωση έχουμε όταν σε απολύτως υγιείς ανθρώπους ή σε ασθενείς χωρίς συμπτώματα, μπαίνει από τους γιατρούς η διάγνωση κάποιας νόσου ή κατάστασης που όμως δεν πρόκειται να τους βλάψει με την έννοια ότι δεν θα προκαλέσει συμπτώματα ή πρόωρο θάνατο.
Το χειρότερο είναι ότι μετά την υπερδιάγνωση έχουμε την υπερθεραπεία, δηλαδή, οι ασθενείς υποβάλλονται σε περιττές επεμβάσεις ή λαμβάνουν φάρμακα, ενώ πρακτικά δεν χρειάζεται. Παράλληλα, αυξάνεται το στρες στους ασθενείς και το κόστος για τους ίδιους και την κοινωνία.
Γενικά, στην περίπτωση του καρκίνου, η υπερδιάγνωση απορρέει από προγράμματα ανίχνευσης καρκίνου του πληθυσμού που διεξάγονται σε υγιή άτομα. Αν και το πρόβλημα έχει συζητηθεί διεθνώς, η νέα μελέτη είναι η πρώτη που αναδεικνύει το πρόβλημα σε 5 από τις πιο κοινές μορφές καρκίνου.
Οι ερευνητές εξέτασαν 5 από τους 5 τύπους καρκίνου για τους οποίους έχει αναφερθεί υπερδιάγνωση: καρκίνος του μαστού, θυρεοειδούς, νεφρού, προστάτη και μελανώματος. Η μελέτη δημοσιεύθηκε στο Medical Journal της Αυστραλίας.
( Δεν είναι ορατοί οι σύνδεσμοι (links).
Εγγραφή ή
Είσοδος )
Τα αποτελέσματα δείχνουν ότι, συνολικά, στις γυναίκες είχαμε υπερδιάγνωση στο 18%, αντιπροσωπεύοντας το 22% των περιπτώσεων καρκίνου του μαστού και το 73% των καρκίνων του θυρεοειδούς.
Στους άνδρες, υπερδιάγνωση είχαμε στο 24% του συνόλου, συμπεριλαμβανομένου του 42% των καρκίνων του προστάτη, 58% των μελανώματος και 73% των καρκίνων του θυρεοειδούς.
Τα αίτια για την υπερδιάγνωση διαφέρουν ανάλογα με τον τύπο του καρκίνου, σχολιάζουν οι ερευνητές. Είναι φανερό ότι στον καρκίνο του μαστού αποδίδεται σε μεγάλο βαθμό στο εθνικό πρόγραμμα προσυμπτωματικού ελέγχου, ενώ για τον καρκίνο του προστάτη ευθύνεται το γεγονός ότι έχουμε ευκαιριακό αλλά υπερβολικό διαγνωστικό έλεγχο.
Οι ερευνητές τονίζουν ότι, για να μειωθεί η υπερδιάγνωση, θα χρειαστεί να γίνουν αλλαγές στην κλινική πρακτική και ειδικότερα στις συστάσεις για τ0 προσυμπτωματικό έλεγχο και πώς εφαρμόζεται αυτός. Τέτοιες απόψεις έχουν εκφραστεί και από άλλους επιστήμονες διεθνώς και η κοινή συνισταμένη είναι ότι πρέπει να εξετάζονται προληπτικά μόνο οι ομάδες του πληθυσμού που βρίσκονται σε αυξημένο κίνδυνο.
Δεν είναι ορατοί οι σύνδεσμοι (links).
Εγγραφή ή
Είσοδος