Καθημερινή, 23/10/2022
Του Πάσχου Μανδραβέλη.Εχουμε χάσει τον λογαριασμό σχετικώς με τις ρυθμίσεις για το ΕΣΥ. Ο αριθμός τους πρέπει να είναι κοντά με τον αριθμό των «Εθνικών Σχεδίων για την Παιδεία»· όσοι έχουν καλή μνήμη θα θυμούνται τα σχεδόν ετήσια πρωτοσέλιδα «Αλλάζουν όλα στις εισαγωγικές (Πανελλήνιες, Πανελλαδικές κ.λπ.) εξετάσεις». Ετσι κάθε λίγο και λιγάκι, αλλάζουν οι όροι εργασίας των γιατρών του ΕΣΥ. Αλλοτε υποχρεώνονται σε αποκλειστικότητα και άλλοτε όχι. Μερικές φορές κάποιοι είχαν αποκλειστικότητα και άλλοι όχι κ.ο.κ.
Τελευταίο κεφάλαιο στη διαδικασία του «ευφυούς κεντρικού σχεδιασμού» είναι η «άρση της αποκλειστικής απασχόλησης για τους γιατρούς του ΕΣΥ, οι οποίοι –υπό προϋποθέσεις– θα μπορούν να ασκούν και ιδιωτικό έργο και να συνεργάζονται με ιδιωτικές κλινικές και διαγνωστικά κέντρα» («Καθημερινή», 21.10.2022). Σύμφωνα με το μπλα μπλα του υπουργείου, «αναμένεται η αριθμητική και ουσιαστική ενίσχυση του ιατρικού δυναμικού της χώρας και των συνθηκών εργασίας αυτού, με απώτερο στόχο την αναβάθμιση του δημόσιου συστήματος υγείας και την παροχή ποιοτικότερων υπηρεσιών υγείας προς όφελος των Ελλήνων πολιτών» και άλλα κουραφέξαλα.
Μπορούμε να βάλουμε στοίχημα από τώρα ότι σε ένα ή δύο χρόνια οι ήδη υψηλές ιδιωτικές δαπάνες υγείας στην Ελλάδα (τρίτοι στην Ε.Ε. με 5,7 δισ. το 2019) θα γίνουν ακόμη υψηλότερες αφού οι ατσίδες θα κάνουν ιδιωτική πελατεία τις κρατικές παροχές· «περάστε καλύτερα από το ιατρείο μου ή το ιδιωτικό κέντρο που συνεργάζομαι…». Σε λίγο καιρό θα δημιουργηθεί η ανάγκη και η κοινωνική πίεση για αποκλειστικότητα και, φτου, πάλι από την αρχή.
Υπάρχουν, όμως, και δευτερογενείς επιπτώσεις του πρόχειρου αυτού νομοθετήματος, πέρα από το γεγονός ότι το Νοσοκομείο Παίδων θα συνεχίσει να μην έχει αναισθησιολόγους. Δύο είναι τα βασικά προβλήματα του περιφερειακού δημόσιου συστήματος υγείας. Το πρώτο είναι η διασπορά ελλιπών νοσοκομειακών μονάδων χωρίς να υπάρχει ένα μεγάλο και καλό νοσοκομείο ανά περιφέρεια. Το αποτέλεσμα είναι να φορτώνονται οι μονάδες του κέντρου όλα τα μεσαία και βαριά περιστατικά. Το δεύτερο πρόβλημα είναι η αιμορραγία των γιατρών προς το κέντρο. Οποιος προσληφθεί στο νοσοκομείο π.χ. των Γρεβενών θα βάλει λυτούς και δεμένους, κουμπάρους και βουλευτές, για να μετατεθεί στην Αθήνα και στη Θεσσαλονίκη. Είναι λογικό, διότι οι μεγάλες πόλεις προσφέρουν (πολιτιστικές, κοινωνικές, εκπαιδευτικές κ.λπ.) ευκαιρίες. Τώρα το υπουργείο Υγείας προσφέρει και επαγγελματικές, αφού στις πολυπληθείς πόλεις η πελατεία είναι μεγαλύτερη και οι ιδιωτικές μονάδες περισσότερες.
Το θέμα, λοιπόν, είναι ότι δεν μπορεί να πληρώνεται το ίδιο ο γιατρός της Θεσσαλονίκης με εκείνον των Τρικάλων. Πρέπει να δημιουργηθούν μεγάλα περιφερειακά νοσοκομεία, αλλά να στελεχωθούν με τον καλύτερο τρόπο. Δεν ξέρουμε πώς γίνεται αυτό, αλλά ούτε μπορεί να το γνωρίζει ο εκάστοτε υπουργός Υγείας.
Ο φαύλος κύκλος προβλημάτων –οριζόντια νομοθέτηση, δημιουργία άλλων προβλημάτων λόγω νομοθέτησης, νέα νομοθέτηση κ.ο.κ.– μπορεί να σπάσει μόνο με αποκέντρωση του συστήματος. Να χρηματοδοτεί το κράτος τη δημόσια υγεία μοιράζοντας τα λεφτά που δίνει στις περιφέρειες. Αυτές θα κανονίζουν τα πάντα των νοσοκομείων τους, ακόμη και τους όρους απασχόλησης των ιατρών. Αν κάποιος περιφερειάρχης θέλει, π.χ., πέντε νοσοκομεία ανά νομό μπορεί να συμπληρώνει την κρατική χρηματοδότηση με τοπική φορολογία. Να δούμε τότε πόσες κινητοποιήσεις κατοίκων θα γίνονται για να υπάρχει ένας αξονικός τομογράφος ανά κωμόπολη κι ένα πλήρες νοσοκομείο ανά 20 χλμ. Αυτό, όμως, απαιτεί ριζικές τομές σαν αυτές που υποσχέθηκε και ξέχασε η κυβέρνηση, όπως π.χ. να περάσει ο ΕΝΦΙΑ στην Τοπική Αυτοδιοίκηση. Επομένως, το μόνο που μπορούμε να περιμένουμε προς το παρόν είναι ράβε-ξήλωνε και στην υγεία.
Δεν είναι ορατοί οι σύνδεσμοι (links).
Εγγραφή ή
Είσοδος