Το μεγαλύτερο πρόβλημα με τους « ειδικούς » στην Ελλάδα είναι ότι δεν έχουν αρκετά ευρύ πεδίο αναφοράς όσον αφορά το τι είναι φυσιολογικό, τι είναι βαριά άρρωστο, και το τι είναι στην γκρίζα ζώνη μεταξύ φυσιολογικού και βαριά άρρωστου. Έτσι δυσκολεύονται να αξιολογήσουν τα συμπτώματα ενός ασθενούς στη σωστή τους βάση. Εκπαιδεύτηκαν αποκλειστικά μέσα σε Νοσοκομεία και δυσκολεύονται να καταλάβουν ότι έξω στην κοινότητα οι άνθρωποι που επισκέπτονται την Πρωτοβάθμια Φροντίδα Υγείας κινούνται συχνά σε αυτή την γκρίζα ζώνη μεταξύ υγιούς και άρρωστου και δεν χρειάζεται να τους πλακώνεις με φάρμακα που ακόμη και σε Νοσοκομειακό περιβάλλον, στην Κεντρική και Βόρεια Ευρώπη θα ξένιζαν. Λόγω επίσης του ότι εκπαιδεύτηκαν αποκλειστικά σε Νοσοκομειακό περιβάλλον δεν έχουν σχεδόν καθόλου εμπειρία του να κάνουν follow up τον ασθενή και επίσης έχουν πολύ κακή γνώση της φυσικής εξέλιξης των νόσων (οι οποίες συχνά αυτοϊούνται). Επίσης δεν έχουν και μεγάλη συναίσθηση των παρενεργειών που μπορεί να πάθουν οι ασθενείς από τα διάφορα φάρμακα μια και στο Νοσοκομείο, ως ειδικευόμενοι, σπάνια ξαναβλέπαν τους ασθενείς τους. Αν σε αυτό προσθέσουμε και το ότι εκπαιδεύτηκαν, στην πλειοψηφία τους, λειψά (στραβά θα έλεγα) από παλαιότερους τους συναδέλφους δένει το γλυκό.
Θα μου πεις οι Γενικοί Ιατροί είμαστε καλύτεροι; Όχι βέβαια. Άλλωστε και εμείς από τέτοιους « ειδικούς » εκπαιδευτήκαμε. Απλά εμείς αναγκαστήκαμε να τριφτούμε περισσότερο μέσα στην Κοινότητα και αναγκαστήκαμε να εντρυφήσουμε περισσότερο στην γκρίζα ζώνη μεταξύ φυσιολογικού και βαριά άρρωστου στην προσπάθειά μας να ξεχωρίσουμε ποιον θα κρατήσουμε στο Ιατρείο / Κέντρο Υγείας και ποιον θα το στείλουμε παραπέρα στο Νοσοκομείο (που είναι και ένας από τους βασικούς ρόλους ενός Γενικού Ιατρού).