Oι εξελίξεις στο εφημεριακό από τη σκοπιά ενός νομικού. Αρθρο του Μ. Μιχαήλ. (Aπό .ygeianet.gr)
--------------------------------------------------------------------------------------------------------------------------------------
Αθήνα, 14 Αυγούστου 2008
Με αφορμή τις τελευταίες εξελίξεις στο εφημεριακό, το οποίο έχει οδηγηθεί σε πλήρες αδιέξοδο και σε συνδυασμό με την απαξίωση των Γιατρών του Ε.Σ.Υ. από την Ελληνική Πολιτεία, καταλήγω ως νομικός στις ακόλουθες σκέψεις-παρατηρήσεις:
Τα όσα συμβαίνουν στα Νοσοκομεία, σε ό,τι αφορά τους όρους, τις ώρες και τις συνθήκες εργασίας, θα προκαλούσαν την αυτεπάγγελτη παρέμβαση της Δικαιοσύνης, εάν συνέβαιναν στον ιδιωτικό τομέα ή σε δημόσιες υπηρεσίες και τις ΔΕΚΟ.
Η πολιτική ηγεσία του Υπουργείου Υγείας και Κοινωνικής Αλληλεγγύης, χωρίς ενδοιασμούς αλλά και με αδίστακτη ψυχρότητα, όχι μόνο ανακυκλώνει τη παρανομία, αλλά το κάνει και με άποψη, αφού δηλώνει σε διάφορους τόνους και με αφορμή το κρίσιμο ζήτημα των εφημεριών, ότι δεν είναι υποχρεωμένη να εφαρμόσει τις Κοινοτικές Οδηγίες αμέσως, αλλά όταν αυτή θα το κρίνει ότι μπορεί και ότι συντρέχουν οι κατάλληλες συνθήκες(!!!)
Οι Κοινοτικές Οδηγίες αποτελούν εδώ και αρκετά χρόνια Νόμο του Κράτους και μάλιστα με αυξημένη τυπική ισχύ. Όμως, η πολιτική ηγεσία του Υπουργείου Υγείας και Κοινωνικής Αλληλεγγύης και συνεπώς η Ελληνική Πολιτεία, απαιτεί από όλους την εφαρμογή των Νόμων, διατηρώντας για τον εαυτό της το δικαίωμα εξαίρεσης αορίστου χρόνου και εθελοντικής εφαρμογής κατά το δοκούν.
Ο Υπουργός Υγείας και Κοινωνικής Αλληλεγγύης, εάν πράγματι επιθυμούσε την εύρυθμη λειτουργία των Νοσοκομείων και τον απασχολούσε σοβαρά η διασφάλιση του δημοσίου συμφέροντος, δηλαδή η υγεία του Έλληνα πολίτη, θα φρόντιζε για την εξεύρεση κονδυλίων και τη πραγματοποίηση των αναγκαίων προσλήψεων, αποδεδειγμένα και αξιόπιστα πραγματικών και όχι να χρησιμοποιεί την εύρυθμη λειτουργία και την αόριστη επίκληση του δημοσίου συμφέροντος ως άλλοθι για την κατ' εξακολούθηση παραβίαση των εργασιακών δικαιωμάτων των Γιατρών.
Ο Υπουργός Υγείας και Κοινωνικής Αλληλεγγύης δυναμιτίζει συστηματικά την εξεύρεση λύσεων, ακολουθεί σκόπιμα παρελκυστική τακτική, μεταθέτοντας τις δικές του τεράστιες ευθύνες στους Νοσοκομειακούς Γιατρούς, χρησιμοποιώντας την τεχνική της ενοχοποίησης, εμπαίζει με αχαρακτήριστο τρόπο και στυλ τους αγώνες τους, διαπιστώσεις που οδηγούν στο απλό και κρυστάλλινο συμπέρασμα, ότι είναι παντελώς ανίκανος να διαχειρισθεί τη κρίση και να αναζητήσει μέσα από ειλικρινή διάλογο, αξιόπιστες, εφικτές και βιώσιμες λύσεις.
Με τις αλήστου μνήμης αντισυνταγματικές και παράνομες τροπολογίες του, ο Υπουργός Υγείας και Κοινωνικής Αλληλεγγύης όχι μόνο διασύρει κατ' εξακολούθηση τη Χώρα μας στην Ευρωπαϊκή Ένωση, αλλά ταυτόχρονα υπογραμμίζει με το πιο χαρακτηριστικά αδίστακτο τρόπο το γεγονός, ότι ανήκει στη διακριτική ευχέρεια της Πολιτείας να αποφασίζει ποιο Νόμο θα εφαρμόζει και ποιο όχι. Έφθασε μάλιστα στο σημείο να τιτλοφορεί παραπλανητικά Κοινές Υπουργικές Αποφάσεις περί παράτασης αναστολής εφαρμογής των διατάξεων των άρθρων 6 και 5 των Π.Δ.88/1999 και 76/2005, ως "Εφαρμογή των Οδηγιών της Ευρωπαϊκής Ένωσης"(!!!)
Ο Υπουργός Υγείας και Κοινωνικής Αλληλεγγύης επέδειξε και εξακολουθεί να επιδεικνύει απόλυτη περιφρόνηση σε αποφάσεις Ανώτατων Δικαστηρίων και συγκεκριμένα του Ελεγκτικού Συνεδρίου, το οποίο, με σαφείς και κρυστάλλινες αποφάσεις από το έτος 2006 και εφεξής, έχει αποφανθεί αυθεντικά τόσο για την αναμφισβήτητη υπεροχή του κοινοτικού δικαίου όσο και για την νομική ανυπαρξία των αλήστου μνήμης τροπολογιών του.
Πως είναι δυνατόν να ξεχάσει κανείς το καθηλωμένο για τουλάχιστον δέκα χρόνια μισθολόγιο των Γιατρών και μάλιστα με δικαιολογίες, που μόνο θυμηδία προκαλούν;
Πως είναι δυνατόν να ξεχάσει κανείς τη φορολόγηση του επιδόματος βιβλιοθήκης, όταν αυτό έχει καθαρά αποζημιωτικό χαρακτήρα;
Πως είναι δυνατόν να ξεχάσει κανείς την αύξηση του ειδικού επιδόματος απασχόλησης το οποίο λαμβάνουν οι υπάλληλοι του Υπουργείου Υγείας και Κοινωνικής Αλληλεγγύης, από 200 σε 300 Ευρώ, αύξηση η οποία έγινε με εξαιρετική φροντίδα και επιμέλεια από τον Υπουργό με κοινή υπουργική απόφαση και μάλιστα λίγο πριν από τις τελευταίες Βουλευτικές Εκλογές, με την αντίστοιχη επιβάρυνση του Κρατικού Προϋπολογισμού, ενώ ο ίδιος ο Υπουργός απέσυρε τροπολογία που ο ίδιος είχε καταθέσει στη Βουλή για την μη φορολόγηση του επιδόματος βιβλιοθήκης;
Πως είναι δυνατόν να ξεχάσει κανείς το περίφημο πλαφόν Αρεοπαγίτη, το οποίο όχι μόνο δεν υφίσταται επί της ουσίας και αποτελεί τερατώδη εμπαιγμό, αλλά χρησιμοποιείται δόλια και καταχρηστικά μέχρι σήμερα, για να μη πληρώνεται η δεδουλευμένη εργασία;
Πως είναι δυνατόν να ξεχάσει κανείς την αθλιότητα που ονομάζεται εφημερία, την οποία ο Γιατρός την πληρώνεται λιγότερο απ' ό,τι αν ήταν νόμιμη ή/και παράνομη υπερωριακή απασχόληση; Εδώ ακριβώς υποκρύπτεται η κρατική δολιότητα και υστεροβουλία, γιατί η καταβολή αμοιβών για υπερωριακή απασχόληση θα απεδείκνυε, χωρίς τη παραμικρή αμφισβήτηση και αμφιβολία, τη παρανομία της και την αποδοχή της.
Πως είναι δυνατόν να ξεχάσει κανείς το μεσαιωνικού τύπου καθεστώς των εφημεριών για τους ειδικευμένους και τους ειδικευόμενους Γιατρούς, τις αμέτρητες σωματικές βλάβες που υφίστανται οι Γιατροί κατά την εκτέλεση της υπηρεσίας τους, τις πολυάριθμες παραιτήσεις Γιατρών από απόγνωση και αηδία, την ανυπαρξία Γιατρού Εργασίας στα νοσηλευτικά ιδρύματα της χώρας, την ανυπαρξία συστήματος εκτίμησης επαγγελματικού κινδύνου και βεβαίως τη μη χορήγηση ρεπό;
Πως είναι δυνατόν να ξεχάσει κανείς τις πομπώδεις διακηρύξεις του Υπουργού Υγείας και Κοινωνικής Αλληλεγγύης για την επικείμενη υπογραφή κλαδικής συμφωνίας και μάλιστα να φθάνει μέχρι του σημείου να πείθει και τον ίδιο το Πρωθυπουργό της Χώρας, ώστε να θριαμβολογεί και αυτός με τη σειρά του από του βήματος της Βουλής;
Πως είναι δυνατόν να ξεχάσει κανείς την ιστορική μεταστροφή, η οποία επήλθε με την Απόφαση του Έκτακτου Συνεδρίου της ΟΕΝΓΕ τον Ιούνιο 2008 αλλά και τη ταυτόχρονη αναδίπλωση του Υπουργού Υγείας και Κοινωνικής Αλληλεγγύης;
Πως είναι δυνατόν να ξεχνά ο Υπουργός Υγείας και Κοινωνικής Αλληλεγγύης, ότι η Απόφαση του Έκτακτου Συνεδρίου της ΟΕΝΓΕ υιοθετήθηκε με αναμφισβήτητες δημοκρατικές και κρυστάλλινες διαδικασίες από μια συντριπτική πλειοψηφία συνδικαλιστών Γιατρών και όχι μόνο Γιατρών που ανήκουν στον αριστερό χώρο;
Πως είναι δυνατόν να ξεχάσει κανείς την από 24 Ιουνίου 2008 επιστολή την οποία σας έστειλε ο Γενικός Γραμματέας Καλογερόπουλος, με την οποία ζητούσε την αναβολή της προγραμματισμένης συνάντησης του Υπουργού με τη Διαπραγματευτική Επιτροπή της ΟΕΝΓΕ την 25 Ιουνίου 2008, με το αστείο, μέχρι γελοιότητας, προσχηματικό επιχείρημα "προκειμένου να γνωρίζουμε την απόφαση της Ολομέλειας του Ελεγκτικού Συνεδρίου για τη δυνατότητα πληρωμής των εφημεριών";
Και όταν, στη συνέχεια, έγινε γνωστή η δυνατότητα πληρωμής των εφημεριών, γιατί ο Υπουργός Υγείας και Κοινωνικής Αλληλεγγύης όπως και ο Γενικός Γραμματέας εξαφανίσθηκαν; Μήπως φοβούνται, ότι θα έχουν πλέον απέναντί τους εμπειρότατους και προ πάντων έντιμους συνδικαλιστές Γιατρούς, που νοιάζονται για το Ε.Σ.Υ. όπως ακριβώς και για την ίδια τους την ζωή και απαιτούν σοβαρό, συγκεκριμένο, εποικοδομητικό διάλογο προς το συμφέρον του συνόλου των Γιατρών του Ε.Σ.Υ., που θα οδηγήσει στη σύναψη κλαδικής συμφωνίας, με σαφείς δεσμεύσεις, σε μια σταδιακή και σταθερή προοπτική βελτίωσης όλων των παραμέτρων που αφορούν τον κλάδο;
Το διεκδικητικό πλαίσιο των Γιατρών είναι και λογικό και δίκαιο, η δε πολιτική ηγεσία του Υπουργείου Υγείας και Κοινωνικής Αλληλεγγύης θα πρέπει να εγκαταλείψει την αδιαλλαξία, τις υπεκφυγές και τις ανέξοδες δηλώσεις και να ξεκινήσει το διάλογο με τη Διαπραγματευτική Ομάδα της ΟΕΝΓΕ, ώστε να βρεθούν λύσεις στα τεράστια προβλήματα που ταλανίζουν τις δημόσιες υπηρεσίες υγείας της χώρας. Εάν ο Υπουργός Υγείας και Κοινωνικής Αλληλεγγύης δεν έχει το κουράγιο ή δεν μπορεί, θα πρέπει να παραιτηθεί άμεσα.
Είναι χρήσιμο να γνωρίζει ο Υπουργός Υγείας και Κοινωνικής Αλληλεγγύης, γιατί φαίνεται να το αγνοεί, ότι σύμφωνα με το άρθρο 2 παρ.3 του Νόμου 3126/2003 "Ποινική ευθύνη των Υπουργών" (ΦΕΚ Α' 66), θεωρείται υπάλληλος κατά την έννοια του άρθρου 13 περ.α' του Ποινικού Κώδικα, και συνεπώς, πολύ περισσότερο γι' αυτόν, δεν συγχωρείται ούτε αναγνωρίζεται άγνοια Δικαίου. Πρέπει επίσης να γνωρίζει, γιατί φαίνεται να το αγνοεί, ότι δεν απολαμβάνει νομικής ασυλίας και ότι ο Νόμος, εάν και εφόσον απαιτηθεί, θα εφαρμοσθεί προς πάσα κατεύθυνση χωρίς εξαιρέσεις και εκπτώσεις.
Με εκτίμηση
Δρ Μιχαήλ Δ. Μιχαήλ
Δικηγόρος παρ' Αρείω Πάγω