Δεν είναι ορατοί οι σύνδεσμοι (links).
Εγγραφή ή
ΕίσοδοςΤου Πάσχου Μανδραβέλη
Υπάρχουν πρακτικά προβλήματα με την όχι και τόσο καινοφανή πρόταση του κ. Τάσου Κουράκη για τον φόρο των πιστών υπέρ της εκκλησίας τους. Το πρώτο είναι σοβαρό: με την αναγραφή του θρησκεύματος σε δημόσια έγγραφα το κράτος αποκτά επιπλέον προσωπικά δεδομένα των πολιτών του, κάτι που η ιστορική εμπειρία έδειξε ότι είναι επικίνδυνο. Βεβαίως, το να λειτουργεί η εφορία ως οιονεί εισπρακτικός μηχανισμός των διαφόρων εκκλησιών εφαρμόζεται και στη Γερμανία, η οποία ως γνωστόν έχει την πιο τρομακτική ιστορία εξολόθρευσης πληθυσμού με βάση το θρήσκευμα, αλλά αυτό δεν αμβλύνει τους φόβους. Η ιστορία του Ολοκαυτώματος δείχνει ότι στις χώρες όπου το κράτος κατέγραφε το θρήσκευμα των ανθρώπων, παρατηρήθηκε το μεγαλύτερο ποσοστό εξολόθρευσης του εβραϊκού τους πληθυσμού.
Το δεύτερο πρόβλημα είναι αυτό που ο καθηγητής Συνταγματικού Δικαίου Σταύρος Τσακυράκης επεσήμανε σε άρθρο του: «Το επιχείρημα “δεν πιστεύω δεν πληρώνω” είναι σαθρό διότι κατά βάση υπονοεί ότι όρος για το δίκαιο ή μη της επιβολής ενός φόρου είναι η ατομική συμφωνία του καθενός με τις δημόσιες δαπάνες. Θυμηθείτε ότι το ίδιο επιχείρημα προβλήθηκε απ’ όσους δεν συμφωνούσαν με την επιδότηση αμφισβητούμενων έργων Τέχνης... Στην πραγματικότητα, η ατομική συμφωνία του καθενός δεν αποτελεί όρο για την επιδότηση της Τέχνης, των θρησκειών ή άλλων δραστηριοτήτων. Η πλειοψηφία αποφασίζει ελεύθερα για τις επιλογές των δημοσίων δαπανών, αρκεί οι επιλογές της να μην κάνουν διακρίσεις που απαγορεύονται από τα δικαιώματα του ανθρώπου» («Δεν πιστεύω, δεν πληρώνω;» Liberal Sociability 28.1.2013).
Το ορθό, στη δημοκρατική του βάση, αυτό επιχείρημα, όμως, έχει μακρά ιστορία στη χώρα μας. Ανθρωποι που ποτέ δεν είδαν αεροπλάνο χρηματοδοτούσαν επί χρόνια τα ελλείμματα της «Ολυμπιακής». Αλλοι που δεν ήξεραν ότι υπάρχει ο ΠΑΟΚ ή ο Αρης πλήρωναν διάφορες εξυπηρετήσεις πολιτευτών στις ΠΑΕ. Μη μιλήσουμε για την τέχνη όπου χρηματοδοτούνταν τα πάντα. Φυσικά οι φορολογούμενοι πληρώνουν τη λειτουργία των ορθόδοξων εκκλησιών, αλλά όχι π.χ. των δωδεκαθεϊστών. Είναι χαρακτηριστικό ότι μόλις πριν από ένα μήνα πέρασε νομοσχέδιο να πληρώνονται οι μουσουλμάνοι ιερείς κι αυτό όχι με το επιχείρημα της ισότητας αλλά υπό τον φόβο διείσδυσης της Τουρκίας στη μειονότητα της Θράκης. Από τη στιγμή που το κράτος πληρώνει αναγκαστικά, θα κάνει «διακρίσεις που απαγορεύονται από τα δικαιώματα του ανθρώπου». Τα λεφτά δεν είναι άπειρα, άρα πρέπει να επιλέξει τι θα χρηματοδοτήσει: τους μισθούς των ιερέων κάθε πιθανής θρησκείας ή αίρεσης ή των γιατρών του ΕΣΥ;
Στο τέλος με τη λογική «μην πιστεύεις αλλά πλήρωνε» δεν μας έμειναν λεφτά για τους δασκάλους και γι’ αυτό πρέπει να μπει κάποιο όριο στην αναδιανεμητική λογική. Να συμφωνήσουμε, για παράδειγμα, ότι υπάρχουν τρία βασικά αγαθά που δεν πρέπει κανένας πολίτης να στερείται: υγεία, παιδεία, ασφάλεια. Από ’κει και πέρα οι προτιμήσεις του καθενός -θρησκευτικές, πολιτικές, ποδοσφαιρικές- πρέπει να πληρώνονται από τον ίδιο. Βεβαίως, υπάρχουν γκρίζες περιοχές (π.χ. τη χρηματοδότηση μιας όπερας την πληρώνουν όλοι και την παρακολουθούν λίγοι, αλλά από την άλλη έχει και εκπαιδευτικούς σκοπούς) αλλά έφτασε ο καιρός να αξιολογούνται οι δαπάνες υπό το δόγμα «λεφτά δεν υπάρχουν». Κυρίως να αξιολογούνται...