Θα κλείσω τη συνεισφορά μου στο παρόν νήμα συνοψίζοντας τις απόψεις μου, δανειζόμενος και στοιχεία από παλαιότερες αναρτήσεις.
Η ΠΦΥ, ιδιαίτερα εκφραζόμενη μέσα από το θεσμό του οικογενειακού ιατρού, είναι εξ' αντικειμένου συναφέστερη με τη γενική ιατρική, ακολουθούμενης της Παθολογίας. Στη χώρα μας, η εφαρμογή του θεσμού του οικογενειακού ιατρού (είτε ανεπίσημα, είτε επίσημα), επιβάλλει τη συμμετοχή (τουλάχιστο) και Παθολόγων, αφού ο αριθμός των γενικών ιατρών υπολείπεται. Οι παθολόγοι (εξ' αντικειμενου, πάλι), θα πρέπει να συγκλίνουν προς το εύρος της γενικής ιατρικής με κάποιο τρόπο που θα πρέπει να θεσπιστεί (συμπλήρωση ειδικότητας, μετεκπαίδευση, σεμινάρια η ότι άλλο κριθεί απαραίτητο) ώστε να μπορεί ανταποκριθεί σε όλα τα αντικείμενα της ΓΙ. Με αυτό σε καμμία περίπτωση δεν υπονοώ ότι η Παθολογία (ή η ΓΙ) είναι υποδεέστερη - είναι απλά διαφορετική. Έχει για παράδειγμα δυνατότητες δευτεροβάθμιας και τριτοβάθμιας ιατρικής, αλλά και στο επίπεδο ακόμη της πρωτοβάθμιας πολλά αντικείμενα που η ΓΙ αφήνει έξω από το πεδίο της. Επιπρόσθετα, στο επίπεδο της ΠΦΥ αντιμετωπίζονται πολλά συχνά νοσήματα (Σ/Δ, Α/Υ, υπερλιπιδαιμίες, ΧΑΠ κ.λ.π.). Με αφορμή το τελευταίο στοιχείο, είναι ευνόητο ότι, αν θέλουμε ενιαία ΠΦΥ, θα πρέπει να έχουμε κατά νου να δώσουμε ίδιες δυνατότητες στους γιατρούς που εμπλέκονται με αυτήν. Η ενιαία μετεκπαίδευση και οι ενιαίοι μετεκπαιδευτικοί τίτλοι, έστω και πολλαπλών ταχυτήτων, είναι προς αυτή τη λογική. Κλείνοντας, θα επισημάνω το αυτονόητο: Η Παθολογία θα είναι πάντα Παθολογία - και αυτό εξαρτάται από εμάς και όχι από τους τίτλους που μπορούμε να χρησιμοποιήσουμε.
Θα προσθέσω στο κείμενο , με τη λογική του οποίου συμφωνώ, μια διαφορετική οπτική.
Η ΠΦΥ στην Ελλάδα με πραγματικούς όρους κατά κανόνα αφορά τις ειδικότητες της ΓΙ και παθολογίας.
Και για τις δύο ειδικότητες ισχύει το δεδομένο της εκπαίδευσης σε συνθήκες διαφορετικές από αυτές της ΠΦΥ, τις αναγκαιότητες και τα ιδιαίτερα εργαλεία που χρησιμοποιούνται σε αυτή.
Καλά ή κακά, τα Β-Γθμια νοσοκομεία που εκπαιδευτήκαμε, αλλά και τα δεκάμηνα στα ΚΥ με άσχετους και αδιάφορους -ανίδεους ως προς την ΠΦΥ- γιατρούς, μας άφησαν όλους ανυποψίαστους για τις ιδαιτερότητες και τη φύση της δουλειάς στην ΠΦΥ.
Πολλοί ανταποκρίθηκαν στις απαιτήσεις, προβληματίστηκαν, διάβασαν, κάλυψαν κενά με διαφόρων ειδών δραστηριότητες, κυρίως όμως αφουγκράστηκαν τις πολλαπλές και διαπλεκόμενες ανάγκες των ανθρώπων, θα πρόσθετα και της κοινότητας, για τη δική μου αντίληψη για την ΠΦΥ.
Κάποιοι άλλοι προσπάθισαν να προσαρμόσουν τους ανθρώπους στις δικές τους αντιλήψεις , χωρίς να κάνουν ούτε μισό βήμα μπροστά.
Κατά τη γνώμη μου το στοίχημα για το γενικό γιατρό, μετά τη βασική εκπαίδευση του, είναι όχι να γίνει κάποιου είδους -λόγος, αλλά να γίνει πραγματικός γενικός γιατρός.
Βέβαια, αυτό δε μπορεί να γραφτεί ούτε στην ταμπέλα, ούτε στην καρτέλα, ούτε στο σάιτ...
Έχω την εντύπωση όμως, ότι οι άνθρωποι αντιλαμβάνονται πάρα πολύ γρήγορα ,την ιδαιτερότητα, την εγγύτητα και την πολλαπλή χρησιμότητα του πραγματικού γενικού γιατρού.
Κοντολογίς τα ίδια ισχύουν και για τον παθολόγα, εαν θέλει να δουλέψει στην ΠΦΥ, πρέπει να προσπαθήσει χωρίς κόμπλεξ για την ατελή (πάντα για την ΠΦΥ) ειδικότητα του , να γίνει πραγματικός γενικός γιατρός...
Υ.Γ Η μεγαλύτερη (σε πραγματικές συνθήκες) διαφορά των διαβητολόγων από τους ΓΙ που έχω εντοπίσει, είναι ότι οι πρώτοι έχουν ξεχάσει τι είναι οι σουλφονυλουρίες, εννοίτε και η μετφορμίνη σε μονοθεραπεία! Επίσης αγνοούν το ASA...